Posts from the ‘Χοροί και Ιστορία’ Category

Πυρρίχιος Πανελλήνιος Χορός, της Ευγενίας Δ. Μαυροπούλου


Η επίσημη διδασκαλία του καθιερώθηκε από το Υπουργείο Παιδείας στα Σχολεία Μέσης και Δημοτικής Εκπαίδευσης στις 4-2-1976. Μετά τη χούντα, το 1976 αποφασίστηκε να διδάσκεται ο Πυρρίχιος χορός στους Σπουδαστές Σωματικής Αγωγής της Εθνικής Ακαδημίας Αθηνών και στο Παράρτημα της στη Θεσσαλονίκη με σκοπό τη διάδοση του Πυρρίχιου στους μαθητές Μέσης και Δημοτικής Εκπαίδευσης.

Ανάγνωση του υπολοίπου…

Στοιχεία Ποντιακών χορών του Νίκου Ζουρνατζίδη.


Καβαζίτας Τρυγώνα (περ. Γουρούχ Κερασούντας)

Καβαζίτας – Τρυγόνα (περ. Γουρούχ).

Δύο άγνωστοι χοροί της περιοχής Γουρούχ της επαρχίας Κερασούντας από το υπό έκδοση βιβλίο του Νίκου Ζουρνατζίδη, που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Εύξεινος Πόντος.

Καβαζίτας (Γουρούχ Κερασούντας)

Η περιοχή Γουρούχ Κερασούντας.

Στην ορεινή περιοχή της οροσειράς του Παριάρδη ή Εγρίμπελ, νότια του Ντερελή και εκατέρωθεν του δρόμου που οδηγούσε στη Νικόπολη, υπήρχε η συστάδα των ελληνικών χωριών του Κιρίκ ή Γουρούχ που σε μεγάλο βαθμό εποικίστηκαν από Αργυρουπολίτες το 18ο και 19ο αι.

Τα χωριά του Κιρίκ που ήταν στο σύνολό τους ελληνόφωνα και ανήκαν εκκλησιαστικά στο τμήμα του Κουλάκκαγια της μητρόπολης Κολωνείας (Γαράσαρη), απομονωμένα καθώς ήταν στα βουνά και τα όρη της περιοχής κατά την περίοδο 1916 – 1923 υπέστησαν τα πάνδεινα από του «ατάκτους» του Τοπάλ Οσμάν. Ήταν τέτοια η καταστροφή την οποίαν υπέστησαν, που υπολογίζεται ότι μόνον το 10 – 15 % των Ελλήνων κατοίκων τους διασώθηκαν, για να καταφύγει στη Ρωσία και στην Ελλάδα….(Σάββας Καλεντερίδης, Ταξιδιωτικοί οδηγοί 17, σελ. 148).

Το 1780 Έλληνες κυρίως από τα χωριά Δέσμενα, Σίμικλη, Γαργάενα και Σαρήπαπα της περιοχής του Κιουρτίν της επαρχίας Άρδασας (Τορούλ) Αργυρουπόλεως, αλλά και από άλλα χωριά της Αργυρούπολης, όπως τη Θέμπετα, εγκαταλείπουν τις πατρογονικές τους εστίες και μεταναστεύουν για οικονομικούς και κοινωνικούς λόγους, δυτικότερα, στην επαρχία του Γουρούχ Κερασούντας, σε περιοχές της Νικόπολης, των Κωτυόρων, της Κολώνιας, του Επές και αλλού.

Το μεταναστευτικό αυτό ρεύμα είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία των δέκα ελληνικών χωριών της επαρχίας Γουρούχ Κερασούντας:

1) Πασλάχ,

2) Κιούρτιν,

3) Ενεέτ,

4)Γάαλαν,

5) Σιούνλιου,

6) Κουλακκαγιά,

7) Σπαχού,

8)Γιάτμου,

9) Κιόπλη,

10) Παΐράμ-Τανουσμάν.

Στον πληθυσμό τους προστέθηκαν αργότερα μετανάστες από το χωριό Λαχανά της Τρίπολης του Πόντου, αλλά και από άλλες περιοχές, κυρίως, της Αργυρούπολης.

Η περιοχή του Γουρούχ ήταν ως τότε ακατοίκητη και καλύπτονταν από μεγάλα δάση με πλούσια βοσκοτόπια και άφθονα νερά. Αφού κατοικήθηκε από Έλληνες, ήρθαν και εγκαταστάθηκαν μεταξύ αυτών και λίγες τούρκικες οικογένειες με τις οποίες οι Έλληνες διατηρούσαν αδερφικές σχέσεις. Λέγεται μάλιστα ότι κι αυτοί κατάγονταν από την περιοχή της Άρδασας και έτσι ένιωθαν πατριώτες.

Οι οικογένειες των Γουρουχλήδων που έχουν εγκατασταθεί στο Θρυλόριο προέρχονται κυρίως από τα χωριά Γιατμούς, Γάαλαν, Κιόπλη και Σιούνλιου. Ήταν όλοι τους ελληνόφωνοι και μιλούσαν ένα ιδίωμα της ποντιακής διαλέκτου χαρακτηριστικό για την ιδιομορφία της μουσικότητάς του και το λεξιλόγιό του. Οι Γουρουχλήδες φημίζονται για την εργατικότητά τους αλλά και την ιδιορρυθμία του έκρυθμου χαρακτήρα τους.

(Γιάννης Νικολαΐδης, Ακριτών Γενεά, Σύλλογος Ποντίων Νεολαίας νομού Ροδόπης ¨Η Τραπεζούντα¨).

Ο χορός: Καβαζίτας

Καβαζίτας. Ονομασία χορού από το Γουρούχ, τα βήματα του οποίου μοιάζουν με αυτά αρκετών χορών από άλλες περιοχές του Πόντου (βλ. λ. γιουβαρλαντούμ). (Εγκυκλοπαίδεια Ποντιακού Ελληνισμού, τ. 4, σελ. 131).

Οι Καβαζίτες ήταν άρχοντες του Βυζαντίου στην περιοχή του Μεσοχαλδίου, αλλά στην προκειμένη όμως περίπτωση πρόκειται για συνωνυμία. Εδώ έχουμε να κάνουμε με υπαρκτό πρόσωπο στην περιοχή της Κερασούντας (Γουρούχ – 10 χωριά) που έχασε την τεράστια περιουσία του και μέσα στη φτώχια του κατάντησε περίγελος των συμπολιτών του. Από αυτόν πήρε και το όνομα, κατά τα λεγόμενα των κατοίκων του χωριού θρυλόριο. Είναι ένας χορός που βηματικά μπορούμε να τον εντάξουμε στην ίδια κατηγορία με το Γιουβαρλαντούμ του Ακ Νταγ ματέν, τη Φόνα της Αργυρούπολης, Τσοκμέ ή Σαρί κουζ μαντιλί του Καρς κ.λ.π., μόνο που η κίνησή του είναι τελείως διαφορετική και τα χέρια βρίσκονται σχεδόν στην ανάταση με μία ελαφριά κάμψη των αγκώνων και σε διαρκή έντονη κίνηση σε όλη τη διάρκεια του χορού πάνω – κάτω. Ο χορός κινείται προς τα δεξιά και κατόπιν παραγγέλματος αλλάζει φορά.

Χορεύεται με συγκεκριμένη μουσική και συνοδεύεται από το σκωπτικό τραγούδι :

 

Καβαζίτα μ’, άκλερε, τ’ ουδάρτς εμελίασεν

άλειψον α’ βούτορον, ας λαρούται αγλήγορα.

Καβαζίτα μ’ τ’ άλογο σ’, το μέγαν το θερίον,

τ’ έναν τ’ αντζίν αθε κοτσόν, κοτσοπατεί και πάει,

τ’ έναν τ’ ομμάτ’ν αθε στραβόν, και τ’ άλλο ξάι ´κ ελέπει.

Καβαζίτα μ’ ´ς ση Γιάννε τα ≤öνâ ελίγανε,

τσοχτάν τ’ αγρέλαφα άλλο εσέν ´κ είδανε.

Καβαζίτα μ’ άκλερε, για πέει με κι ας μαθάνω,

άμον εσέν τον μαύρον ´ς σον κόσμον μη παθάνω.

Νεοελληνική απόδοση:

Καβαζίτα μου, φτωχέ – ταλαίπωρε, η ουρά σου ψώριασε,

άλειψ’ την βούτυρο, ας θεραπευθεί γρήγορα.

Καβαζίτα μου, τ’ άλογό σου, το τρανό το θηρίο,

το ένα του πόδι είναι κουτσό και κουτσοπατάει και πάει,

το ένα του το μάτι είναι στραβό και το άλλο δεν βλέπει καθόλου.

Καβαζίτα μου, στου Γιάννη τα χιόνια έλιωσαν,

εδώ και πολύ καιρό τα άγρια ελάφια άλλο εσένα δεν είδανε.

Καβαζίτα μου, φτωχέ – ταλαίπωρε, για πες μου κι ας μάθω,

όπως εσένα το δυστυχή στον κόσμο να μην πάθω.

Σήμερα ο χορός αυτός σπανίως χορεύεται από ορισμένα ποντιακά χορευτικά και στη διασκέδαση μόνο σε χωριά που έχουν πληθυσμό από τη συγκεκριμένη περιοχή και είναι γνώστες του χορού.

Το χορό αυτό βρήκαμε να χορεύεται στο Θρυλόριο Κομοτηνής, ένα χωριό μεικτό με κατοίκους από τις περιοχές Γουρούχ Κερασούντας και Καρς.

Παίζεται με όλα τα μουσικά όργανα του Πόντου. Στην παραδοσιακή του μορφή χορευόταν σε κλειστό κύκλο και ήταν μεικτός. Ο ρυθμός του χορού είναι πεντάσημος 5/8, (3-2).

Δισκογραφία

Η μελωδία και το τραγούδι του Καβαζίτα στην τοπική διάλεκτο των δέκα χωριών της περιοχής Γουρούχ Κερασούντας, βρίσκονται στην έκδοση Συμβολή στην έρευνα του ποντιακού χορού, ¨Τραγούδια και Σκοποί του Πόντου¨, του Χορευτικού Ομίλου Ποντίων Σέρρα. Παίζει λύρα ο Γιάννης Νικολαϊδης, με καταγωγή από τη συγκεκριμένη περιοχή και τραγουδάει ο Γιώργος Ιωαννίδης.

Tρυγόνα (Γουρούχ)

Στο χωριό Θρυλόριο της Kομοτηνής, ένα μεικτό χωριό που κατοικείται από Ποντίους του Kαρς και της περιοχής Γουρούχ της Kερασούντας (10 χωριά), χορεύεται μια μορφή Tρυγόνας, την πατρότητα της οποίας διεκδικούν και οι δύο. Eδώ πρέπει να αναφέρουμε ότι οι περισσότεροι κάτοικοι του Kαρς έφυγαν από την Aργυρούπολη μετά το 1828 με το κλείσιμο των μεταλλείων και κυρίως κατά τα έτη 1877-1878 με τον Pωσοτουρκικό πόλεμο. Tο ίδιο λένε πως ισχύει και για μερικούς από τους κατοίκους της επαρχίας Γουρούχ οι οποίοι μετανάστευσαν στην Aργυρούπολη και με το κλείσιμο των μεταλλείων επέστρεψαν στα χωριά τους. Το χορό αυτό κινηματογραφήσαμε στο συγκεκριμένο χωριό και τη μορφή αυτή δεν τη συναντάμε σε καμία άλλη περιοχή του Πόντου αλλά ούτε και του Καρς γι’αυτό είναι πιθανότερο να είναι από την επαρχία Γουρούχ της Κερασούντας.

H μουσική είναι παραλλαγή της γνωστής Tρυγόνας, αλλά ο χορός αντίθετα είναι ένα κράμα Τικ, Σερανίτσας, Τρυγόνας και πηγαίνει προς τα δεξιά. Η μελωδία είναι μοναδική και συνοδεύεται από το τραγούδι:

 

Ακεί πέραν ’ς σ’ ορμανόπον, έστεκεν κ’ εποίνεν ξύλα,

τα ξύλα’τς έσαν οξέας, άντρας ατ’ς έτον μυξέας.

./.

Η τρυγόνα με τ’ αντζία, πάει ´ς σ’ορμάν’ σωρεύ’ τσατσία,

Η τρυγόνα με τ’ ορτάρια, πάει ´ς σ’ ορμάν’ ´ς σα λευτοκάρâ.

Σημείωση:

Στο τέλος του πρώτου και του δέυτερου ημιστιχίου του κάθε στίχου, λέγεται η επωδός:

«η τρυγόνα η τρυγόνα»

 

Νεοελληνική απόδοση

Εκεί πέρα στο δασάκι στεκόταν κ’ έκανε ξύλα,

τα ξύλα της ήσαν οξιές, ό άντρας της ήταν μυξιάρης.

./.

Η τρυγόνα με τα πόδια πάει στο δάσος μαζεύει ξερά κλαδιά,

η τρυγόνα με τις μάλλινες κάλτσες, πάει στο δάσος στα φουντούκια.

./.

Σήμερα είναι από τους χορούς που δε χορεύονται και παρουσιάζεται μόνο από ορισμένα χορευτικά που έχουν την τάση να παρουσιάζουν όλες τις παραλλαγές των ποντιακών χορών. Στην παραδοσιακή του μορφή χορευόταν σε κλειστό κύκλο και ήταν μεικτός. Ο ρυθμός του χορού είναι πεντάσημος, 5/8 (3-2). Στοιχεία για τους χορούς μας έδωσαν οι:

 

Θρυλόριο Κομοτηνής: 

Σαλπιγγίδου Ελένη,            2η γενιά

Σαπρανίδου Μαγδαληνή,             »

Τσαπλίδης Δημήτριος,                 »

Σαπρανίδης Κώστας,                    »

Γιάννης Νικολαΐδης.            3η    »

 

Δισκογραφία.

Υπάρχει μόνο ένας συγκεκριμένος σκοπός που συνοδεύει το χορό Τρυγόνα Γουρούχ, και είναι καταγεγραμμένος στην έκδοση Συμβολή στην έρευνα του Ποντιακού χορού, «Τραγούδια και Σκοποί του Πόντου» του χορευτικού ομίλου Ποντίων ¨Σέρρα¨. Παίζει λύρα ο Γιάννης Νικολαϊδης, με καταγωγή από τη συγκεκριμένη περιοχή και τραγουδάει ο Γιώργος Ιωαννίδης, (καθως και ο χορός στην έκδοση των τεσσάρων dvds ¨Χοροί του Πόντου¨ του ιδίου ομίλου). Επίσης η μουσική υπάρχει και στην «Ανέβζηγο Αροθυμία» της πρώην Ο.Π.Σ.Ν.Ε. (Ομοσπονδίας Ποντιακών Σωματείων Νότιας Ελλάδας) και νυν Σ.Πο.Σ. (Σύνδεσμος Ποντιακών Σωματείων) Νότιας Ελλάδας χωρίς τραγούδι.

Παρακάτω θα διαβάσετε αποσπάσματα από το υπό έκδoση βιβλίο του Νίκου Ζουρνατζίδη που έχουν δημοσιευτεί στην εφημερίδα «Εύξεινος Πόντος».

Σέρα ή ο Σέρα χορόν ή Αρδασινόν (o), ή Κόστερες, ή Λάζικον, ή Οφίτικον, ή Τιναχτόν, ή Τιτιρεμέ, ή Τογιαλίδικο, ή Τρομαχτόν, ή Φυσερέτ΄κον, ή Πυρρίχιος.

Η ονομασία Σέρα, Σέρα το, Τραπ. Από το Σέρα ον, ποταμού. Είδος χορού χορευομένου το πρώτον εν τη περιφερεία Πλατάνων Τραπεζούντος, η οποία διαρρέεται υπό του ποταμού Σέρα. Άνθιμου Α. Παπαδόπουλου: Ιστορικόν Λεξικόν της Ποντιακής διαλέκτου, (Αρχείον Πόντου, παρ. 3, σελ.273).

«Από τις υπωρίες των ορέων Πιλάβνταγι, Μπουγιούκομπα και Σολτόϊ ρέει ο ποταμός Σέρα, ο οποίος αφού διανύσει μια διαδρομή 25 χλμ. χύνει τα νερά του στη γραφική ομώνυμη λίμνη.Οι Έλληνες που κατοικούσαν στα χωριά της περιοχής του ποταμού και της λίμνης Σέρα φημίζονταν για τον τρομαχτό χορό που χόρευαν. Ήταν δε τέτοιο το πάθος και η δεξιοτεχνία τους, που σε μια περιοχή γύρω από τα Πλάτανα ο τρομαχτός χορός πήρε την ονομασία Σέρα.

Μετά την εγκατάσταση των Ελλήνων του Πόντου στην Ελλάδα, ο τρομαχτός χορός, σταδιακά έφθασε να αποκαλείται σε παμποντιακό επίπεδο Σέρα». (Σάββας Καλεντερίδης: Ανατολικός Πόντος, ταξιδιωτικοί οδηγοί 17 σελ. 247).

Κατά τον καθηγητή Ευγ. Δρεπανίδη το όνομα Σέρα προήλθε από τη φράση: «όρχησις είς ιερά» και από τo, είς ιερά,  Σιέρα = Σέρρα.

«….εν κύκλω χορευόμενος πολεμικός Σέρα – χορός, εις ον συνήθως λαμβάνουσι μέρος χορευταί φέροντες ολόκληρον την πανοπλίαν αυτών και ενδεδυμένοι την επιχώριον στολήν, τα ζίπκας. Το όνομα του χορού τούτου προέρχεται εκ του παρά τα Πλάτανα ποταμού Σέρα. Παρά τούτον υπάρχουσι δύο χωρία, ων οι κάτοικοι εφημίζοντο ως οι κάλλιστοι χορευταί του όντως δυσκολότατου αλλά και θεαματικότατου τούτου χορού. Αι κατά πάσας τας διευθύνσεις κινήσεις του σώματος, η στενή προς αλλήλους των χορευτών σύσφιγξις, η βίαια προς το δάπεδον στροφή, των ποδιών οι κτύποι και των όπλων οι γδούποι, αι συσπάσεις των μυών του σώματος, ο ενθουσιασμός ο καταλαμβάνων τους χορευτάς, των θεωμένων αι επευφημίαι, η πανταχού εν είδει σπινθήρος μεταδιδομένη συγκίνησις, πάντα ταύτα προσδίδουσι τοιαύτην πρωτοτυπίαν και τοσαύτην αίγλην εις το χορευτικόν σύμπλεγμα, ώστε δικαίως θα ηδύνατο τις να κατατάξη τον Σέρρα-Χορόν μεταξύ των διασημοτέρων χορών ολοκλήρου του κόσμου». (Κ. Παπαμιχαλόπουλος: Περιήγησις εις τον Πόντον, Αθήνα 1903, σελ. 224).

«Στην Τραπεζούντα ο ονομαστός νομάρχης της Καδρή Πασάς τόσο είχε ενθουσιαστεί από το χορό, ώστε μισθοδοτούσε νέους άριστους χορευτές, που χόρευαν τον Σέρα στη διάρκεια των δεξιώσεων που έκανε, μπροστά στους προσερχόμενους επισήμους». (Έλσα Γαλανίδου-Μπαλφούσια, περιοδικό Ποντιακή Λύρα Χαϊδαρίου».

Ένα πρόβλημα σχετικά με τα ονόματα των χορών είναι το όνομα «Σέρα». Αυτός ο χορός ταυτίζεται από τους Ποντίους με τον αρχαίον ελληνικόν «Πυρρίχιον» χορόν. Την προέλευσιν της ονομασίας αυτής και οι αρχαίοι Έλληνες είχαν δυσκολία να προσδιορίσουν. Ομοίως και δια άλλους δημοτικούς ελληνικούς χορούς ισχυρίζονται ότι μόνοι αυτοί, ο καθένας ξεχωριστά, είναι ο πραγματικός αρχαίος Πυρρίχιος χορός, όπως οι Κρητικοί χοροί Πεντοζάλη, και Πηδηχτός, και ο Μυκονιάτικος Μπαλαριστός χορός οι οποίοι όμως όλοι ανεξαιρέτως έχουν διάφορον δομήν. Είναι πάρα πολύ προβληματική η απόδειξης της συνδέσεως των νέων ελληνικών χορών με τους αρχαίους, διότι δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία ώστε να γνωρίζομε την δομήν των αρχαίων χορών. (Αρχείον Πόντου, τ.38, σελ.649. Theodore Petrides).

Ο χορός Σέρα ο ωραιότερος και διασημότερος χορός του Πόντου και από τους ωραιότερους του κόσμου. Λέγεται ότι έχει πάρει το όνομά του από τον ποταμό Σέρα. Έχει διάφορες ονομασίες ανάλογα με την περιοχή που χορεύονταν και σε πολλές περιπτώσεις έπαιρνε το όνομα της περιοχής. Σήμερα το συναντάμε μόνο με τα ονόματα Σέρα και από κάποιους να αποκαλείται και Πυρρίχιος. Ποτέ δεν μπόρεσα να καταλάβω αυτή την εμμονή κάποιων συμπατριωτών μας να τα συνταυτίζουν όλα με την αρχαιότητα. Τα περισσότερα αρχαία κείμενα ταιριάζουν στην περιγραφή με το χορό των μαχαιριών.

Ο αρχαίος πυρρίχιος ήταν χορός που χορευόταν είτε σε ομαδικό σχηματισμό, είτε ατομικά. Οι χορευτές σύμφωνα με τα αρχαία κείμενα, με χορευτικές κινήσεις προσποιούνταν ότι βρίσκονταν στη μάχη. Άλλοτε αμύνονταν και άλλοτε επιτίθονταν. Ο Πλάτων τονίζει τη σημασία ενός τέτοιου χορού που γυμνάζει το ανδρικό και το γυναικείο σώμα. Από τις μέχρι τώρα γνωστές μορφές του χορού δεν ξέρουμε ποια θα μπορούσε να ταιριάζει με τη συγκεκριμένη περιγραφή ώστε να τον συνταυτίσουμε με τον αρχαίο πυρρίχιο.

Η κ. Δόρα Στράτου όταν τον προλόγιζε στο θέατρο της, πριν την παράσταση, έλεγε πως είναι ο κοντινότερος προς τον αρχαίο ελληνικό χορό τον Πυρρίχιο. Θα μπορούσαμε να τον αποκαλούμε πυρρίχιο χορό σέρα δίνοντας το στίγμα του χορού σαν πολεμικού χαρακτήρα έννοια που είχε και η ονομασία πυρρίχιος στην αρχαία Ελλάδα.

Ορισμένοι από τους παλαιότερους όπως ο κ. Κουτσογιαννόπουλος, στο Αρχείον του Πόντου της Επιτροπής Ποντιακών Μελετών τ. 28, σελ. 109, κάνει ολόκληρη ανάλυση μιας συγκεκριμένης μορφής του χορού Σέρα, χωρίς όμως να μας λέει ποιας περιοχής είναι ο χορός που μας περιγράφει, κάτι που θα μας επέτρεπε εάν το γνωρίζαμε να τον συγκρίνουμε με αυτές που υπάρχουν σήμερα και επειδή ο άνθρωπος αυτός ήταν της πρώτης γενιάς τουλάχιστον θα είχαμε ορισμένα στοιχεία για τη μορφή του χορού σε μια συγκεκριμένη περιοχή. Σήμερα υπάρχουν εφτά καταγραφές του χορού στα τέσσερα dvds του Χορευτικού Ομίλου Ποντίων Σέρρα, στη σειρά Συμβολή στην έρευνα του Ποντικού Χορού, «Χοροί του Πόντου» και μάλιστα οι τρεις από το αρχείο της Δόρας Στράτου από το 1954 όπου χορεύουν άνθρωποι της πρώτης γενιάς. Οι έξι από αυτές τις μορφές δε χορεύονται σήμερα.

Ο χορός έχει διάφορες μορφές ανάλογα με την περιοχή που χορευότανε. Σαν βάση έχει το τρομαχτόν Τίκ (7/8 γοργό). Στην Τραπεζούντα τα πόδια σχεδόν δεν ξεκολλούσαν από το έδαφος και όλο το σώμα είχε ένα έντονο τρέμουλο, ενώ σε άλλες περιοχές τα πόδια σηκωνότανε με κάμψη των γονάτων ψηλά από το έδαφος. Στις περισσότερες περιοχές είχε μόνο μια φιγούρα η οποία μετά το σπάσιμο των χεριών (τσάκωμαν) και μετά το λύσιμο των ώμων (χάλαμαν) επαναλαμβάνονταν τρεις φορές και επανερχότανε οι χορευτές στο τρομαχτόν Τίκ. Όλη αυτή η διαδικασία επαναλαμβανότανε συνήθως τρεις φορές κατόπιν παραγγέλματος και μετά τελείωνε ο χορός χωρίς να χρειάζεται το παράγγελμα πυρ, που συναντάμε στα συγκροτήματα σήμερα γιατί δεν σταματούσανε οι χορευτές ομοιόμορφα (βλέπε παραγγέλματα στο τέλος του χορού). Συνήθως σταματούσε η μουσική και τελείωνε ο χορός ή κουραζότανε οι χορευτές και αποχωρούσαν οπότε τελείωνε και ο χορός.

Η μορφή του χορού στον Πόντο όταν χόρευαν πολλά άτομα ήταν κλειστός κύκλος, ενώ όταν χόρευαν λίγοι μπορούσαν να χορεύουν κυκλικά ή και επιτόπου μουσική παιζότανε με όλα τα μουσικά όργανα με προτίμηση στους ανοιχτούς χώρους στον Ζουρνά ή το Αγγείο με όργανο συνοδείας και των δύο το Νταούλι λόγω της μεγάλης ηχητικής τους έντασης. Όταν χόρευαν λίγα άτομα και ιδικά σε κλειστούς χώρους, τότε κυρίαρχο ρόλο έπαιζε η λύρα χωρίς όργανο συνοδείας και ο λυράρης ανάλογα με την ιδιοσυγκρασία του, μπορούσε να κινείται γύρω-γύρω από τους χορευτές και με διάφορα επιφωνήματα και προτροπές να τους εμψυχώνει ώστε να αποδίδουν καλύτερα και να βγαίνει ο απαραίτητος διονυσιασμός που δίνει όλη την ομορφιά στο χορό.

Παραγγέλματα του χορού Σέρα

Ο χορός Σέρρα είναι από τους λίγους χορούς του Πόντου που είχε παραγγέλματα και επιφωνήματα. Τα συνηθέστερα ήταν :

* Ιέψ’ τεν : αποκτείστε ομοιομορφία (όταν υπήρχε διαφορά στα βήματα των χορευτών)

* Ουφάκ’

* Τολάζ’ : από το Λάζικον

* Επάρτεατο κά :

* Τη κύρ’: μπορεί να σημαίνει τη κυρού = του πατέρα

* Το Τούρκικο Πουσλούκ Όλμασουν:

* Αλάσια:

* ‘Σ σο γόνατον (για την τελευταία φυγούρα,το γονάτισμα)

* Χαζήρογλου (από τα Τούρκικά, χαζήρ=έτοιμο και το ογλού=υιός)

και τα επιφωνήματα που σε πλήρη διονυσιασμό ακουγότανε από τους χορευτές.

* Α-που-τα-ντα-νοντό (στην αρχή συλλαβιστά, μακρόσυρτα και μετά με κοφτό και επιτακτικό τρόπο τις δύο τελευταίες συλλαβές) όπως και το:

* Ού-τια τια

* Α-μπου-νε-τό!!!! (συλλαβιστά, με θαυμαστικό τρόπο) όπως και το:

* Ο-πω-πω-πω-πώ!!!! κλπ.

 

Καθώς και τα τούρκικα: Ωμουζά, ατσίλιν, αλ’ασσιαγιά, μπιρ ταά, γιαλάν όλμασιν, χαπέρ βερ. (Γρηγοριάδης 1973, Καρς Πόντου)

Κατά τη διάρκεια του χορού πολλά άτομα συνεπαρμένα από την έξαρση του, έβγαζαν διάφορα επιφωνήματα συνήθως κατά την εκτέλεση της «φιγούρας». Όταν χόρευαν λίγα άτομα, το παράγγελμα δινότανε συνήθως από τον κοινώς αποδεκτά καλύτερο χορευτή, ενώ όταν χόρευαν πάρα πολλά άτομα δινότανε συνήθως από τον ή τους οργανοπαίκτες. Δεν συνοδευότανε από τραγούδι. Ο ρυθμός του είναι επτάσημος 7/8 = 2-2-3 γοργός

 

ή Αρδασινόν (o)

Η περιοχή Άρδασα (βλ. σελ. στοιχεία περιοχής) Ο χορός Αρδασινόν (o) Είναι παραλλαγή του Σέρα χορόν. (Χρήστος Σαμουηλίδης: οι χοροί του Πόντου σελ. 26).

Φαίνεται πως στην περιοχή γύρω από την Άρδασα στην Αργυρούπολη, με αυτό το όνομα ήταν γνωστός ο χορός Σέρα. Μπορεί να του δώσανε το όνομα αυτό, γιατί ίσως στην περιοχή ο χορός είχε μια ιδιαίτερη μορφή που δεν τη συναντούσαμε στις άλλες περιοχές.

 

ή Κόστερες

(Κος – τερε, είναι αρμενική λέξη που σημαίνει τράγος. Τερέ είναι τουρκική (Dere), που σημαίνει ρέμα, ποτάμι, κοιλάδα, ώστε κοιλάδα του τράγου). Πιθανόν να είναι το τοπωνύμιο ή όνομα χωριού από οπού προήλθε ο χορός. Γράφεται και Κώστερε(παρετυμολογημένο, προφανώς). Θεωρείται παραλλαγή του Σέρα χορόν. ( Χρήστος Σαμουηλίδης: οι χοροί του Πόντου σελ. 29).

ή Λάζικον

Η περιοχή Λαζιστάν (βλ. σελ. στοιχεία περιοχής). Ο χορός Λάζικον. Το όνομα του χορού στην περιοχή του Όφεως, όχι γιατί ήταν χορός των Λαζών αλλά γιατί οι Οφλήδες είναι κάτοικοι της Λαζικής χώρας.

«Ο Θεόδωρος ο Κανονίδης ήτανε δάσκαλος στο Φροντιστήριο της Τραπεζούντας στο τμήμα ωδικής, μάθαινε ακριτικά τραγούδια και έπαιζε μαντολίνο,. Από εκεί έφυγε στη Ρωσία στο Σοχούμι όπου έγινε ξανά δάσκαλος στην Ακαδημία του Σοχούμ. Το 1926 ίδρυσε το θέατρο με το ψευδώνυμο «Απόλλων». Μας έγραψε πολλά έργα και μεταξύ άλλων και τη Τρίχας το γεφύρ. Ο μακαρίτης ο Ευφραιμίδης μας έκανε μια διάλεξη και είπε γι’ αυτό το έργο. Τι γνώσεις και τι μυαλό πρέπει να είχε αυτός ο άνθρωπος για να γράψει ένα τέτοιο έργο. Στο έργο αυτό, στη δεύτερη πράξη, εκεί που ετοιμάζονται να πάνε να παντρευτούνε, ενώ τραγουδάνε, μας φωνάζει: Ε’ ατώρα ας πατούμε κα’ το Τρομαχτόν το Λάζικον. Ο Κανονίδης γεννήθηκε στην Τραπεζούντα, δάσκαλος εκεί, γιατί μας λέει Τρομαχτόν, Λάζικον τη Σέρά;» (βλ. σελ…..ζωντανές μαρτυρίες Δημ. Μαυρόπουλος 1913). 

«Το Λάζικον, όπερ συνταυτιζόμενον προς τον συνήθη εις τα παράλια του Πόντου Σέρα χορόν λέγεται και Τιναχτόν ήTρομαχτόν ως συνοδευόμενον υπό τιναγμού του σώματος των χορευτών ή και τρομώδους κινήσεως αυτού. Χορεύεται ο χορός ούτος μόνον υπ’ ανδρών ευσταλών και ζωηρών, εν ω ολόκληρον το σώμα αυτών συγκλονίζεται και ρυθμικαί και ζωηραί εκτελούνται κινήσεις των ποδών και των χειρών αυτών μετά ταχύτητος μεγάλης, και ονομάσθη Λάζικον μεν ως κυρίως εις τους Λαζούς ανήκων, Σέρα δε χορός εκ του παρά τα Πλάτανα ομώνυμου ποταμού Σέρρα. Και κατά τον χορόν τούτον αι χείρες οτέ μεν υψούνται, οτέ δε καταβιβάζονται και αναγόγως το σώμα τηρείται ευθυτενές και όρθιον ή κάμπτεται μετά τοιούτου ελιγμού, ώστε εκ πρώτης όψεως ο θεατής νομίζει ότι οι χορεύται ετοιμάζονται να καθίσωσι κατά γης».(Οικονομίδης 1923. Εγκυκλοπαίδεια του Ελληνικού χορού, Άλκης Ράπτης, εκδ. Θέατρο Ελληνικών Χορών ¨Δόρα Στράτου¨ 1995 σελ. 341). Μεταξύ των χορών ήταν το Λάζικον (η Σέρρα). (Άκογλου 1939, Κοτύωρα Πόντου. ο.π.).

Συναντώνται (στο πανηγύρι της Παναγίας) και το δίνουν σε ¨κοδεσπενιακούς¨ και σοβαρούς χορούς, έπειτα, προοδευτικά σε ζωηρούς και λεβέντικους, καθώς το ηρωικόν Λάζικον με τσαλίμια, τελίμια και φιγούρες δύσκολες καθώς «ωμουζά, ατσίλιν, αλ’ ασσιαγιά, μπιρ ταά, γιαλάν όλμασιν, χαπέρ βερ,» και δόστου κι άλλη μια! Το Λάζικον είναι μια θαυμάσια παραλλαγή του αρχαίου Πυρρίχιου, καθαρά αντρικός λεβέντικος χορός που χορεύεται και με μαχαίρια και παλεύοντας κι είναι μέτρο νεότητος και λεβεντιάς. (Γρηγοριάδης 1973, 67. Καρς Πόντου). Ο.π.

Ο χορός Λάζικος είναι μόνο για άντρες αλλά χορεύεται σήμερα και από γυναίκες. (Metallinos & Schumacker 1975). Ο.π. Στην πομπή με τον γαμπρό προς το σπίτι της νύφηςχορεύουν το διπλό Τικ, το Λάζικο ή Τρομαχτό. (Γκρίτση Μιλλιέξ 1976, 89, Τρίπολη Πόντου). Ο.π. σελ. 342. Το αποκορύφωμα του γλεντιού ήταν όταν χόρευαν τους ζωηρούς χορούς: Το Τρομαχτόν, την Κούτσαρην και τοΛάζικον. (Παπαδόπουλος 1986, 170. Καρακούρτ Πόντου). Ο.π.

Στην Τραπεζούντα σχετικοί με τη Σέρα χοροί είναι το Τρομαχτόν (τουρκικά Titreme Horonu) και το Λαζικόν (laz Horonu). Στην περιοχή Αργυρούπολης (Χαλδία) χορευόταν ο Λάζικος, σε 7/16 (2.2.3). Φαίνεται ότι οι καλύτεροι χορευτές προερχόταν από την Κρώμνη.

(Petrides 1988-89, 228). Ο.π.

 

ή Οφίτικον

Η περιοχή (βλ. σελ. περιοχή του Όφι) Οφίτικον. Το όνομα στην περιοχή του Όφι. (Χρήστος Σαμουηλίδης: οι χοροί του Πόντου σελ. 36)

 

η Τιναχτόν

Μάλλον από το τίναγμα του σώματος μετά την ολοκλήρωση της ¨φιγούρας¨ (τσάκωμαν και χάλαμαν), για το στιγμιαίο σταμάτημα και την επιστροφή στο Τρομαχτόν Τικ, για να ακολουθήσει η επόμενη φιγούρα. (Οικονομίδης 1923).

 

ή Τιτιρεμέ, ή Τιτρεμέ (βλ. σελ…χοροί Νικόπολης)

Το όνομα του χορού στην περιοχή της Νικόπολης (Γαράσαρη). (Εγκυκλοπαίδεια του Ποντιακού Ελληνισμού, τ.10, σελ. 207).

 

ή Τογιαλίδικον

Η περιοχή Τόνιας (Θοανίας) ήταν εξισλαμισμένη και περιελάμβανε 2.000 σπίτια σε 11 χωριά, που τα περισσότερα είχαν ελληνικές ονομασίες, όπως Κατοχώρι, Μεσοπλάγιν, Μεσοπέδιν (κλπ). Οι Τονιαλήδες μιλούσαν (και μιλούν ακόμα) την ελληνική γλώσσα, όπως και οι Οφίτες. Και αυτοί εξισλαμίστηκαν στα κατοπινά (μετά την άλωση της Τραπεζούντας) χρόνια, κάτω από παρόμοιες με τους Οφίτες περιστάσεις. (Ιστορία του Ποντιακού Ελληνισμού σελ. 336 του Χρ. Σαμουηλίδη).

Η Τόνια σε τοπικό επίπεδο είναι κυρίως γνωστή ως κέντρο των ελληνόφωνων της περιοχής δυτικά της Τραπεζούντας, ενώ σε παντουρκικό επίπεδο αποκαλείται η Άγρια Δύση. Η φήμη της στηρίζεται στις μακροχρόνιες αιματηρές βεντέτες που αποδεκατίσει τις περισσότερες οικογένειες. Οι περήφανοι αυτοί άνθρωποι μιλούν την ποντιακή διάλεκτο σε μια από τις πιο αυθεντικές εκδοχές της, με μεγάλο μέρος του λεξιλογίου να προέρχεται κατευθείαν από την Αρχαία Ελληνική.

Και στην Τόνια, όπως σε όλη την περιφέρεια μέχρι τα Σούρμενα, τον Όφη και τη Ριζούντα, οι γυναίκες φορούν το ραβδωτό «κεσάν», η ποντιακή φωτά (ποδιά), που συνεχίζει να αποτελεί κύρια ενδυματολογική συνήθεια, «πλέκοντας» τέσσερα βασικά χρώματα: το μαύρο, το λευκό, το κόκκινο και ελάχιστα κίτρινο. Το αυθεντικό όμως γυναικείο παραδοσιακό ένδυμα του τόπου είναι φτιαγμένο από μαύρο μετάξι και συνοδεύεται από χρυσοκέντητη φέρμελη(ένα είδος γιλέκου) και ζώνη. Σήμερα το φοράνε σε ειδικές περιπτώσεις μόνο μερικές ηλικιωμένες γυναίκες. Η περιοχή είναι επίσης γνωστή για το πανηγύρι της Κατίρκα. Είναι το πιο γνωστό πανηγύρι της περιοχής, στο οποίο συρρέει πλήθος κόσμου και διοργανώνεται στο παρχάρι Καντίρκαγια, 15 χιλ. πάνω από την Τόνια, κάθε Τρίτη Παρασκευή του Ιουλίου.

Τα χωριά που εξακολουθούν να μιλούν ελληνικά μέχρι τις μέρες μας είναι τα:

1) Σκανταράντον (Ισκεντερλί),

2),Πέτρα (οικισμός του Σκανταράντων),

3)Τούραλι (Γιάκτσιουκουρ),

4) Σαϊράτς ,

 5) Μαγγανόπον (Μέλιξια),

6) Κόζλουτζα.

(Σάββας Καλεντερίδης: Ταξιδιωτική οδηγοί 17-Ανατολικός Πόντος σελ.242).

 

Ο χορός Τογιαλίδικον

Το όνομα του χορού στην περιοχή της Τόνγιας. (Tonya). Δυστυχώς δεν έχουμε περισσότερες λεπτομέρειες για την μορφή του χορού στην συγκεκριμένη περιοχή, εκτός από το όνομα.

 

ή Τρομαχτόν

Λόγω του έντονου τρέμουλου (τρόμαγμαν) του σώματος. Άλλα ονόματα με τα οποία αναφέρεται ο ίδιος χορός είναι ο Τουρκικός Σικ σαρά, Ακτζεπάτ, Τρομαχτόν, ο Αρμένικος Λαζ μπαρ και Λάζικον. (Αρχείον Πόντου, τ.38, σελ.649. Theodore Petrides).

 

ή Φυσερέτ΄κον (Τραπεζούντας)

Ο χορός όπως δηλώνει το όνομά του έχει καταγωγή, γενέτειρα, το χωριό Φυσερά Πλατάνων Τραπεζούντας. Είναι όπως και ο χορός Ατσαπάτ μια μορφή Σέρας σε γοργό ρυθμό σε αντίθεση με το Ατσαπάτ που είναι αργό. Οι χορευτές εκτελούν μία το πολύ δύο φιγούρες επαναλαμβανόμενες τρεις φορές και μετά γυρνάνε στο τρομαχτό τικ. Παλιά χορευόταν μόνο από άντρες. Η μουσική του χορού θυμίζει Τικ Τογιας. Η ρυθμική αγωγή έχει γοργότατο χρόνο, πάνω σε δίσημο ρυθμό 2/4.

(Τις πληροφορίες μου έδωσε ο Γιώργος Χατζηελευθερίου ο οποίος έκανε έρευνα στο χωριό Άγιος Βαρθολομαίος Φλώρινας και ειδικά από το λυράρη που παίζει τη μελωδία Στύλο Κεσίδη του Νικολάου, γεννημένο το 1927, ο οποίος την έμαθε από το λυράρη πατέρα του, που γεννήθηκε στη Φυσερά Πλατάνων, το 1890.

 

ή Πυρρίχιο

Ο εκ Κρήτης Θαλήτας (έτος 620 π. χ.) εδίδασκε την Πυρρίχην. Ήτο ένα είδος ενόπλου χορού, ο οποίος εδιδάσκετο κατά την αρχαιότητα υπό της πολιτείας εις την ανατρεφομένην κατά την εποχήν εκείνην νεολαίαν. (Αρχείον του Πόντου, Επιτροπή Ποντιακών Μελετών τ. 28, σελ. 109).

Το όνομα Πυρρίχιος δόθηκε στο Σέρα χορό στην Ελλάδα και υποστηρίζεται ότι είναι ο κοντινότερος προς τον αρχαίο Ελληνικό χορό Πυρρίχιο. Τον αναφέρουν πολλοί αρχαίοι συγγραφείς μεταξύ των οποίον ο Πλάτων, νόμοι 7.815, ο Διονύσιος Αλικαρνασεύς 7.72, ο Στράβων 10.485, ο Παυσανίας 3.25.2, ο Nόννος, Διονυσιακά 13.40, 14.34, ο Αθήναιος 14.630d κ.α. Αναφορές του πυρρίχιου στις αρχαίες πηγές βλέπουμε: K.Latte, De saltasionibus Graecorum, Toepeimann, Giessen 1913, σελ. 29, 33, 35, 37, 57, 59, E. K. Borthwick, «Troyan leap and pyrrhic dance in Euripides’Andromache», Journal of Hellenic studies 87(1967), σελ. 23 ο ίδιος, «P. Oxy. 2738 and the Pyrrhic dance», Hermes 98 (1970), σελ. 318-331. P. Dinzelbacher, «Uber Troianritt und Pyrrhiche», Eranos 80 (1982), σελ.158. Επίσης A. Kaufmann – Samaras, «Apropos d’ une amphore geometrigue», Revue archeologigue (1972), σελ. 27. Ήταν ο χορός που χόρευαν οι Έλληνες στις μεγάλες γιορτές και η κατάρτιση του ένα από τα μελήματα της χορηγίας.

Οι Πόντιοι, οι διατηρήσαντες τας αρχαίας παραδόσεις, όσον ούδεις άλλος λαός της Ελλάδος, διέσωσαν και διετήρησαν δια μέσου των αιώνων, έκτος από το αρχαίον ομηρικόν γλωσσικόν των ιδίωμα, και τους πανάρχαιούς Ελληνικούς χορούς….και ιδιαιτέρως τον σπουδαιότερον αρχαίον πολεμικόν χορόν των Ελλήνων, τον Πυρρίχιον. Βεβαίως εις την αρχαιότητα, ως ελέχθη, ο Πυρρίχιος ητό πανελλήνιος χορός και μάλισταεκ των χορών εκείνων, τους οποίους οι Έλληνες εχόρευον εις τας μεγάλας εορτάς, τα Μικρά και Μεγάλα Παναθήναια και των οποίων η κατάρτισις ήτο εν εκ των μελημάτων της χορηγίας.

Οι Ποντιακοί Σύλλογοι με τα χορευτικά των Συγκροτήματα καταβάλουν πολλάς και φιλοτίμους προσπαθείας, δια την καλλιτέραν οργάνωσιν και εκμάθησιν των Ποντιακών χορών και δη του Πυρριχίου, μερικοί μάλιστα παρουσιάζουν αξιόλογον δραστηριότητα και προσήλωσιν ως προς την παραδοσιακήν και κλασσικήν μορφήν και απόδοσιν τούτων. Δυστυχώς όμως πολλά Ποντιακά Συγκροτήματα, ίσως διότι δεν διαθέτουν καλούς χοροδιδασκάλους, γνώστας των Ποντιακών χορών, νεωτερίζουν και ερμηνεύουν τους χορούς όπως ο χοροδιδάσκαλος των νομίζει. Χρειάζεται μεγάλη προσοχή και ευθύνη των χοροδιδασκάλων. (Δημ. Αθ. Αθανασιάδου: ο Πυρρίχιος χορος, Εδεσσα 1975, σελ. 38).

«Οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν ότι Πυρρίχιος ήταν επινόηση της θεάς Αθηνάς ή των Διοσκούρων. Ο Διόδωρος ο Σικελιώτης (βιβ. V 65) λέει ότι τον χορό αυτό τον επινόησαν οι Κουρήτες, Κάστωρ ή Διόνυσος και τον χόρευαν γύρω από τον Δία όταν ήταν βρέφος για να μην ακούσει το κλάμα του ο πατέρας του ο Κρόνος και τον φάει. Ο γεωγράφος Στράβων από την Αμάσεια του Πόντου λέει ότι ο εφευρέτης του χορού είναι ο Νεοπτόλεμος, γιος του Αχιλλέα, που λεγόταν και Πυρρός. Περιγραφή του Πυρρίχιου με λεπτομέρειες έχουμε και από τον Πλάτωνα, (Πλάτωνος Νόμοι Ζ815Α, Γ168, Ζ81685) όπου λέει, ότι οι θεοί τον έδωσαν στους ανθρώπους σαν θείο δώρο. Διακρίνει δε δύο είδη αυτού του χορού. Πρώτον την εμμέλειαν όρχησιν που είναι ειρηνικός και δεύτερον τον πυρρίχιον χορόν, που είναι κύριο μέρος της λατρείας του Διονύσου καθώς και της πολεμικής προετοιμασίας, δηλαδή είναι πολεμικός χορός». (Έλσα Γαλανίδου-Μπαλφούσια).

 

Αρχαίος Πυρρίχιος

Σύμφωνα με όλες τις γραπτές πηγές της αρχαιότητας ο πυρρίχιος ήταν ένας από τους ενόπλιους χορούς. Κατά τον Ευριπίδη (Ανδρομάχη 1135) και άλλους συγγραφείς, δημιουργήθηκε από τον Πύρρο, που ταυτίζεται με τον Νεοπτόλεμο, το γιο του Αχιλλέα. Ο Πύρρος χόρεψε τον πυρρίχιο αφού νίκησε τον Ευρύπυλο, έναν σύμμαχο των Τρωών. Το όνομα «Πύρρος» συνδέεται συχνά με τη νεκρική πυρά, γιατί, σύμφωνα με την παράδοση, ο ίδιος ο Αχιλλέας χόρεψε αυτόν το χορό δίπλα στην πυρά για να τιμήσει το νεκρό του φίλο Πάτροκλο. Επίσης η Αθηνά χόρεψε τον πυρρίχιο σε δύο περιπτώσεις: μια φορά αμέσως μετά τη γέννησή της, μόλις βγήκε από το κεφάλι του Δία και μία δεύτερη μετά τη νίκη της εναντίον των Γιγάντων. Σύμφωνα με μεταγενέστερους συγγραφείς ο χορός αυτός αποδίδεται στον Πύρριχο από την Κρήτη, ενώ άλλοι τον συνδέουν με τους Κουρήτες και τους Κορύβαντες.

Ο πυρρίχιος είναι χορός που χορευόταν είτε σε ομαδικό σχηματισμό είτε ατομικά σε διάφορες περιπτώσεις, ιδιωτικά, σε δημόσιες εορτές ή σε συμπόσια. Φαίνεται ότι στο πλαίσιο των Παναθηναίων υπήρχε κάποιου είδος διαγωνισμός για τον πυρρίχιο. Σε αναθηματικό ανάγλυφο της κλασσικής εποχής χορευτές σηκώνουν στους ώμους έναν νικητή στον πυρρίχιο, ο οποίος έχει στάση ανάλογη με αυτήν της Αθηνάς στους παναθηναϊκούς αμφορείς. Φαίνεται ότι για μια μακρά περίοδο ο χορός αυτός αποτελούσε μέρος της εορτής των Παναθηναίων.

Την καλύτερη περιγραφή του χορού μας τη δίνει ο Πλάτων (Νόμοι 6.8.15). Ο χορευτής με χορευτικές κινήσεις προσποιείται ότι βρίσκεται στη μάχη, άλλοτε αμύνεται και άλλοτε επιτίθεται. Ο Πλάτων τονίζει τη σημασία ενός τέτοιου χορού που γυμνάζει το ανδρικό άλλά και το γυναικείο σώμα (το χορό χόρεψε αρχετυπικά εξάλλου η ίδια η Αθηνά).

Οι παραστάσεις χορού σε αγγεία είναι μια άλλη πηγή πληροφοριών για την ιστορία του χορού. Βέβαια, οι απεικονίσεις των αγγείων απέχουν πολύ από το να είναι ο καθρέφτης του αρχαίου κόσμου. Ωστόσο, η θεματολογία τους, οι επαναλήψεις ή τα κενά μιλούν συχνά πιο εύγλωττα από τα γραπτά κείμενα. Τις παραστάσεις ενόπλιων χορών στην αγγειογραφία μελέτησε διεξοδικά ο J. Cl. Poursat. Οι παλιότερες παραστάσεις εμφανίζονται κυρίως σε αττικά μελανόμορφα αγγεία στα τέλη του 6ου αι. π.Χ. Ανάμεσα στα 510 και 470 π.Χ. έχουμε παραστάσεις χορού πολεμιστών που, φορώντας περικεφαλαία, χιτωνίσκο ή περίζωμα και κρατώντας δόρυ και ασπίδα, χορεύουν κάποιο ενόπλιο χορό με τη συνοδεία της μουσικής που παίζει αυλητής. Φαίνεται ότι χορεύουν στη γιορτή των Παναθηναίων ή και σε επιτάφιες τελετές. Με την ομάδα αυτών των παραστάσεων σχετίζονται πιθανότατα και κάποιες παραστάσεις της όψιμης γεωμετρικής εποχής (τέλη 8ου αι.), όπου πολεμιστές χορεύουν με τη συνοδεία μουσικής μιας φόρμιγγας. Ο Furtwangler χαρακτήριζε αυτούς τους χορευτές ως ενόπλιον όρχησιν και τους συνέδεε με τα άθλια επί Πατρόκλω.

Σε μια άλλη ομάδα αττικών ερυθρόμορφων κυρίως αγγείων, τα οποία ανήκουν περίπου στην ίδια περίοδο (520 – 490) π.Χ., οι χορευτές του πυρρίχιου εμφανίζονται γυμνοί φορώντας περικεφαλαία και κρατώντας δόρυ και ασπίδα. Οι παραστάσεις αυτές, πιο πολυάριθμες από τις προηγούμενες, απεικονίζουν συνήθως έναν χορευτή που χορεύει με τη μουσική των αυλών, ενώ συχνά υπάρχει δίπλα του δίφρος με ενδύματα, που συνδέει τη σκηνή με την παλαίστρα ή το γυμνάσιο. Σε κάποιες παραστάσεις έχουμε δύο χορευτές συμμετρικά τοποθετημένους εκατέρωθεν του αυλητή και τότε είναι δύσκολο να ξεχωρίσει κανείς αν ο διπλασιασμός του χορευτή γίνεται για λόγους συμμετρίας της σύνθεσης ή αν πρόκειται για κάποιου είδους διαγωνισμό ανάμεσα στους χορευτές. Στη συνέχεια γίνεται μια εκτενής αναφορά σε αγγεία όπου φαίνονται διάφορες αρχαίες παραστάσεις του πυρρίχιου χορού. (Αρχαιολογία και τέχνες 90, σελ. 42-43). Αλεξάνδρα Γουλάκη – Βουτυρά,Καθηγήτρια Μουσικής Εικονογραφίας, Αριστοτέλειο Παν/μιο Θεσσαλονίκης.

 

Σημερινή μορφή.

Είναι ο χορός που έπρεπε να προσεχθεί περισσότερο από όλους τους άλλους χορούς γιατί είναι το κόσμημα όλου του Ελληνισμού και όχι μόνο των Ποντίων. Δυστυχώς όμως συνέβη ακριβώς το αντίθετο. Είναι ο χορός που δέχθηκε την μεγαλύτερη κακοποίηση από τα χορευτικά συγκροτήματα. Κανένα συγκρότημα δεν χορεύει τον χορό με την μορφή μιας συγκεκριμένης περιοχής. Στα περισσότερα αποτελείτε από μια συρραφή από διαφορετικά βήματα «φιγούρες» διαφόρων περιοχών ενώ έχει αλλοιωθεί παντελώς το ύφος και το χρώμα του χορού (τσάκωμαν και χάλαμαν). Πολλοί χοροδιδάσκαλοι «χορογράφοι» έχουν προσθέσει επιπλέον βήματα (φιγούρες) δικής τους έμπνευσης που έχει σαν αποτέλεσμα την διαφοροποίηση του χορού σε τέτοιο βαθμό ώστε να χάσει την μορφή που είχε σε μια συγκεκριμένη περιοχή του Πόντου.

Σε πολλά χορευτικά συλλόγων παρατηρείται το φαινόμενο της έλλειψης ανδρών και της ¨εκτέλεσης¨ του χορού από γυναίκες. (Εάν δεν υπήρχαν γυναίκες θα έντυναν τους άνδρες;). Είναι αδύνατον να περιμένει κανείς έστω και μια κατά προσέγγιση σωστή μορφή του χορού, διότι η κατασκευή του γυναικείου σώματος είναι τελείως διαφορετική του ανδρικού και κατά συνέπεια μπορεί να πετυχαίνουν σπανίως μια σωστή απόδοση βημάτων, όμως ο Σέρα χορός δεν είναι τόσο το βήμα όσο το ύφος και το χρώμα που δίνουν την ομορφιά του.

Στην Ελλάδα χάριν της καλλιτεχνικής παρουσίας των συγκροτημάτων (θεατρική αδεία) χρησιμοποιούνται παραγγέλματα σε όλους τους χορούς για να υπάρχει ταυτόχρονο ξεκίνημα ή σταμάτημα των χορευτών. Το συνηθέστερο από αυτά είναι το πυρ που πολλοί χοροδιδάσκαλοι το μετέτρεψαν σε άψιμον για μεγαλύτερη Ποντιακή πιστότητα : πυρ = φωτιά,  άψιμον = φωτιά

 

Τραγούδια

Τιζ (Περιοχής Ακ Νταγ Ματέν)

Είναι παραλλαγή του χορού Ομάλ’ (Καρς) με διαφορετική μουσική και ύφος. Ανήκει στην κατηγορία των χορών που βηματικά τους συναντάμε σε διάφορες παραλλαγές, με διάφορες ονομασίες και μουσικές σε πολλές περιοχές του Πόντου. Χορεύεται κυκλικά με μικρά πλαϊνά βήματα, με τρέμουλο στο σώμα και ο πρώτος κρατάει μαντίλι.


Κεμεντσέ μ’ τσαλά τσαλά, αν ´κι παι’ς καλά καλά,
κρούω κα’ τσακώνω σε, κάθουμαι και κλαίω σε.

./.
Ακεί πέραν έστεκεν, την κάλτσαν ατ’ς έπλεκεν,
είπ’ ατέναν έλ’ αδά, το λαλόπο μ’ χαμελά.
./.
Μάνα τέρεν το παπόρ, ντ’ άσκεμα κουνίεται,
το σαρίν τ’ αρνί μ’ απές, φοούμαι φουρκίεται.
./.
Το ρα≤ίν ≤ôνίεται, παιρ’ ο ήλιον λύεται,
εγώ ‘τιναν αγαπώ, αδακές κ’ ευρίεται.

./.

Τραγούδια Τικ Ακταγ Ματεν

Τικ (Αργόν)

Είναι μια μορφή Τικ’ της περιοχής του Μεταλλείου Άσπρου Βουνού (Ακ Νταγ Ματέν) που ξεκινάει σε πολύ αργό ρυθμό σηκώνοντας εναλλάξ τα πόδια ψηλά με κυκλική κίνηση (λιγότερο οι γυναίκες) και καταλήγει σιγά σιγά στον κανονικό ρυθμό του Τικ’ διπλόν.


Σιτ’ στέκω κάπως γίνουμαι, σιτ’ στέκω κάτ’ παθάνω,
γίνουμαι κάστρα να πατώ, χωρία να χαλάνω.
Εσύ εμέναν έλε’ες, καν’νάν ´κι καλατσεύω,
με τ’ ομματόπα μ’ είδα σε, τον Θεό σ’ ´κ’ ινιανεύω.
./.
Nε μαξιλάρι μ’ άκλερον, γεργάνια μ’ απαρδάλια,
πού έν’ εκείν’ ή έμορφος, π’ εκείτον ´ς σην εγκάλια μ’.
./.

Τo τραγούδι στη γρήγορη μορφή του:
´Σ σα ποτάμια ήλôς παίρ’, σα ραχόπα εχόντζεν,
oσήμερον ´κ είδα ‘σεν, εθάρρεσα εχρόντζεν.
./.
Τα ποτάμια κλώσκουνταν, ση χαμαιλέτας τα νερά,
εγώ τήναν αγαπώ, αγαπώ ατεν κρυφά.
./.
Ουρανόν ελίβωσεν, ο φέγγον επιάστεν,
εγώ τήναν αγαπώ και-ν επαραβράδιαστεν.
./.
Τα τσορτάνια σ’ τσορτάνια, η μαντζίρα σ’ μαντζίρα
εγώ π’ εφίλεσα σε, ατό εν’ και ντ’ επήρα

./.

Τραγούδια Διπάτ’ (Τραπεζούντας)

 

ή Γιαβάσκον ή Γιαβαστόν, ή Διπάτι(ν), ή Διπλόν, ή Διπλόν Ομάλ’, ή Κοδεσπαινιακόν, ή Μονόν Ομάλ’, ή Ομάλ’, ήΟμάλ’ Τραπεζούντας.

Χορευόταν σε πάρα πολλές περιοχές του Ανατολικού Πόντου, όπως και στο Καρς, και με τον ερχομό των Ποντίων στην Ελλάδα έγιναν γνωστές και οι άλλες ονομασίες του χορού, οι οποίες για πολλά χρόνια κράτησαν τοπικό χαρακτήρα.

 

ΟΜΑΛ

Εμέν κ’ εσέν ’πη θα χωρίζ’, ακόμαν ´κ εγεννέθεν,
ους να εποίκα σε τ’εμόν, το ψόπο μ’ ετελέθεν.

Εφτά χρόνια ´κι θα κρούω ´ς σον πρόσωπο μ’ νερόν-ι,
να μη σπογγίζω και χάνω το φίλεμαν τ’ εσόν-ι.

Στάμαν Σταυρίτα-ν είδα σε, καλόν να έν’ ειδέα σ’,

τα δäκρâ μ’ εκυλίουσαν απέσ’ ´ς σην εμποδέα σ’.

 

Νεοελληνική απόδοση

Εμένα κ’ εσένα, αυτός που θα μας χωρίσει, ακόμη δε γεννήθηκε,

έως ότου σε έκανα δική μου, η ψυχούλα μου τελείωσε.

Εφτά χρόνια δεν θα ρίξω – χτυπήσω, νερό στο πρόσωπό μου,

να μη σφουγγίσω και απαλείψω το φίλημα το δικό σου.

Την πρώτη Σεπτεμβρίου σε είδα, σε καλό να με βγει που σε είδα,

τα δάκρυά μου κυλούσανε μέσα στην ποδιά σου.

./.

ΔΙΠΑΤ’

Έλα ’μπα ’ς σ’ εγκαλιόπο μου και ´ς σα χέρια μ’ τα δύο,

η _η’ μ’ αν πάει ’ς σην κόλασην, εσέν ´κι παραδίω.

./.

Στάμαν Σταυρίτα-ν είδα σε, καλόν να έν’ ειδέα σ’,

τα δäκρâ μ’ εκυλίουσαν απέσ’ ´ς σην εμποδέα σ’.

./.

Ασ’ σα χίλια διατάγματα το έναν να εκράν’νες,

Αέτσ’ ´κι θα ογράευες, αέτσ’ ´κι θ’ επαθάν’νες.

./.

Εγώ εθάρ’να ´γέρασα, όσον το πάω νεΐμαι (νεούμαι)

άμον τ’ Αε-Παυλί’ το ≤öν’ καμμίαν ´κι τελείμαι.

./.

*Αε Παύλος = κορυφή της οροσειράς του Παρυάδρη στον Πόντο.

 

Νεοελληνική απόδοση

Έλα μπες στην αγκαλίτσα μου και στα χέρια μου τα δύο,

η ψυχή μου και στην κόλαση αν πάει, δε θα σε προδώσω.

./.

Την πρώτη Σεπτεμβρίου σε είδα, σε καλό να με βγει που σε είδα,

τα δάκρυά μου κυλούσανε μέσα στην ποδιά σου.

./.

Από τις χίλιες συμβουλές τη μία να κρατούσες,

έτσι δεν θα καταντούσες, έτσι δεν θα πάθαινες.

./.

Εγώ νόμιζα γέρασα, όσο και πάω ξανανιώνω,
όπως του Αγίου Παύλου* το χιόνι, ποτέ δεν λιώνω

./.

 

Τραγούδια

Ανεφορτίτ’σσα

ΑΝΕΦΟΡΙΤ’ΣΣΑ – ΚΙΖΕΛΑ – ΚΑΛΟΝ ΚΟΡΙΤΣ

 

Εγώ είμαι ασ’ ση Γαλίαναν, ασ’ έναν καλόν χωρίον,

έπαρ’ με ´ς σ’ εγκαλöπο σου, επέθανα άσ’ σον κρύον.

./.

Τ’ αρνόπο μ’ ασ’ σα Πλάτανα, κ’ εγώ ασ’ σην Τραπεζούνταν,

τ’ εμά τ’ ομμάτια όντας τερούν, τ’ εσά δάκρυα γομούνταν.

./.

Και -ν έΐκιτί Γαλίανα, π’ είχεν νερόπα κρύα

εκεί πολλά παντέμορφα κορτσόπα μερακλία.

./.

Εγώ είμαι ασ’ ση Γαλίαναν, χωρίον Λιβαδέτ’κον,

πρώτα έμ’νε καλόν παιδίν, ατώρα είμαι-ν αλλέτ’κον.

./.

Νεοελληνική απόδοση:

Εγώ είμαι απ’ τη Γαλίανα, από ένα καλό χωριό

πάρε με στην αγκαλιά σου, πέθανα από το κρύο.

./.

Το αρνάκι – η αγάπη μου από τα Πλάτανα, κ’ εγώ από την Τραπεζούντα,

τα δικά μου τα μάτια όταν κοιτούν, τα δικά σου δάκρυα γεμίζουν.

./.

Τι κρίμα, Γαλίανα, που είχε κρύα νεράκια

εκεί πολλά πεντάμορφα κορίτσια με μεράκι.

./.

Εγώ είμαι απ’ τη Γαλίανα, χωριό απ’ τα Λιβάδια,

πρώτα ήμουν καλό παιδί, τώρα είμαι αλλιώτικος.

./.

 

13.Κιζέλα

 

Κόρη κατήβα ´ς σο μαντρίν, ελύεν η Κιζέλα,

το πρόσωπο σ’ εφώταξεν άμον ντο παίρ’ ημέρα.

./.

Κόρη κατήβα ´ς σο μαντρίν και ντωσ’ κά’ τα πασσάλâ,

ο άντρας -ι-σ’ μικρίκος έν’, κρούγ’ν ατον τα μουσκάρâ.

./.

Κόρη τα ζα ντ’ ερίαζες, τ’ έναν ακούει Στεφάνα,

μίαν κι άλλο ας εφίλ’να σε κι ύστερα ας επεθάν’να.

 

Νεοελληνική απόδοση:

Κόρη κατέβα στο στάβλο, λύθηκε η Κιζέλα (αγελάδα)

το πρόσωπό σου έλαμψε όπως όταν φέγγει η ημέρα.

./.

Κόρη κατέβα στο στάβλο και χτύπα τους πασσάλους,

ο άντρας σου μικρός είναι, τον χτυπούν τα μοσχάρια.

./.

Κόρη τις αγελάδες που φύλαγες τη μία τη λένε Στεφάνα,

ακόμα μία φορά ας σε φιλούσα κι ύστερα ας πέθαινα.

./.

14.Καλόν Κορίτσ’.

 

Kαλόν κορίτσ’, καλόν κορίτσ’, καλόν κι ευλογημένον,

´ς σην χώραν φαίνεται άσκεμον ´ς εμέν εν’ φωταγμένον.

./.

Καλόν κορίτσ’ εχόρευαν τ’ έμορφα τα κορτσόπα,

τα κάλλια ’τουν εσείουσαν άμον μανουσακόπα.

./.

Καλόν κορίτσ’ για χόρεψον εσύ τ’ εμόν φραντάλα,

τ’ αμάραντα μαραίν’, πουλί μ’, και τ’ εσόν η εγκάλâ.

 

Καλόν κορίτσ’ για χόρεψον, εσύ τ’ εμόν αρνόπον,

ατού ’ς σ’ άσπρα τα κόλφια σου θα φτάγω τσαλιμόπον.

 

Νεοελληνική απόδοση:

Καλό κορίτσι, καλό κορίτσι, καλό κ’ ευλογημένο,

στους ξένους φαίνεται άσχημο, για μένα είναι λαμπερό.

 

Το χορό Καλό κορίτσι χόρευαν τα όμορφα τα κοριτσάκια,

τα κάλη τους κουνιότανε όπως οι μενεξέδες.

 

Καλόν κορίτσ’ για χόρεψε, εσύ δική μου πρόσχαρη,

τ’ αμάραντα μαραίνει, πουλί μου, η δική σου αγκαλιά.

 

Καλόν κορίτς’ για χόρεψε, εσύ το δικό μου τ’ αρνάκι,

αυτού στ’ άσπρα τα στήθια σου επίδειξη θα κάνω.

ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΤΗΣ ΕΚΔΟΣΗΣ ΤΩΝ 4 CDS ΤΟΥ ΧΟΡΕΥΤΙΚΟΥ ΟΜΙΛΟΥ ΠΟΝΤΙΩΝ «ΣΕΡΡΑ»:


Τραγούδια και σκοποί του Πόντου CD 1

ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΤΗΣ ΕΚΔΟΣΗΣ ΤΩΝ 4 CDS

ΤΟΥ ΧΟΡΕΥΤΙΚΟΥ ΟΜΙΛΟΥ ΠΟΝΤΙΩΝ «ΣΕΡΡΑ»:

1.Τικ’ (μονόν).

(Στίχος δεκαπεντασύλλαβος, ρυθμός 5/8)

Τραγούδι: Ιωαννίδης Γιώργος  Θεοδωρίδης Παναγιώτης

Λύρα: Ιωαννίδης Λάζος

Φλογέρα: Νικολαΐδης Παντελής

Νταούλι: Νικολαΐδης Παντελής
Σεβντά ντο έν’ ´κι ξέρετεν, άμον καρφίν καρφούται,
με κελπετήν να σύρ’ς ατο, άλλο ´κι ξεκαρφούται.

./.

Τερέστεν τον κουκουλαλήν, τερέστεν την κουκούλαν,
αρματωμένος σιλιαχλής αράζ’ απέσ’ ´ς ση βρούλαν.

./.

Ούτε θα καταρούμαι σε, ούτε μα≤αίρ’ θ’ εβγάλλω,

θα κουβαριάζω την καρδιά μ’ κ’ εσέναν θ’ ανασπάλλω.

./.

’Σ σα παρχάρâ μη λάσκεσαι, γιαβρί μ’, χωρίς εμέναν

Κι’ ασ’ όλâ τα νερά μη πίν’τς κάποιον έ≤’ εβδέλλαν.

./.

Νεοελληνική απόδοση

Το τι είναι αγάπη δεν ξέρετε, σαν το καρφί καρφώνεται,

και με τανάλια να το τραβήξεις άλλο δεν ξεκαρφώνεται.

./.

Κοιτάξτε τον κουκουλοφόρο, την κουκούλα του κοιτάξτε,

αρματωμένος, οπλισμένος μέσα στη φλόγα πηδάει.

./.

Ούτε θα σε καταραστώ, ούτε μαχαίρι θα βγάλω,

θα κάνω κουβάρι την καρδιά μου και σένα θα ξεχάσω.

./.

Στα θερινά λιβάδια, πουλάκι μου, μην τριγυρνάς χωρίς εμένα,

κι απ’ όλα τα νερά μην πίνεις, κάποιο έχει βδέλλα.

./.

2.Τικ’ (μονόν).

(Στίχος δεκαπεντασύλλαβος, ρυθμός 5/8)

Τραγούδι: Σοφιανίδης Γιώργος

Λύρα: Καρασαββίδης Δημήτρης

Φλογέρα: Σοφιανίδης Γιώργος

Νταούλι: Ευφραιμίδης Ιωάννης

Εσκέμυναν τ’ ολόερα σ’, αρ’ έγριναν τ’ αυλία σ’,

άλλο ´κ’ έκ’σα την καλατζή σ’, πουλόπο μ’ τη λαλία σ’.

./.

Τ’ ομμάτâ ’τς άμον θάλασσα, νασάν που κολυμπάει,

ατού ´ς τ’ άσπρα τα κύματα, και ´ς την εγάπην πάει.

./.

Τ’ ομμάτâ ’τς άμον θάλασσα, τ’ οφρύδ’ καγκέλ’ καγκέλι,

εσύ θα παίρτς τ’ εμόν την _ην, ´κι θα προφτάν’ν αγγέλοι.

./.

Ατό κοιμάται ´ς σα ψηλά, και ´ς σ’ άσπρα τα κρεβάτâ,

την κάρδια μ’ ετσουρούεψα ´ς σ’ ατηνές τα σοκάκια.

./.

Πασκ’ είσαι πολλά έμορφος, γιά πολλά τσαλιμλήσσα;

το στούδι σ’ αγαπίεται, μικρέσσα μ’ τρυγονίτσα μ’.

Νεοελληνική απόδοση

Ασκήμυναν τα γύρω σου κι αγρίεψαν – ερημώθηκαν – οι αυλές σου,

δεν ξανάκουσα την ομιλία σου, πουλάκι μου τη λαλιά σου.

./.

Τα μάτια της σαν θάλασσα, χαρά σ’ αυτόν που κολυμπάει,

αυτού, στ’ άσπρα τα κύμματα, και στην αγάπη πάει.

./.

Τα μάτια της σαν θάλασσα, το φρύδι στροφή, στροφή,

εσύ θα πάρεις τη δική μου ψυχή, δε θα προφτάσουν οι αγγέλοι.

./.

Αυτό κοιμάται στα ψηλά και στ’ άσπρα τα κρεβάτια,

την καρδιά μου τη σάπισα σ’ αυτηνής τα σοκάκια.

./.

Μήπως είσαι πολύ όμορφη ή πολύ σκερτσόζα;

το κόκαλό σου αγαπιέται μικρή μου αγαπημένη.

./.

3.Τικ’ (διπλόν).

(Στίχος δεκαπεντασύλλαβος, ρυθμός 5/8)

Τραγούδι: Θεοδωρίδης Παναγιώτης

Λύρα: Ιωαννίδης Λάζος

Νταούλι: Νικολαΐδης Παντελής

Για έλα για θα έρχουμαι, για το ποτάμ’ θα σκίζω,

στείλον με το μαντηλόπο σ’ τα δάκρυα μ’ να σπογγίζω.

./.

Για έλα για θα έρχουμαι, ´ς σην στράταν θ’ απαντώ σε,

εντρέπουμαι να λέω σε κορτσόπον ντ’ αγαπώ σε.

./.

Νεοελληνική απόδοση

Ή έλα ή θα έρθω, ή το ποτάμι θα περάσω,

στείλε μου το μαντηλάκι σου τα δάκρυά μου να σκουπίσω.

./.

Ή έλα ή θα έρθω στο δρόμο θα σ’ ανταμώσω,

ντρέπομαι να σου πω κορίτσι μου ότι σε αγαπώ.

./.

4.Τικ’ (διπλόν).

(Στίχος δεκαπεντασύλλαβος, ρυθμός 5/8)

Τραγούδι: Καρασαββίδης Δημήτρης

Αγγείον: Σοφιανίδης Γιώργος

Νταούλι: Κοπαλίδης Παναγιώτης

 

Εσύ εμέναν έλεες, καν’νάν ´κι καλατσεύω,

με τ’ ομματόπα μ’ είδα σε τον Θεό σ’ ´κ ινιανεύω.

./.

Άρ’ με το τουλουμόπο μου ´ς σον Άδ’ ´κι κατηβαίνω,

εκεί παραπονέματα, έναν βράδον ´κι μένω.

./.

Ανάθεμα-ν ανάθεμα, διπλά-ν αναθεμά σε,

’ς σην _ή σ’ ελιγοθύμανα, ´συ έλεες κοιμάσαι.

./.

Εξέβεν απάν’ ´ς σο κεράσ’, εσώρευεν κεράσâ,

ερχίνεσεν να τραγωδεί τ’ αρνί μ’ γιαβάσ’- γιαβάσâ.

./.

Νεοελληνική απόδοση

Εσύ εμένα μ’ έλεγες κανένα δε μιλάω,

με τα ματάκια μου σε είδα, το Θεό σου δεν πιστεύω.

./.

Και με την τσαμπούνα μου στον Άδη δεν κατεβαίνω,

εκεί πολλά παράπονα μια βραδιά δε μένω.

./.

Ανάθεμα, ανάθεμα, διπλά ανάθεμά σε,

στην ψυχή σου – στα στήθια σου – λιποθυμούσα κι εσύ έλεγες κοιμάσαι.

./.

Βγήκε πάνω στην κερασιά και μάζευε κεράσια,

άρχισε να τραγουδά, η αγάπη μου, σιγά – σιγά.

./.

5.Τ’ από κάθεν κιάν’.

(Στίχος δεκαπεντασύλλαβος, ρυθμός 5/8)

Τραγούδι: Αμαραντίδης Γιώργος – Παρχαρίδης Αλέξης

Ζουρνά: Παπαγιαννίδης Πόλιος

Νταούλι: Ευφραιμίδης Γιάννης

 

Θυμάσαι οντές επέγ’ναμε ´ς σ’ ορμάνâ τζαναβάρâ

η πάχνâν έναν πιθαμήν, νε τσαρού≤â νε ορτάρâ;

./.

Έλα-ν αρνί μ’, έλα πουλί μ’, έλα-ν ολίγον κι’ άλλο,

δâβαίν’νε χρόνâ και καιροί ´κι θ’ ανταμώνουμ’ άλλο.

./.

´Σ σα μέσα σ’ να τυλίουμαι, ´ς σην τσάμâ σ’ να γριβώνω,

έναν _ήν χρωστώ ´ς σον Θεόν, παίρει ατο και γλυτώνω.

./.

Εγώ είμαι-ν ασ’ σο Πορτοράζ, (Σερανλάρ), εσύ απ’ αλλού χωρίον,

το κρεβατόπο μ’ έν’ στενόν, έλα ειτâδά ολίγον.

./.

Νεοελληνική απόδοση

Θυμάσαι όταν πηγαίναμε στα δάση σαν άγρια θηρία,

η πάχνη μια πιθαμή, χωρίς κάλτσες και τσαρούχια.

./.

Έλα καλή μου, έλα πουλί μου, έλα λίγο ακόμη,

περνάνε χρόνια και καιροί και δε θα ξανανταμώσουμε.

./.

Στη μέση, στο κορμί σου, να τυλιχτώ, στην πλεξούδα σου να πιαστώ,

μια ψυχή στο Θεό χρωστώ, την παίρνει και γλυτώνω.

./.

Εγώ είμαι από το Πορτοράζ’ (Σερανλάρ)* εσύ από άλλο χωριό,

το κρεβατάκι μου είναι στενό, έλα λιγάκι πιο εδώ.

./.

*Πορτοράζ, Σερανλάρ, παλιά ονόματα των χωριών Πρωτοχώρι, Αλωνάκια του Ν. Κοζάνης.

./.

6.Τριπάτ’

Ζουρνά: Χριστοφορίδης Χριστόφορος . Σιαχπεντέρ’ς

Νταούλι: Νικολαΐδης Παντελής

 

7.Από πάν’ καικά (Ματσούκας).

(Στίχος δεκαπεντασύλλαβος, ρυθμός 5/8).

Τραγούδι: Αμαραντίδης Γιώργος . Παπαγιαννίδης Πόλιος

Λύρα: Αμαραντίδης Γιώργος

Νταούλι: Ευφραιμίδης Γιάννης

 

Έχ’ κ’ έρται ο Γιακούπ’-αγάς, Ελένε μ’, τέρεν την ’τοιμασέα σ’, ωφ ωφ,

την πόρτα σ’ άφ’ς ακράνοιχτον, Ελένε μ’, θα μπαίνω ’ς ση φωλέα σ’, ωφ ωφ.

./.

Έχ’ κ’ έρται ο Γιακούπ’-αγάς, Ελένε μ’, τέρεν το χαζιρλούκι σ’, ωφ ωφ,

θα έρχουμαι και ’ς σην κατσά σ’, Ελένε μ’, θα σ’κώνω το τιρλούκι σ’, ωφ ωφ.

./.

Εγώ εσέν, εσύ εμέν, Ελένε μ’, πασκείμ’ ’κι αροθυμούμε; ωφ ωφ,

τ’ έναν τ’ άλλο να ’λέπομε, Ελένε μ’, καμμίαν ’κ επορούμε, ωφ ωφ.

./.

Κορώνα μ’ σύρον την περτέ σ’, ασχώρετον, χαμέλωσον τη λάμπαν, ωφ ωφ

έλα-ν ας αναπάουμες, ασχώρετον, πασκείμ’ θα ζούμε πάντα; ωφ ωφ.

./.

Στη δεύτερη επανάληψη στο τέλος του δεύτερου ημιστίχιου κάθε στίχου, αντί για ωφ ωφ ακούγεται το έλα-ν έλα.

./.

Νεοελληνική απόδοση

Είναι στο δρόμο κ’ έρχεται ο Γιακούπ-αγάς, κοίταξε να ετοιμαστείς,

την πόρτα σου άφησ’ την μισάνοιχτη, θα μπω στη φωλιά σου.

./.

Είναι στο δρόμο κ’ έρχεται ο Γιακούπ-αγάς, φρόντισε να ’ναι όλα έτοιμα,

θα έρθω στο κιλίμι – στρώμα σου, θα σε αναστατώσω.

./.

Εγώ εσένα κ’ εσύ εμένα μήπως δεν επιθυμούμε;

ένας τον άλλον να δούμε, καμιά φορά δεν μπορούμε.

./.

Χήρα μου, τράβηξε την κουρτίνα σου, χαμήλωσε τη λάμπα,

έλα ν’ αναπαυθούμε, μήπως θα ζήσουμε για πάντα;

./.

8.Αγκαλιαστόν.

(Στίχος δεκαπεντασύλλαβος, ρυθμός 5/8)

Τραγούδι: Θεοδοσιάδης Κώστας

Λύρα: Θεοδοσιάδης Κώστας

Φλογέρα: Νικολαΐδης Παντελής

Νταούλι: Νικολαΐδης Παντελής – Φωτιάδης Παύλος

 

Τερέστε ατεν τήν έμορφον, τερέστεν το πιτσίμ’ν ατ’ς,

ατσάπσαν ποίον παλικάρ’, θα συρ’ και παιρ’ την _ήν ατ’ς.

./.

Του σκύλ’ ο υιόν που έει σε ’κι ξέρ’ το μεκατίρ’-ι- σ’,

άφ’ς ατον κ’ έλα μετ’ εμέν, θα φτάγω το χατίρ’ ι-σ’.

./.

Παλικαρόπον είμ’ εγώ, θα φτάγω αγουρότας,

έναν πρωί θα ευρίκ’ς με οξωκά-ν ασ’ σην πόρτα σ’.

./.

Ο κόσμος όλôν κάμ’ και ζει και πορπατεί ληγάρâ,

εγώ άμον τον παλαλόν μετρώ τ’ εγάπ’ς τ’ ιχνάρâ.

./.

Λελεύω σας μ’ ελέπετεν τ’ εμά τα τζεχελούκια,

μικρός εσέβα ´ς ση σεβτάν και με τα χαβεσλούκια.

 

Νεοελληνική απόδοση

Κοιτάξτε την την όμορφη, κοιτάξτε τα καμώματά της,

Άραγε ποιο παλικάρι θα τραβήξει και θα πάρει την ψυχή της – θα κερδίσει την αγάπη της.

./.

Αυτός ο αθεόφοβος (του σκύλου ο γιος) που σ’ έχει, δεν ξέρει την αξία σου,

άφησέ τον κ’ έλα με μένα, θα κάνω το χατίρι σου.

./.

Παλικαράκι είμαι εγώ, θα κάνω παλικαριές

ένα πρωί θα με βρεις έξω από την πόρτα σου.

./.

Ο κόσμος όλος δουλεύει και ζει και περπατάει γρήγορα,

εγώ είμαι όπως ο τρελός, μετρώ της αγάπης τις πατημασιές.

./.

Σας ικετεύω μη βλέπετε τις δικές μου τις απειρίες,

μικρός μπήκα στην αγάπη με πόθους και λαχτάρες.

./.

9.Χυτόν.

(Στίχος δεκαπεντασύλλαβος, ρυθμός 5/8)

Τραγούδι: Υφαντίδης Ηλίας

Αγγείον: Υφαντίδης Ηλίας

Νταούλι: Νικολαΐδης Παντελής

 

Έλα πουλόπο μ’ μετ’ εμέν, λελεύω ´γώ την έλα σ’.

Έλα πουλόπο μ’ μετ’ εμέν, γουρπάν εγώ ´ς σην έλα σ’.

Το τουλουμόπο μ’ θα παίζω, ´κι θα ´γροικά κανένας.

Εγώ θα παίζω το τουλούμ’ ´κι θα ´γροικά κανένας.

./.

Επωδός

Τούλα-τούλα-τούλαλα, α-λά, τούλαλα,

το ταούλ’ και η ζουρνά, παρεβγάλ’νε μας πολλά.

Το ταούλ’-ι- μ’ έν πετσένιον κι η ζουρνά μ’ κοκκυμελένιον

τη ζουρνάς-ι-μ’ το τσιμπόν’, ίλιαμ όντες θυμών’.

Τη ταουλί μ’ το κοπάλ’ όντες κοπανίζ’ τ’ ομάλ’,

χαμογελούν οι νυφάδες και δακρâούνε οι ≤εράδες.

./.

Χάραξεν η ανατολή, εφώταξεν ημέρα,

γουρπάν’ εγώ να γίνουμαι ´ς σ’ εμόν την περιστέραν.

./.

Επωδός

Τούλα-τούλα-τούλαλα, α-λά, τούλαλα,

το ταούλ’ και η ζουρνά, παρεβγάλ’νε μας πολλά.

Το ταούλ’-ι- μ’ έν πετσένιον κι η ζουρνά μ’ μαλαΜατένιον

τη ζουρνάς-ι-μ’ το τσιμπόν’, ίλιαμ όντες θυμών’.

Τη ταουλί μ’ το κοπάλ’ όντες κοπανίζ’ τ’ ομάλ’,

χαμογελούν οι νυφάδες και δακρâούνε οι ≤εράδες.

./.

Νεοελληνική απόδοση

Έλα πουλάκι μου μ’ εμένα, να χαρώ εγώ τον ερχομό σου.

Έλα πουλάκι μου μ’ εμένα, θυσία εγώ να γίνω στον ερχομό σου.

Τη μικρή μου τσαμπούνα θα παίζω, δε θα καταλάβει κανένας,

εγώ θα παίζω την τσαμπούνα, δεν θα πάρει είδηση κανένας.

./.

Επωδός

Ήσυχα, ήσυχα, ήσυχα,α,α και πάλι ήσυχα

το νταούλι και ο ζουρνάς μας ξεπροβοδίζουν πολύ.

Το νταούλι μου είναι πετσένιο κι ο ζουρνάς μου από κορόμηλο (μαλαΜατένιο),

του ζουρνά μου η γλώσσα – αυλός, ιδίως όταν ερεθίζεται – θυμώνει

του νταουλιού μου ο κόπανος όταν χτυπάει τ’ ομάλ’ (σκοπός)

χαμογελούν οι νύφες και δακρύζουν οι χήρες.

./.

Αρχίζει να ξημερώνει, έλαμψε το φως της ημέρας

θυσία εγώ να γίνω στη δική μου περιστέρα (αγάπη).

./.

Επωδός (επανάληψη)

./.

10.Τικ’ (Ίμερας)

(Στίχος δεκαπεντασύλλαβος, ρυθμός 2/4 ή 4/8)

Τραγούδι: Ιωαννίδης Γιώργος

Λύρα: Ιωαννίδης Λάζος

Νταούλι: Νικολαΐδης Παντελής

 

Ανάθεμά σας έρημα, θα βλαστημώ σας τσόλâ,

η _ή μ’ εβαρυκάρδεσεν, θ’ απιδιαβαίνω ασ’ σ’ όλâ.

./.

Ανάθεμα και τα μακρά και τα ’πιδâβασέας

μάνα, σκίσον το κάρδοπο μ’ βγάλον τα πικρασέας.

./.

Εσύ το κομμενόχρονον και το καταραμένον,

γιατί ’κι ßύντς λίγον νερόν, ´ς σην κάρδια μ’ το καμένον;

./.

Πολλά έχω να λέγω σας, ολίγα ´κι κανείνταν,

τα τερτόπα μ’ αν λέγω σας ´μερών’ και ´κι τελείνταν.

./.

Νεοελληνική απόδοση

Ανάθεμά σας έρημα, θα σας βλαστημήσω μέρη ακατοίκητα,

η ψυχή μου απογοητεύτηκε θ’ απαρνηθώ τα πάντα.

 

Ανάθεμα και τα μακριά – τα ξένα, και τους αποχωρισμούς,

μάνα, σχίσε την καρδιά μου, βγάλε τις πίκρες.

./.

Εσύ, που λίγα να είναι τα χρόνια σου, και η καταραμένη,

γιατί δε χύνεις λίγο νερό στην καρδιά μου την καμένη;

./.

Πολλά έχω να σας πω, λίγα δεν φτάνουν,

τα βάσανα, τους καημούς μου αν σας πω, ξημερώνει και δεν τελειώνουν.

./.

11.Κούσερα

Αγγείον: Αραματανίδης Γιάννης

Νταούλι: Γευγελής Γιώργος

 

 

12.Τικ’ (Τόνγιας).

(Στίχος δεκατετρασύλλαβος, ρυθμός 2/4 ή 4/8)

Τραγούδι: Σοφιανίδης Γιώργος – Καρασαββίδης Δημήτρης

Λύρα: Καρασαββίδης Δημήτρης

Νταούλι: Ευφραιμίδης Γιάννης

 

Τ’ αιγιδόπο μ’ βό®κεται, συρίζ’ ατο κλώ®κεται,

εγώ τηνάν αγαπώ ταραπουλούζ’ ζώ®κεται.

 

Όθεν κέσ’ πάει τ’ αιγίδ’, απ’ οπίσ’ πάει το τ®απίτσ’,

μανίτσα μ’ αράεψον ´ς εμέναν κεριά κορίτσ’.

./.

Μάνα τέρεν το Παπόρ’ ντ’ άσκεμα κουνίεται,

το σαρίν τ’ αρνί μ’ απέσ’ φογούμαι φουρκίεται.

./.

Έ, κουτ®ή μελαχρινή, μόνασόν με του βραδύ,

Τ’ οσπιτόπο σ’ ντόισον έν’, η _η μ’ όλôν τ’ εσόν έν’.

./.

Νεοελληνική απόδοση

Το κατσικάκι μου βόσκει, το σφυρίζω γυρνάει,

εγώ αυτήν που αγαπώ, μεταξωτή (Τριπόλεως) ζώνη ζώνεται.

./.

Όπου πάει το κατσίκι, από πίσω του πάει και το μικρό κατσικάκι,

μανούλα μου ψάξε ταιριαστό για μένα κορίτσι.

./.

Μάνα κοίτα το βαπόρι τι άσχημα κουνιέται,

το ξανθό το κορίτσι μου μέσα είναι, φοβάμαι μήπως πνιγεί.

./.

Έ, κόρη μελαχρινή, φιλοξένησέ με το βράδυ,

το σπιτάκι σου τι λογής είναι, η ψυχή μου όλη δική σου είναι.

./.

13.Τίκ’(ιν) (Νικόπολη).

(Στίχος δεκαπεντασύλλαβος, ρυθμός 5/8)

Τραγούδι: Παπαγιαννίδης Πόλιος

Λύρα: Καρασαββίδης Δημήτρης

Νταούλι: Κοπαλίδης Παναγιώτης

 

Καλά ´ποίκα κ’ εγάπεσα ´ς σ’ εσόν την γειτονίαν,

Εμπαίντς, εβγαίντς ελέπω σε και ≤αίρεται η καρδία μ’.

./.

Καλά φτάγω, κάλα φτάγω, βο®κίζω την Βροχάλαν,

εκείνε τρώει την τρίφυλλην, εγώ πίνω το γάλαν.

./.

Κόρη για ´πέ με τ’ όνεμα σ’, για ´πέ με τίνος είσαι;

για ´πέ με και τ’οσπιτόπο σ’ και την οτάν ντο κείσαι.

./.

Η μάνα ’θε ´κι αντρίζει ατο, το κορίτσ’ λέει θ’ αντρίζω,

αΐκον έμορφον κορίτσ’ εγώ να ποδεδίζω.

./.

Παρατήρηση:

Στο τέλος του κάθε στίχου ακούγεται η επωδός: Γιάρ-γιάρ, γιάρ-γιάρ, πάντα γιάρ, γιάρ-γιάρ, γιάρ-γιάρ.

./.

Νεοελληνική απόδοση

Καλά έκανα και αγάπησα στη δική σου γειτονιά,

μπαίνεις, βγαίνεις, σε βλέπω, και χαίρεται η καρδιά μου.

./.

Καλά κάνω, καλά κάνω, πάω για βοσκή τη Βροχάλα (αγελάδα)

εκείνη τρώει το τριφύλλι, εγώ πίνω το γάλα.

./.

Κόρη για πες μου τ’ όνομά σου, για πες μου τίνος είσαι;

για πες μου και το σπιτάκι σου, και το δωμάτιο που κοιμάσαι.

./.

Η μάνα του δεν το παντρεύει, το κορίτσι λέει θα παντρευτώ,

τέτοιο όμορφο κορίτσι εγώ να το χαρώ.

./.

14.Τικ’ Αργόν

Κεμανέ: Καλιοντζίδης Μιχάλης

Ουτί: Παπαδοπούλου Κατερίνα

Νταούλι: Κοπαλίδης Παναγιώτης

 

15.Από πάν’ και κά’ (Μεταλλείο Άσπρου βουνού – Ακ Νταγ Μαντέν)

Κεμανέ: Καλιοντζίδης Μιχάλης

Ουτί: Παπαδοπούλου Κατερίνα

Νταούλι: Κοπαλίδης Παναγιώτης

 

16.Τσουρτούγουζους

Κεμανέ: Καλιοντζίδης Μιχάλης

Ουτί: Παπαδοπούλου Κατερίνα

Νταούλι: Κοπαλίδης Παναγιώτης

 

17.Τρομαχτόν

Ζουρνά: Τσαπανίδης Γιώργος

Νταούλι: Ευφραιμίδης Γιάννης

 

18.Τρυγόνα (Τραπεζούντας)

(Στίχος δεκαεξασύλλαβος, ρυθμός 5/8)

Τραγούδι: Σοφιανίδης Γιώργος – Καρασαββίδης Δημήτρης

Λύρα: Καρασαββίδης Δημήτρης

Νταούλι: Κοπαλίδης Παναγιώτης

 

Ακεί πέραν ´ς σ’ ορμανόπον, έστεκεν κ’ εποίν’νεν ξύλα,

Τα ξύλα’τς έσαν οξέας, άντρας ατ’ς έτον μυξέας.

Πορπατεί και πάει ομάλâ, τ’ορταρόπα’τς αρνομάλλια,

πορπατεί και πάει τίκια, τ’ ορταρόπα’τς είν’ τιφτίκια.

Η τρυγόνα με τ’ αντζία, πάει ´ς σ’ ορμάν’ σωρεύ’ τσατσία.

./.

Σημείωση:

Στο τέλος του πρώτου και του δεύτερου ημιστιχίου του κάθε στίχου λέγεται η επωδός: «η τρυγόνα η κορώνα».

./.

Νεοελληνική απόδοση

Εκεί πέρα στο δασάκι, στεκόταν κ’ έκανε ξύλα,

τα ξύλα της ήταν οξιές, άντρας της ήταν μυξιάρης.

Περπατάει και πάει ευθεία, οι κάλτσες της από μαλλί αρνίσιο,

περπατάει και πάει στον ανήφορο, οι κάλτσες της είναι από χνουδωτό μαλλί γιδίσιο.

Η τρυγόνα με τα πόδια πάει στο δάσος μαζεύει ξερά λεπτά κλαδιά.

./.

Τρυγόνα (η) = η αγαπημένη κόρη

Κορώνα (η) = το πτηνό κοράκι. Μεταφορικά γυναίκα δυστυχισμένη.

./.

19.Τρυγόνα (Ματσούκας).

(Στίχος δεκατετρασύλλαβος, ρυθμός 7/8)

Τραγούδι: Αμαραντίδης Γιώργος – Παρχαρίδης Αλέξης

Αγγείον: Σοφιανίδης Γιώργος

Νταούλι: Ευφραιμίδης Γιάννης

 

Ακεί πέραν ήλιος έν’, η τρυγόνα τίνος έν’;

γιά τ’ εμόν έν’, γιά τ’ εσόν, ας τερούμε τίνος έν’.

./.

Ακεί πέραν φέγγος έν’, η τρυγόνα τίνος έν’,

μάϊσσα έν’ κι’ ωρäζ’ τα ζα και μαραίνταν τα δεντρά.

./.

Ακεί πέραν έστεκεν, την κάλτσαν ατ’ς έπλεκεν,

Είπα ´τεναν έλα αδά, το λαλόπο μ’ χαμελά.

./.

Σκουλαρίκ’ φορεί ´ς σ’ ωτίν, και ´ς σα χέρια δαχτυλίδ’,

μ’ έναν τέρεμαν γλυκίν ≤ίλâ χρόνâ η βραδή.

 

Νεοελληνική απόδοση

Εκεί πέρα ήλιος είναι, η τρυγόνα (αγαπημένη) τίνος είναι;

ή δική μου είναι, ή δική σου είναι, ας δούμε τίνος είναι.

./.

Εκεί πέρα φεγγάρι είναι, η τρυγόνα τίνος είναι;

μάγισσα είναι και προσέχει τις αγελάδες στη βοσκή και μαραίνονται τα δέντρα.

./.

Εκεί πέρα στεκόταν, την κάλτσα της έπλεκε,

την είπα «έλα εδώ», με χαμηλή φωνούλα.

./.

Σκουλαρίκι φοράει στ’ αυτί και στα χέρια δαχτυλίδι,

μ’ ένα βλέμμα της γλυκό, χίλια χρόνια γίνεται μια βραδιά.

./.

 

20.Τρυγόνα (Γουρούχ).

(Στίχος δεκαπεντασύλλαβος, ρυθμός 5/8)

Τραγούδι: Ιωαννίδης Γιώργος

Λύρα: Νικολαΐδης Γιάννης

Νταούλι: Νικολαΐδης Παντελής

 

Ακεί πέραν ´ς σ’ ορμανόπον, έστεκεν κ’ εποίνεν ξύλα,

τα ξύλα’τς έσαν οξέας, άντρας ατ’ς έτον μυξέας.

 

Η τρυγόνα με τ’ αντζία, πάει ´ς σ’ ορμάν’ σωρεύ’ τσατσία,

Η τρυγόνα με τ’ ορτάρâ, πάει ’ς σ’ ορμάν’ ´ς σα λευκουτάρâ.

 

Σημείωση:

Στο τέλος του πρώτου και του δεύτερου ημιστιχίου του κάθε στίχου, λέγεται η επωδός:

«η τρυγόνα η τρυγόνα».

 

Νεοελληνική απόδοση

Εκεί πέρα στο δασάκι στεκόταν κ’ έκανε ξύλα,

τα ξύλα της ήσαν οξιές, ό άντρας της ήταν μυξιάρης.

./.

Η τρυγόνα με τα πόδια πάει στο δάσος μαζεύει ξερά κλαδιά,

η τρυγόνα με τις μάλλινες κάλτσες, πάει στο δάσος στα φουντούκια.

./.

21.Τερς Μεταλλείο Αργυροχώματος (Κιουμούς Ματέν):

Κεμανέ: Καλιοντζίδης Μιχάλης

Ουτί: Παπαδοπούλου Κατερίνα

Νταούλι: Κοπαλίδης Παναγιώτης

 

22.Τερς (Μεταλλείο Άσπρου βουνού – Ακ Νταγ Ματέν)

Κεμανέ: Καλιοντζίδης Μιχάλης

Ουτί: Παπαδοπούλου Κατερίνα

Νταούλι: Κοπαλίδης Παναγιώτης

 

23.Γέμουρα

Κεμανέ: Καλιοντζίδης Μιχάλης

Ουτί: Παπαδοπούλου Κατερίνα

Νταούλι: Ευφραιμίδης Γιάννης

 

Τραγούδια

Τράγούδια και σκοποί του Πόντου CD 2

 

1.Διπάτ’.

(Στίχος δεκαπεντασύλλαβος, ρυθμός 9/8)

Τραγούδι: Ιωαννίδης Γιώργος – Θεοδωρίδης Παναγιώτης

Λύρα: Ιωαννίδης Λάζος

Νταούλι: Νικολαΐδης Παντελής

 

Εμέν κ’ εσέν ´πη θα χωρίζ’, ακόμαν ´κ εγεννέθεν,
ους να εποίκα σε τ’ εμόν, το _όπο μ’ ετελέθεν.

./.

Εφτά χρόνâ ´κι θα κρούω ´ς σον πρόσωπο μ’ νερόν-ι,

να μη σπογγίζω και χάνω το φίλεμαν τ’ εσόν-ι.

./.

Στάμαν Σταυρίτα-ν είδα σε, καλόν να έν’ έν’ ειδέα σ’,

τα δäκρâ μ’ εκυλίουσαν απέσ’ ´ς σην εμποδέα σ’.

./.

Νεοελληνική απόδοση

Εμένα κ’ εσένα, αυτός που θα μας χωρίσει, ακόμη δε γεννήθηκε,

έως ότου σε έκανα δική μου, η ψυχούλα μου τελείωσε.

./.

Εφτά χρόνια δεν θα ρίξω – χτυπήσω, νερό στο πρόσωπό μου,

να μη σφουγγίσω και απαλείψω το φίλημα το δικό σου.

./.

Την πρώτη Σεπτεμβρίου σε είδα, σε καλό να με βγει που σε είδα,

τα δάκρυά μου κυλούσανε μέσα στην ποδιά σου.

./.

2.Διπάτ’.

(Στίχος δεκαπεντασύλλαβος, ρυθμός 9/8)

Τραγούδι: Παρχαρίδης Αλέξης

Αγγείον: Σοφιανίδης Γιώργος

Νταούλι: Κοπαλίδης Παναγιώτης

 

Έλα έμπα ´ς σ’ εγκαλöπο μου και ´ς σα ≤έρâ μ’ τα δύο,

η _η’ μ’ αν πάει ’ς σην κόλασην, εσέν ´κι παραδίω.

./.

Στάμαν Σταυρίτα-ν είδα σε, καλόν να έν’ ειδέα σ’,

τα δäκρâ μ’ εκυλίουσαν απέσ’ ´ς σην εμποδέα σ’.

./.

Ασ’ σα ≤ίλâ διατάγματα, το έναν να εκράν’νες,

Αέτσ’ ´κι θα ογράευες, αέτσ’ ´κι θ’ επαθάν’νες.

./.

Εγώ εθάρ’να ´γέρασα, όσον το πάω νεΐμαι (νεούμαι)

άμον τ’ Αε-Παυλί* το ≤öν καμμίαν ´κι τελείμαι.

./.

*Αε Παύλος = κορυφή της οροσειράς του Παρυάδρη στον Πόντο.

 

Νεοελληνική απόδοση

Έλα μπες στην αγκαλίτσα μου και στα χέρια μου τα δύο,

η ψυχή μου και στην κόλαση αν πάει, δε θα σε προδώσω.

./.

Την πρώτη Σεπτεμβρίου σε είδα, σε καλό να με βγει που σε είδα,

τα δάκρυά μου κυλούσανε μέσα στην ποδιά σου.

./.

Από τις χίλιες συμβουλές τη μία να κρατούσες,

έτσι δεν θα καταντούσες, έτσι δεν θα πάθαινες.

./.

Εγώ νόμιζα γέρασα, όσο και πάω ξανανιώνω,

όπως του Αγίου Παύλου* το χιόνι, ποτέ δεν λιώνω.

./.

3.Τίταρα. (Αργυρούπολης)

Λύρα: Καρασαββίδης Δημήτρης

Νταούλι: Ευφραιμίδης Γιάννης

 

4.Γετίερε

Λύρα: Καρασαββίδης Δημήτρης

Νταούλι: Ευφραιμίδης Γιάννης

 

5.Τάμσαρα

Λύρα: Καρασαββίδης Δημήτρης

Νταούλι: Ευφραιμίδης Γιάννης

 

6.Ομάλ’ (μονόν).

(Στίχος δεκαπεντασύλλαβος, ρυθμός 4/4)

Τραγούδι: Καρασαββίδης Δημήτρης

Λύρα: Καρασαββίδης Δημήτρης

Νταούλι: Ευφραιμίδης Γιάννης

 

Γουρπάν’-ι- σ’ παρχαρί’ τσιτσέκ’ και Παναΐας δäκρεν,

η μύρα σ’ ´κι χορτάεται ευωδία σ’ ´κι χάται.

./.

Επωδός:

Αέτσ’ πως έν’ καλόν έν’, τ’ εγκαλöπο σ’ αλών’ έν’,

εφίλεσα το μάγλοπο σ’, ασ’ σ’ εμόν τρυφερόν έν’.

./.

Το πρόσωπο σ’ αθόγαλαν ντο ξύν’νε ´ς σο καρσάνι,

είδα σε οψέ κι οσήμερον, νασάν εμέν, νασάν-ι.

./.

Επωδός: Επανάληψη

./.

Έλα να ποδεδίζω σε, νε μέλι μ’, νε σεκέρι μ’,

απόψ’ είδα σε ´ς σ’ όρωμα μ’ εκείσ’ απάν’ ´ς σό ≤έρι μ’.

./.

Επωδός: Επανάληψη

./.

Αρνί μ’ μεσανυχτί’ έλα oντές τσοκεύ’νε τ’ άστρια,

κανείς πα μ’ εγροικούν ατο, κανείς πα μ’ έρται ριάστâ.

./.

Επωδός: Επανάληψη

*Παναΐας δäκρεν = (Παναγίας δάκρυ) άνθος αμάραντο.

./.

Νεοελληνική απόδοση:

Θυσία να γίνω σε σένα λουλούδι του βουνού και Παναΐας δäκρεν*.

η μυρωδιά σου δε χορταίνεται η ευωδία σου δε χάνεται.

./.

Επωδός:

Έτσι όπως είναι, καλό είναι, η αγκαλίτσα σου αλώνι είναι

φίλησα το μάγουλό σου, απ’ το δικό μου τρυφερό είναι.

./.

Το πρόσωπό σου σαν καϊμάκι από γάλα που χύνουν στη σκάφη

σε είδα χτες και σήμερα, χαρά σε μένα, χαρά.

./.

Επωδός:Επανάληψη

./.

Έλα να σε χαρώ, ναι μέλι μου, ναι ζάχαρή μου,

απόψε σε είδα στο όνειρό μου κοιμόσουν πάνω στο χέρι μου.

./.

Επωδός: Επανάληψη.

./.

Αρνάκι μου, αγάπη μου, τα μεσάνυχτα έλα όταν πέφτουν τ’ άστρα,

και κανένας να μην το καταλάβει και κανείς να μη βρεθεί τυχαία.

./.

Επωδός: Επανάληψη.

./.

7.Διπλόν (Γαλίανας).

(στίχος δεκαπεντασύλλαβος, ρυθμός 4/4)

Τραγούδι: Θεοδοσιάδης Κώστας

Λύρα: Θεοδοσιάδης Κώστας

Νταούλι: Νικολαΐδης Παντελής

 

Τρυγόνα μ’ όθεν κέσ’ διαβαίντς τα στράτας συντρομάζ’νε,

ήντσαν τερεί ´ς σον πρόσωπο σ’, τ’ ομμάτâ’τ’ χαντυλλäζ’νε.

./.

Κάθουμαι και περμένω σε, τα σοκάκια σ’ ωριάζω,

πέλκιμ να καντουρεύω σε ´ς σ’ οσπίτι σ’ να μονάζω.

./.

Ο Θεόν κι’ αν εδώκε σε ατό την εμορφίαν,

πασκείμ ντο είπε σε να καίεις εσύ ξένον καρδίαν;

./.

Αρνί μ’ θα καταρούμαι σε, το κρίμα μ’ θα φουρκίει σε,

μετ’ εμέν λες και μασχαρεύ’ς με τον άλλον πας κείσαι.

./.

Νεοελληνική απόδοση

Τρυγόνα – αγάπη μου απ’ όπου περνάς, οι δρόμοι τρέμουν,

όποιος σε κοιτάζει στο πρόσωπο τα μάτια του θαμπώνουν.

./.

Κάθομαι και σε περιμένω, τα σοκάκια σου παραμονεύω,

ίσως να σε πείσω και στο σπίτι σου να διανυκτερεύσω.

./.

Ο Θεός κι αν σου ´δωσε αυτή την ομορφιά

μήπως σου είπε να κάψεις ξένη καρδιά;

./.

Αρνί μου – κορίτσι μου θα σε καταραστώ, το κρίμα μου θα σε πνίξει,

με μένα λες και αστειεύεσαι, με τον άλλον πας και κοιμάσαι.

./.

 

8.Ομάλ’ (Καρς).

(Στίχος δεκατετρασύλλαβος – δεκαεξασύλλαβος, ρυθμός 4/4)

Τραγούδι: Παπαγιαννίδης Πόλιος

Λύρα: Καρασαββίδης Δημήτρης

Νταούλι: Κοπαλίδης Παναγιώτης

 

Αρχινώ και λέγω σας, αγούτ’ την ιστορίαν,

και ´ς σο Κάρς όντες εζήν’ναμ’ παλαλά πολλά-ν εποίν’ναμ’,

αούτειν’ ξαν αδακέσ’, σέβασην είχαν εκέσ’.

./.

Είνας νύφε έναν ημέραν, όϊ, τη σκύλ’ τη θεγατέραν,

ταβίζ’ με την πεθεράν ατ’ς σκούται φουρλαεύ’ απάν’ ατ’ς,

και εξέγκεν το τακούν’ν ατ’ς λέει την πεθεράν ατ’ς «τσούνα,

το κιφάλι σ’ άμον τάσ’ εθαρείς ’κι θα ψοφάς;»

./.

Επιάσταν ´ς σα μαλλία, εμαζεύτεν γειτονία,

έρθεν κ’ ένας γείτονας λέει ατέναν, «ντο ευτάς,

νέτζη εσύ ´κ εντρέπεσαι, γιατί κρους την πεθερά σ’;»

 

Λέει ατον, «εσύ ντο θέλτς, το ®κυλίν θα γουρταρεύ’ς;»

Λέει η πεθερά ´ς σην νύφεν, «μεσημέρ’ έντον ´κ ενίφτες,

εγώ θα φτάω τα δουλείας, θα τερώ και τα παιδία σ’,

´ς ση κυρού σ’ ´κ εί≤ες νερόν, αδά θέλ’τς και παραγιόν.»

./.

Νεοελληνική απόδοση:

Αρχίζω και σας λέω αυτή την ιστορία.

Και στο Καρς όταν ζούσαμε, τρελά πολλά κάναμε,

αυτοί πάλι, εδώ, σεβασμό είχαν εκεί.

./.

Μια νύφη, μια μέρα, όϊ την αθεόφοβη,

μαλώνει με την πεθερά της, σηκώνεται και της επιτίθεται

και έβγαλε το τακούνι της και λέει την πεθερά της «σκύλα,

το κεφάλι σου σαν κύπελο, νομίζεις δε θα ψοφίσεις; «

./.

Πιάστηκαν από τα μαλλιά, μαζεύτηκε η γειτονιά,

ήρθε κ’ ένας γείτονας, τη λέει, «τι κάνεις

βρε συ, δεν ντρέπεσαι, γιατί χτυπάς την πεθερά σου; «

 

Του λέει, «εσύ τι θέλεις, το σκυλί θα γλιτώσεις; «

Λέει η πεθερά στη νύφη, «μεσημέρι έγινε και δεν πλύθηκες,

εγώ θα κάνω τις δουλειές, θα φροντίσω και τα παιδιά σου,

στου πατέρα σου δεν είχες νερό, εδώ θέλεις και υπηρέτη».

./.

9.Κουνιχτόν.

(ρυθμός 4/4)

Τραγούδι: Παπαγιαννίδης Πόλιος

Λύρα: Αμαραντίδης Γιώργος

Νταούλι: Ευφραιμίδης Γιάννης

./.

Τα κοκκία τα τζαβτάρια, χάρ’αβού-ν εταράγαν,      – 15ασύλλαβος

ασ’ τ’ επήρα ´τα εκεί μερ’, τα μέσα μ’ εγουράγαν.

 

Κουμπάρε μ’ τη λάμπα άψον α’ κι ήντιαν λέγω σε γράψον α’, – 16σύλλαβος

ασ’ το φκάλι μ’ κ’ έξ’ ντ’ εδήβαν ´ς σον δεσπότ’ αγνάεψον α’.

./.

’Σ σο σπαλέρι σ’ αφκακέσ’ πέρδικας κακανίζ’νε, – 14σύλλαβος

απλώνω το χερόπο μ’, φοούμαι λαταρίζ’νε.

./.

Έλα να ποδεδίζω κόκκινον πιπερόπον,    – 14σύλλαβος

για έμπα ´ς σο ≤ερόπο μ’ να λελεύω σε αρνόπο μ’. – 15σύλλαβος

./.

Νεοελληνική απόδοση:

Το σιτάρι και η βρίζα (σίκαλις), τώρα αυτά ανακατεύτηκαν,

ώσπου να τα ξεχωρίσω, η μέση μου τσακίστηκε.

./.

Κουμπάρε μου, τη λάμπα άναψέ την και ό,τι σου λέω γράψ’το,

από το κεφάλι μου και έξω αυτά που πέρασαν, στο δεσπότη κάντα γνωστά.

./.

Στου στήθους σου το κάλυμμα από κάτω, πέρδικες κακαρίζουν,

απλώνω το χεράκι μου φοβούμαι θα σαλέψουν.

./.

Έλα να σε χαρώ, κόκκινο πιπεράκι,

για πιάσε με απ’ το χεράκι μου, να σε χαρώ αρνάκι μου.

./.

10.Ούτσαϊ

Ζουρνά: Γαλετσίδης Σπύρος

Νταούλι: Ευφραιμίδης Γιάννης

 

11.Τιζ

Κεμανέ: Πουλαντζακλής Γιώργος

Oύτι: Κασούρας Βασίλης

Νταούλι: Νικολαΐδης Παντελής

 

12.Ανεφορίτ’σσα.

(Στίχος δεκαπεντασύλλαβος, ρυθμός 5/8)

Τραγούδι: Θεοδοσιάδης Κώστας

Λύρα: Θεοδοσιάδης Κώστας

Νταούλι: Νικολαΐδης Παντελής

 

Εγώ είμαι ασ’ ση Γαλίαιναν, ασ’ έναν καλόν χωρίον,

έπαρ’ με ´ς σ’ εγκαλöπο σου, επέθανα άσ’ σον κρύον.

./.

Τ’ αρνόπο μ’ ασ’ σα Πλάτανα, κ’ εγώ ασ’ σην Τραπεζούνταν,

τ’ εμά τ’ ομμάτâ όντας τερούν, τ’ εσά δäκρâ γομούνταν.

./.

Και -ν έϊκιτι Γαλίαινα, π’ εί≤εν νερόπα κρύα

εκεί πολλά παντέμορφα κορτσόπα μερακλία.

./.

Εγώ είμαι ασ’ ση Γαλίαιναν, χωρίον Λιβαδέτ’κον,

πρώτα έμ’νε καλόν παιδίν, ατώρα είμαι-ν αλλέτ’κον.

./.

Νεοελληνική απόδοση:

Εγώ είμαι απ’ τη Γαλίαινα, από ένα καλό χωριό

πάρε με στην αγκαλιά σου, πέθανα από το κρύο.

./.

Το αρνάκι – η αγάπη μου από τα Πλάτανα, κ’ εγώ από την Τραπεζούντα,

τα δικά μου τα μάτια όταν κοιτούν, τα δικά σου δάκρυα γεμίζουν.

./.

Τι κρίμα, Γαλίαινα, που είχε κρύα νεράκια

εκεί πολλά πεντάμορφα κορίτσια με μεράκι.

./.

Εγώ είμαι απ’ τη Γαλίαινα, χωριό απ’ τα Λιβάδια,

πρώτα ήμουν καλό παιδί, τώρα είμαι αλλιώτικος.

./.

 

13.Κιζέλα

(Στίχος δεκαπεντασύλλαβος, ρυθμός 5/8)

Τραγούδι: Ιωαννίδης Γιώργος

Λύρα: Ιωαννίδης Λάζος

Νταούλι: Νικολαΐδης Παντελής

 

Κόρη κατήβα ’ς σο μαντρίν, ελύεν η Κιζέλα,

το πρόσωπο σ’ εφώταξεν άμον ντο παίρ’ ημέρα.

./.

Κόρη κατήβα ´ς σο μαντρίν και ντόσ’ κά’ τα πασσάλâ,

ο άντρας -ι-σ’ μικρίκος έν’, κρούγ’ν ατον τα μουσκάρâ.

./.

Κόρη τα ζα ντ’ ερίαζες, τ’ έναν ακούει Στεφάνα,

μίαν κι άλλο ας εφίλ’να σε κι ύστερα ας επεθάν’να.

./.

Νεοελληνική απόδοση:

Κόρη κατέβα στο στάβλο, λύθηκε η Κιζέλα (αγελάδα)

το πρόσωπό σου έλαμψε όπως όταν φέγγει η ημέρα.

./.

Κόρη κατέβα στο στάβλο και χτύπα τους πασσάλους,

ο άντρας σου μικρός είναι, τον χτυπούν τα μοσχάρια.

./.

Κόρη τις αγελάδες που φύλαγες τη μία τη λένε Στεφάνα,

ακόμα μία φορά ας σε φιλούσα κι ύστερα ας πέθαινα.

./.

14.Καλόν Κορίτσ’.

(Στίχος δεκαπεντασύλλαβος, ρυθμός 5/8)

Τραγούδι: Καλιοντζίδης Μιχάλης

Λύρα: Καλιοντζίδης Μιχάλης

Νταούλι: Ευφραιμίδης Γιάννης

 

Kαλόν κορίτς, καλόν κορίτς, καλόν κι’ ευλογημένον,

´ς σην χώραν φαίνεται ά®κεμον ´ς εμέν εν’ φωταγμένον.

./.

Καλόν κορίτς εχόρευαν τ’ έμορφα τα κορτσόπα,

τα κάλλια ’τουν εσείουσαν άμον μανουσακόπα.

./.

Καλόν κορίτς για χόρεψον εσύ τ’ εμόν φραντάλα,

τ’ αμάραντα μαραίν’, πουλί μ’, και τ’ εσόν η εγκάλâ.

./.

Καλόν κορίτς για χόρεψον, εσύ τ’ εμόν αρνόπον,

ατού ´ς σ’ άσπρα τα κόλφια σου θα φτάγω τσαλιμόπον.

./.

Νεοελληνική απόδοση:

Καλό κορίτσι, καλό κορίτσι, καλό κ’ ευλογημένο,

στους ξένους φαίνεται άσχημο, για μένα είναι λαμπερό.

./.

Το χορό Καλό κορίτσι χόρευαν τα όμορφα τα κοριτσάκια,

τα κάλη τους κουνιότανε όπως οι μενεξέδες.

./.

Καλόν κορίτς για χόρεψε, εσύ δική μου πρόσχαρη,

τ’ αμάραντα μαραίνει, πουλί μου, η δική σου αγκαλιά.

./.

Καλόν κορίτς’ για χόρεψε, εσύ το δικό μου τ’ αρνάκι,

αυτού στ’ άσπρα τα στήθια σου επίδειξη θα κάνω.

./.

15.Παπόρ’

(Στίχος δεκατετρασύλλαβος, ρυθμός 5/8)

Τραγούδι: Ιωαννίδης Γιώργος – Θεοδωρίδης Παναγιώτης

Λύρα: Ιωαννίδης Λάζος

Νταούλι: Νικολαΐδης Παντελής

 

Μάνα τέρεν το Παπόρ’ ντ’ άσκεμα κουνίεται,

το σαρίν τ’ αρνί μ’ απέσ’ φοούμαι φουρκίεται.

./.

Ακεί πέραν έστεκεν την κάλτσαν ατ’ς έπλεκεν,

είπα ’τεναν έλ’ αδά, το λαλόπο μ’ χαμελά.

./.

Ε, κορτσόπον τουλαλά, ρούζομε και κείμες κά’,

αφκά ’ς σο κρεβατόπο σ’ ξαν’ ευτάμε παλαλά.

./.

Ε, κόρη μ’, και ´ς σου κυρού σ’, τα δουλείας ντ’ εποίν’νες,

την ημέραν δεύτερον το μαντίλι σ’ έπλυνες.

./.

Σημείωση: Στο τέλος του πρώτου ημιστιχίου των δεύτερων στίχων λέγεται η επωδός: λελεύ’ ατο.

./.

Νεοελληνική απόδοση

Μάνα κοίταξε το καράβι πόσο άσχημα κουνιέται,

το ξανθό το κορίτσι μου, μέσα, φοβούμαι μήπως πνιγεί.

 

Εκεί πέρα στεκόταν την κάλτσα της έπλεκε,

Την είπα, «έλα εδώ», με χαμηλή φωνούλα.

./.

Ε, κοριτσάκι, ήσυχα ήσυχα, πέφτουμε και κοιμόμαστε,

κάτω στο κρεβατάκι σου ξανά θα κάνουμε τρέλες.

./.

Ε, κόρη μου, και στου πατέρα σου, τις δουλειές που έκανες,

δυό φορές την ημέρα το μαντίλι σου έπλυνες.

./.

16. Χεριανίτσα

Λύρα: Καλιοντζίδης Μιχάλης

Νταούλι: Ευφραιμίδης Γιάννης

 

17.Χεριανίτσα

Λύρα: Νικολαΐδης Γιάννης

Νταούλι: Νικολαΐδης Παντελής

 

18.Πιπιλομμάταινα.

(Στίχος δεκατετρασύλλαβος, ρυθμός 9/8)

Τραγούδι: Καρασαββίδης Δημήτρης

Αγγείον: Σοφιανίδης Γιώργος

Νταούλι: Ευφραιμίδης Γιάννης

 

Η πιπιλομμάταινα, ούι αναθεμά ’τεναν,

αν ´κι δίτε μ’ ατέναν, φυγαδιάζομ’ ατέναν.

./.

Ε, παιδία ντο λέτεν πάμε ´ς ση χαμαιλέτεν,

κλέφτομε κ’ έναν κορίτσ’, καν’νάν τιδέν μη λέτεν.

./.

Πάμε κόρ’ ´ς σα κάστανα, κάστανα σερεύομεν,

σεπεπί’ τη καστανί’ εμείς μασχαρεύομεν.

./.

Ακεί πέραν ´ς σο ρα≤ίν, στέκ’ έναν πουλίν παχύν,

μάνα φέρεν το ρακίν, ο Γιωρίκας θα παχύν’.

./.

Νεοελληνική απόδοση

 

Πιπιλομμάταινα = κοπέλα με μάτια σαν κουκούτσια.

Η πιπιλομμάταινα, η αναθεματισμένη,

αν δε μου τη δόσετε, θα την φυγαδεύσουμε (κλέψουμε).

./.

Ε, παλικάρια, τι λέτε, πάμε στο νερόμυλο,

να κλέψουμε κ’ ένα κορίτσι, σε κανέναν τίποτα μη λέτε.

./.

Πάμε κόρη στις καστανιές, κάστανα να μαζέψουμε,

με αφορμή τα κάστανα, εμεις ν’ αστειευτούμε.

./.

Εκεί πέρα στο βουνό στέκεται ένα πουλί παχύ,

μάνα φέρε το ούζο, ο Γιωργάκης θα παχύνει.

./.

 

19.Τιβ, τιβ, τιβ, τάνα.

(Στιχος Ρυθμός 9/8)

Τραγούδι: Παρχαρίδης Αλέξης

Λύρα: Καρασαββίδης Δημήτρης

Νταούλι: Ευφραιμίδης Γιάννης

 

Ασ’ σον ξενιτέαν στυχαριάτ’κα φέρω,

δώμα το παχτσίσ’-ι-μ’ ν’ αρχινώ και λέω.

./.

Επωδός:

Τιβ,τιβ,τιβ, τάνα, εκυλίεν η χαβάνα,

έφτασεν τ’ Αρμέν’ η μάνα, ωχ ναϊλλοί τ’ εμόν τη μάναν.

Τιβ,τιβ,τιβ, τάνα.

./.

Έν’ καματερέσσα, ποϊλήσα, φωταχτέρα,

θα φωτάζ’ τ’ οσπίτ-ι- σ’, άμον ντο να έν’ ημέρα.

./.

Επωδός: (Επανάληψη)

./.

Αΐκα χαπέρâ, ας δâβαίνω πλάν-ι,

με το χασλουκόπο σ’, έχω εγώ τρανόν χαράν-ι.

./.

Επωδός: (Επανάληψη)

./.

Νεοελληνική απόδοση

Απ’ τον ξενιτεμένο καλές ειδήσεις φέρνω

δος μου το δώρο μου κι ας αρχίσω να λέω.

./.

Επωδός:

Τιβ,τιβ,τιβ, τάνα, κύλισε η χαβάνα*

έφτασε του Αρμένη η μάνα, ωχ, αλίμονο στη μάνα μου.

./.

Είναι προκομμένη, ψηλή, λαμπερή,

θα λάμψει το σπίτι σου σαν να είναι ημέρα.

./.

Επωδός: (Επανάληψη).

./.

Τέτοια νέα, ας πάω να επιστρέψω στο σπίτι μου,

με το παραδάκι σου (το δώρο), εγώ έχω μεγάλη χαρά.

./.

*χαβάνα (η) και γαβάνα (η) = ξύλινο μονοκόμματο σκεύος με καπάκι, όπως τα σημερινά στρογγυλά τάπερ.

./.

 

20.Κόρη Κοπέλα.

(Στίχος δεκασύλλαβος, ρυθμός 9/8)

Τραγούδι: Θεοδοσιάδης Κώστας

Λύρα: Θεοδοσιάδης Κώστας

Νταούλι: Νικολαΐδης Παντελής

 

Κόρη κοπέλα με την ελιά σου, πάρε κ’ εμένα στην αγκαλιά σου.

Εσύ κοιμάσαι στα σεντονάκια κ’ εγώ γυρίζω μεσ’ τα σοκάκια.

Εσύ κοιμάσαι η ώρα δύο κ’ εγώ γυρίζω στο καφενείο.

Εσύ κοιμάσαι με τη μαμά σου, εγώ γυρίζω στο μαχαλά σου.

Κόρη κοπέλα μετ’ εμέν έλα, αν πας ’ς σα ξένα έπαρ’ κ’ εμέναν.

./.

21.Εκατήβα ´ς σα Παξέδες.

(Στίχος δεκαεξασύλλαβος, ρυθμός 2/4 ή 4/8)

Τραγούδι: Παπαγιαννίδης Πόλιος

Λύρα: Καρασαββίδης Δημήτρης

Νταούλι: Κοπαλίδης Παναγιώτης

 

Εκατήβα ´ς σα παξέδες, μα τον Θεόν ’δεν ’κ επέρα,

πέντε μήλα, πέντε απίδâ, δεκαπέντε σεφταλίδâ.

 

Πέντε-έξη μερακλήδες πάτεσανε τα χωρία,

άλλος παίζ’ κι άλλ’ χορεύ’νε, άλλ’ τινιάζ’νε κι άλλ’ σωρεύ’νε.

./.

Τρώγ’νε, πίν’νε και χορεύ’νε, τογραεύ’νε τα παράδες,

άλλ’ εμπαίν’νε ’ς σα κεπία κι αλλ’ τιρτεύ’νε τσοι νυφάδες.

./.

Μώ σε, είπε με, παιδία, εγροικώ απ’ όσα λέτεν,

πάν’ τα μήλα μ’, πάν’ τ’ απίδια μ’, πάνε και τα σεφταλίδια μ’.

./.

Νεοελληνική απόδοση:

Κατέβηκα στους μπαξέδες, μα το Θεό, τίποτα δεν πήρα,

πέντε μήλα, πέντε αχλάδια, δεκαπέντε βερίκοκα.

 

Πέντε – έξη μερακλήδες πάτησαν – κατέλαβαν τα χωριά,

άλλος παίζει κι άλλοι χορεύουν, άλλοι τινάζουν και άλλοι μαζεύουν.

./.

Τρώνε, πίνουν και χορεύουν, κομματιάζουν – σκορπούν τα λεφτά,

άλλοι μπαίνουν στους κήπους κι άλλοι ενοχλούν τις νέες γυναίκες.

./.

Μώ σε*, με είπε, παιδιά, καταλαβαίνω απ’ αυτά που λέτε,

πάνε τα μήλα μου, πάνε τ’ αχλάδια μου, πάνε και τα βερίκοκά μου.

./.

Μώ σε* (η πρώτη συλλαβή (γα) αποσιωπιέται) = έχασε την υβριστική του σημασία και επικράτησε

ως επιφώνημα έκπληξης ή δυσφορίας – σε καλό σου! Τι λες!

 

22.Λαφράγκα

Ζουρνά: Παπαγιαννίδης Πόλιος

Νταούλι: Ευφραιμίδης Γιάννης

 

23.Κότσαρι

Αγγείον: Σοφιανίδης Γιώργος

Νταούλι: Κοπαλίδης Παναγιώτης

 

24.Τρία τη Κότσαρι

Κλαρίνο:Παπαναστασίου Βαγγέλης

Λύρα: Καρασαββίδης Δημήτρης

Νταούλι: Ευφραιμίδης Γιάννης

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Τραγούδια

Τραγούδια και σκοποί του Πόντου CD 3

CD3

 

1. Ατσαπάτ’.

(Στίχος δεκατετρασύλλαβος, ρυθμός 7/8)

Τραγούδι: Αμαραντίδης Γιώργος – Παπαγιαννίδης Πόλιος

Λύρα: Αμαραντίδης Γιώργος

Νταούλι: Ευφραιμίδης Γιάννης

 

Ε, κόρη τίνος είσαι, μήλον κόκκινον είσαι,

πα≤υμένον κ’ έμορφον μαϊσσεμάτικον είσαι.

./.

Το ρα≤ίν ≤ôνίεται, παίρ’ ο ήλιον λύεται,

εγώ τηνάν αγαπώ αδακέσ’ ’κ ευρίεται.

./.

Ε, παιδία ντο λέτεν, πάμε ´ς ση χαμαιλέτεν,

κλέφτομε έναν κορτσόπον καν’νάν τιδέν μη λέτεν.

./.

Τ’ αραπάς-ι-μ’ το τεκίρ’ στρογγυλά κυλίεται,

σεβνταλίν παιδίν είμαι, το καρδόπο μ’ λύεται.

./.

Νεοελληνική απόδοση:

Ε, κόρη τίνος είσαι, μήλο κόκκινο είσαι,

ευτραφές και όμορφο, μαγευτικό είσαι.

./.

Το βουνό χιονίζεται, βγαίνει ο ήλιος λιώνει,

εγώ αυτήν που αγαπώ εδώ γύρω βρίσκεται.

./.

Ε, παιδιά τι λέτε, πάμε στο νερόμυλο,

κλέβουμε ένα κοριτσάκι, σε κανέναν τίποτε μη λέτε.

./.

Του κάρου μου η ρόδα κυκλικά περιστρέφεται,

ερωτευμένο παιδί είμαι, η καρδιά μου λιώνει.

./.

2.Σέρα

Λύρα: Αμαραντίδης Γιώργος

Νταούλι: Ευφραιμίδης Γιάννης

 

3.Μαχαίρια

Λύρα: Καλιοντζίδης Μιχάλης

Νταούλι: Ευφραιμίδης Γιάννης

 

4.Έμπρ’οπίσ’.

(Στίχος δεκαπεντασύλλαβος, ρυθμός 9/8)

Τραγούδι: Καρασαββίδης Δημήτρης – Σοφιανίδης Γιώργος

Λύρα: Καρασαββίδης Δημήτρης

Νταούλι: Ευφραιμίδης Γιάννης

 

Όλâ τα τριαντάφυλλα-ν απέσ’ ´ς σην κάρδια σ’ κείνταν,

ατά που θα μυρίσκεται τα χρόνâ’τ’ ´κι τελείνταν.

./.

Γουρπάν’-ι- σ’ ποδεδίζω σε μανουσακί ´σκουντούλα,

όντες πονεί το κάρδοπο μ’, γιά γρίβωσον ´ς σή γούλα μ’.

./.

Γράμμαν γράφτω και στείλω σε, με τση καρδίας το αίμαν,

εσύ κόψον και στείλον με τη σπαρελί σ’ το δέμαν.

./.

’Σ σα παρχάρâ μη λάσκεσαι αρνί μ’ χωρίς εμέναν,

κι ασ’ όλâ τα νερά μη πίντς κάποιον έ≤’ εβδέλλαν.

./.

Νεοελληνική απόδοση:

Όλα τα τριαντάφυλλα μέσα στην καρδιά σου βρίσκονται,

αυτά όποιος θα τα μυρισθεί τα χρόνια του δεν τελειώνουν.

./.

Θυσία σου να γίνω, να σε χαρώ, του μενεξέ μυροβόλημα,

όταν πονάει η καρδούλα μου, για πιάσου στο λαιμό μου (αγκάλιασέ με).

./.

Γράμμα γράφω και σου στέλνω με της καρδιάς το αίμα,

εσύ κόψε και στείλε με του στηθοκαλύμματός σου το κορδόνι.

./.

Στα θερινά λιβάδια μην τριγυρνάς, αγάπη μου χωρίς εμένα,

κι απ’ όλα τα νερά μην πίνεις, κάποιο έχει βδέλλα.

./.

5.Κοτσιχτόν.

(Στίχος δεκαπεντασύλλαβος, ρυθμός 9/8)

Τραγούδι: Ιωαννίδης Γιώργος

Λύρα: Ιωαννίδης Λάζος

Νταούλι: Νικολαΐδης Παντελής

 

Πίνω έναν, πίνω δύο, πίνω τρία και μεθώ

κι ασ’ σή ≤έρας το κορτσόπον να γλυτώνω ´κ επορώ.

./.

Επωδός:

Λάχανα, πουλί μ’, λάχανα ’ς σο πέραν τη μαχαλάν,

με τα ≤έρâ σ’ εποίκες α’, ´ς εμέν μ’ ευρίκ’ς μαχανάν.

./.

Το ρα≤ίν ≤ιονίεται παίρ’ ο ήλιον λύεται,

εγώ τηνάν αγαπώ ´ς σα μακρά ευρίεται.

./.

Επωδός: (Επανάληψη)

./.

Νεοελληνική απόδοση:

Πίνω ένα (ποτό), πίνω δύο, πίνω τρία και μεθώ,

κι απ’ της χήρας το κοριτσάκι να γλιτώσω δεν μπορώ.

./.

Επωδός:

Λάχανα πουλί μου λάχανα στον πέρα μαχαλά,

με τα χέρια σου το έκανες, σε μένα μη βρίσκεις αιτία.

./.

Το βουνό χιονίζεται, βγαίνει ο ήλιος λιώνει,

εγώ αυτήν που αγαπώ μακριά στα (ξένα) βρίσκεται.

./.

Επωδός: (Επανάληψη)

./.

6.Ομάλι(ν).

(Στίχος δεκατετρασύλλαβος, ρυθμός 9/8)

Τραγούδι: Παπαγιαννίδης Πόλιος

Λύρα: Καρασαββίδης Δημήτρης

Νταούλι: Κοπαλίδης Παναγιώτης

./.

Τ’ αρνί μ’ ασ’ την Πράσαρην, εγώ ασ’ την Γαράσαρην,

έλα σέβντα μ’ χαμελά, το καρδόπο μ’ ας γελά.

./.

Ακεί πέραν χάνιν εν’, αν λαλείς με λάλει με,

χάιτ’ ας πάμ’ ´ς τ’ εμέτερα, ους τ’ εκεί ομάλιν έν’.

./.

Ακεί πέραν είν’ θερία, κόρη εσύ εσέν ωρία,

Παλτζανότ’κα ®κύλ’ παιδία φυγαδιάζ’νε σε ´ς σ’ ορμία.

./.

Νεοελληνική απόδοση:

Η αγάπη μου είναι από την Πράσαρη κ’ εγώ απ’ τη Γαράσαρη,

έλα αγάπη μου χαμηλά, η καρδούλα μου να γελάσει.

./.

Εκεί πέρα χάνι είναι, αν είναι να με καλέσεις, κάλεσέ με,

έλα ας πάμε στα δικά μας (στο σπίτι μου) μέχρι εκεί ίσιωμα είναι.

./.

Εκεί πέρα είναι θηρία, κόρη τον εαυτό σου πρόσεχε,

από την Πάλτζανα αθεόφοβα παιδιά, θα σε φυγαδεύσουν στα ρέματα.

./.

7.Τσαραχότ’

Κεμανέ: Καλιοντζίδης Μιχάλης

Ουτί: Παπαδοπούλου Κατερίνα

Νταούλι: Κοπαλίδης Παναγιώτης

 

8.Ομάλ’ (διπλόν)

Κεμανέ: Καλιοντζίδης Μιχάλης

Ουτί: Παπαδοπούλου Κατερίνα

Νταούλι: Κοπαλίδης Παναγιώτης

 

9.Γιουβαρλαντούμ’

Κεμανέ: Καλιοντζίδης Μιχάλης

Ουτί: Παπαδοπούλου Κατερίνα

Νταούλι: Κοπαλίδης Παναγιώτης

 

10.Φόνα*.

(Στίχος δεκασύλλαβος, ρυθμός 7/8)

Τραγούδι: Σοφιανίδης Γιώργος

Λύρα: Καρασαββίδης Δημήτρης

Νταούλι: Ευφραιμίδης Γιάννης

 

Ε, Φόνα, Φόνα, κόρ’ καρδεφόνα,

´ς σ’ οσπίτ’-ι- σ’ έρθα, παραβραδäστα.

Λαλείς και παίρτς με κι απέσ’ ´κι βάλτς με,

απέσ’ κι αν βάλτς με, κάθκα ´κι λές με.

Κάθκα κι αν λές με, σκαμνίν ´κι δί’ς με,

σκαμνίν κι αν δί’ς με, τραπέζ’ ´κι θέκ’ς με.

Τραπέζ’ κι αν θέκ’ς με, φαείν ´κι δί’ς με,

φαείν κι αν βάλτς με, χουλιάρ’ ´κι φέρτς με.

Χουλιάρ’ κι αν φέρτς με, αρ’, φα ´κι λές με,

αρ’ φα κι αν λές με, μένον ´κι λές με.

Μένον κι αν λές με, κρεβάτ’ ´κι στρώντς με,

κρεβάτ’ κι αν στρώντς με, κοιμού ´κι λές με.

Κοιμού κι αν λές με, μαναχόν θέκ’ς με,

έλα μη αφήντς με ´ς ση μανα≤ίαν.

Φίλεμαν έπαρ’, φίλεμαν δός με (δις).

Ε, Φόνα, Φόνα κόρ’ καρδεφόνα,

’ς σην πόρτα σ’ έρθα, παραβραδäστα.

./.

*Όνομα γυναικείο, πιθανόν χαϊδευτικό του ονόματος Περσεφόνη.

 Κατ’ άλλους φόνισσα.

 

Νεοελληνική απόδοση:

Ε, Φόνα, Φόνα, κόρη που καις καρδιές,

στο σπίτι σου ήρθα, με βρήκε η νύχτα.

Καλείς και με παίρνεις και μέσα δε με βάζεις,

μέσα κι αν με βάλεις, κάθισε δεν μου λες.

Κάθησε κι αν μου πεις, κάθισμα δεν μου δίνεις

κάθισμα κι αν μου δίνεις, τραπέζι δε στρώνεις.

Τραπέζι κι αν μου στρώνεις, φαΐ δεν μου δίνεις,

φαΐ κι αν μου βάλεις, κουτάλι δεν μου φέρνεις.

Κουτάλι κι αν μου φέρεις, τελικά, φάγε δεν μου λες,

τελικά φάγε κι αν μου λες, μείνε δεν μου λες.

Μείνε κι αν μου λες, κρεβάτι δεν μου στρώνεις,

κρεβάτι κι αν μου στρώνεις, κοιμήσου δεν μου λες.

Κοιμήσου κι αν μου λες, μοναχό μου με βάζεις,

έλα, μη μ’ αφήνεις στη μοναξιά μου.

Φίλημα πάρε, φίλημα δόσε μου.

Ε, Φόνα, Φόνα, κόρη που καις καρδιές,

στην πόρτα σου ήρθα, με βρήκε η νύχτα.

 

11.Αρμενίτ’σσας.

(Στίχος δεκαπεντασύλλαβος, ρυθμός 5/8)

Τραγούδι: Θεοδοσιάδης Κώστας

Λύρα: Θεοδοσιάδης Κώστας

Νταούλι: Νικολαΐδης Παντελής

 

Γιά έλα γιά θα έρχουμαι, γιά το ποτάμ’ θα σκίζω,

γιά το μαντίλι σ’ στείλο με, τα δäκρâ μ’ να σπογγίζω.

./.

Τερώ, τερώ, ´κι φαίνεσαι, πουδέν ’κι φανερούσαι,

άγριον κι ανημέρωτον, ατζά ´κι θα ημερούσαι;

./.

´Σ σα ρά≤ια, ρά≤ια λάσκουμαι, ’ς σα παρχαρόπα μένω,

κάθουμαι απάν’ ´ς σο μεσοστράτ’, τ’ αρνόπο μ’ αναμένω.

./.

’Σ σ’ αλάτ’ αφκά μη κάθεσαι, στάζ’νε τ’ αλατοκλάδια,

χυμίγ’ κά’ τον κατέφορον κ’ έλα έμπα ’ς σην εγκάλια μ’.

./.

Νεοελληνική απόδοση:

Ή έλα, ή θα έρθω, ή το ποτάμι θα διασχίσω,

ή το μαντίλι σου στείλε μου, τα δάκρυά μου να σκουπίσω.

./.

Κοιτάζω, κοιτάζω δεν φαίνεσαι, πουθενά δεν φανερώνεσαι

άγριο κι ανημέρωτο, άραγε δεν θα εξημερωθείς;

./.

Στα βουνά, στα βουνά τριγυρνώ, στα θερινά λειβαδοτόπια μένω,

κάθομαι πάνω στη μέση του δρόμου, την αγάπη μου περιμένω.

./.

Στο έλατο κάτω μην κάθεσαι, στάζουν τα ελατόκλαδα,

κατρακύλα τον κατήφορο κ’ έλα μπες στην αγκαλιά μου.

./.

 

12.Καβαζίτας.

(Στίχος δεκαπεντασύλλαβος, ρυθμός 5/8)

Τραγούδι: Ιωαννίδης Γιώργος

Λύρα: Νικολαΐδης Γιάννης

Νταούλι: Νικολαΐδης Παντελής – Φωτιάδης Παύλος

 

Καβαζίτα μ’, άκλερε, τ’ ουδάρτς εμελίασεν

άλειψον α’ βούτορον, ας λαρούται αγλήγορα.

Καβαζίτα μ’ τ’ άλογο σ’, το μέγαν το θερίον,

τ’ έναν τ’ αντζίν αθε κοτσόν, κοτσοπατεί και πάει,

τ’ έναν τ’ ομμάτ’ν αθε στραβόν, και τ’ άλλο ξάι ´κ ελέπει.

Καβαζίτα μ’ ´ς ση Γιάννε τα ≤öνâ ελίγανε,

τσοχτάν τ’ αγρέλαφα άλλο εσέν ´κ είδανε.

Καβαζίτα μ’ άκλερε, για πέει με κι ας μαθάνω,

άμον εσέν τον μαύρον ´ς σον κόσμον μη παθάνω.

./.

Νεοελληνική απόδοση:

Καβαζίτα μου, φτωχέ – ταλαίπωρε, η ουρά σου ψώριασε,

άλειψ’ την βούτυρο, ας θεραπευθεί γρήγορα.

Καβαζίτα μου, τ’ άλογό σου, το τρανό το θηρίο,

το ένα του πόδι είναι κουτσό και κουτσοπατάει και πάει,

το ένα του το μάτι είναι στραβό και το άλλο δεν βλέπει καθόλου.

Καβαζίτα μου, στου Γιάννη τα χιόνια έλιωσαν,

εδώ και πολύ καιρό τα άγρια ελάφια άλλο εσένα δεν είδανε.

Καβαζίτα μου, φτωχέ – ταλαίπωρε, για πες μου κι ας μάθω,

όπως εσένα το δυστυχή στον κόσμο να μην πάθω.

./.

 

13.Τσοκμέ

Κλαρίνο: Παπαναστασίου Βαγγέλης

Λύρα: Καρασαββίδης Δημήτρης

Νταούλι: Ευφραιμίδης Γιάννης

 

14.Λέτσι

Λύρα: Καρασαββίδης Δημήτρης

Νταούλι: Κοπαλίδης Παναγιώτης

 

15.Λετσίνα

Λύρα: Καλιοντζίδης Μιχάλης

Νταούλι: Κοπαλίδης Παναγιώτης

 

16.Ξανθόν κορίτσ’

Λύρα: Καρασαββίδης Δημήτρης

Νταούλι: Ευφραιμίδης Γιάννης

 

17.Ξανθόν κορίτσ’(Αργυρούπολης)

Λύρα: Φωτιάδης Κώστας

Νταούλι: Νικολαΐδης Παντελής

 

18.Έταιρε1 ή Έτερε2.

(Στίχος δεκατετρασύλλαβος, ρυθμός 5/8)

Ταγούδι: Παρχαρίδης Αλέξης

Λύρα: Καρασαββίδης Δημήτρης

Νταούλι: Ευφραιμίδης Γιάννης

 

Έταιρέ μ’ πέρνιξόν με το τσαρκούλι μ’ δίγω σε,

το τσαρκούλι σ’ ´κι θέλω, άλλο τάγμαν τάξον με.

Έταιρέ μ’ πέρνιξόν με, το ζωνάρι μ’ δίγω σε,

το ζωνάρι σ’ ´κι θέλω, άλλο τάγμαν τάξον με.

Έταιρέ μ’ πέρνιξόν με, το βραχäλι μ’ δίγω σε,

το βραχäλι σ’ ´κι θέλω, άλλο τάγμαν τάξον με.

Έταιρε πέρνιξόν με, το μαντήλι μ’ δίγω σε,

το μαντήλι σ’ ´κι θέλω, άλλο τάγμαν τάξον με.

Έταιρε μ’ πέρνιξόν με, το λετσέκι μ’ δίγω σε,

το λετσέκι σ’ ´κι θέλω, άλλο τάγμαν τάξον με.

 

1. Έταιρος (αρχ. εταίρος) = σύντροφος

2. Έτερος = ο άλλος

./.

Νεοελληνική απόδοση:

Έταιρέ μου, πέρασέ με (απέναντι στο ποτάμι) το τσεμπέρι μου σου δίνω,

το τσεμπέρι σου δεν το θέλω, άλλο τάμα τάξε μου.

Έταιρέ μου, πέρασέ με, το ζωνάρι μου σου δίνω,

το ζωνάρι σου δεν το θέλω, άλλο τάμα τάξε με.

Έταιρέ μου, πέρασέ με, το βραχιόλι μου σου δίνω,

το βραχιόλι σου δεν το θέλω, άλλο τάμα τάξε μου.

Έταιρέ μου, πέρασέ με, το μαντήλι μου σου δίνω,

το μαντήλι σου δεν το θέλω, άλλο τάμα τάξε με.

Έταιρέ μου, πέρασέ με, το κεφαλομάντιλό μου σου δίνω,

το κεφαλομάντιλό σου δεν το θέλω, άλλο τάμα τάξε μου.

./.

 

19.Τάμσαρα (Νικόπολη)

Ζουρνά: Γαλετσίδης Σπύρος

Νταούλι: Γευγελής Γιώργος

 

20.Τσίπουλ, τσίπουλ*.

(Στίχος δεκατετρασύλλαβος, ρυθμός 5/8)

Τραγούδι: Ιωακειμίδης Μπάμπης

Κεμανέ: Φωτιάδης Γιάννης

Νταούλι: Νικολαΐδης Παντελής

 

Τσίπουλ,τσίπουλ τό νερόν, παρακαλώ τον Θεόν,

κι ασ’ ση γης την καμονήν, παίρω εγώ υπομονήν.

./.

Τσίπουλ, τσίπουλ το νερόν τρέχ’ ´ς σ’ ορμίν κυλίεται,

το μικρόν τ’ εμόν τ’ αρνίν ´ς σην καρδία μ’ ευρίεται.

./.

Τσίπουλ, τσίπουλ το νερόν, ´ς σο πεγάδ’ αφκά καικά,

το σαρίν τ’ εμόν τ’ αρνίν, παίρ’ ατο και κείμαι κά’.

 

*Τσίπουλ, τσίπουλ = εκφράζει το θόρυβο του νερού που τρέχει.

(ρήμα: σιπουρίζω).

./.

Νεοελληνική απόδοση:

Τσίπουλ, τσίπουλ το νερό, παρακαλώ το Θεό,

κι από της γής το κάψιμο – βάσανο, παίρνω εγώ υπομονή.

./.

Τσίπουλ, τσίπουλ το νερό, τρέχει, στο ρυάκι κυλάει,

η μικρή δική μου αγάπη στην καρδιά μου βρίσκεται.

./.

Τσίπουλ, τσίπουλ το νερό, κάτω στη βρύση,

το ξανθό το δικό μου το κορίτσι το παίρνω και πλαγιάζω.

./.

21.Χαλάι

Λύρα: Καλιοντζίδης Μιχάλης

Ουτί: Παπαδοπούλου Κατερίνα

Νταούλι: Κοπαλίδης Παναγιώτης

 

22.Κόνιαλι

Ζουρνάς: Τσαπανίδης Γιώργος

Νταούλι: Γευγελής Γιώργος

 

23.Μαντήλια

Κεμανέ: Πουλαντζακλής Γιώργος

Ουτί: Κασούρας Βασίλης

Νταούλι: Ευφραιμίδης Γιάννης

 

24.Μωμοέρια*.

(Στίχος δεκαπεντασύλλαβος, ρυθμός 2/4 ή 4/8)

Τραγούδι: Σοφιανίδης Γιώργος

Λύρα: Καρασαββίδης Δημήτρης

Φλογέρα: Σοφιανίδης Γιώργος

Νταούλι: Κοπαλίδης Παναγιώτης

 

Τα μωμοέρια εξέβανε τα Φώτα τ’ Αγιαννί,

Ατείν’ χωρία λάσκουνταν αρ’ άμον παλαλοί.

./.

Μωμόερος θα ´ίνουμαι και με τα γολγονόπα,

θα λάσκουμαι μεσανυχτί’ και ´γνεφίζω κορτσόπα.

./.

Μωμόερος θα ´ίνουμαι, πάντα πασκείμ’ θα είμαι;

θα βγάλω τα διαβολικά μ,’ και μετ’ εσέν θα κείμαι.

./.

Μωμόερος θα ´ίνουμαι και θα μωμογερεύω,

τα έμορφα τα κορτσόπα όλâ θα καντουρεύω.

./.

Τα μωμοέρια εξέβανε τα Φώτα τ’ Αγιαννί’,

ναϊλλοί τη μαυρομάνναν ατ’ εμάς που ´κι θ’ ανοί’.

./.

*Μωμογέρια (τα), μωμόγερος (ο) (το αρχ. Μώμος και το γέρος) = ο μεταμφιεσμένος για τις θεατρικές παραστάσεις του 12ημέρου.

 

Νεοελληνική απόδοση:

Οι μωμόγεροι βγήκανε τα Φώτα τ’ Αγιαννιού,

αυτοί χωριά περιφέρονται, όπως οι τρελοί.

./.

Μωμόγερος θα γίνω με τα κουδουνάκια (σφαιρικά),

θα περιφέρομαι τα μεσάνυχτα και θα ξυπνάω κοριτσάκια.

./.

Μωμόγερος θα γίνω, πάντα μήπως θα είμαι;

θα βγάλω τα διαβολικά μου (μεταμφίεση διαβόλου) και με σένα θα πλαγιάσω.

./.

Μωμόγερος θα γίνω και θα μωμογερέψω (θα μετάσχω στα δρώμενα των μωμόγερων)

τα όμορφα τα κοριτσάκια όλα θα τα ξεγελάσω.

./.

Οι μωμόγεροι βγήκανε τα Φώτα τ’ Αγιαννιού,

αλίμονο στην άτυχη μάνα του, εμάς που δεν θ’ ανοίξει (πόρτα).

./.

Τραγούδια

Τραγούδια και σκοποί του Πόντου CD 4

 

1.Θανατί’ Λάγγεμαν

Λύρα: Φωτιάδης Κώστας

Ζουρνά: Νικολαΐδης Παντελής

Νταούλι:Νικολαΐδης Παντελής – Φωτιάδης Παύλος

 

2. Κωσταντίν Σάββας

Λύρα: Φωτιάδης Κώστας

Νταούλι:Νικολαΐδης Παντελής – Φωτιάδης Παύλος

 

3.Ξανθόν Κορίτσ’

Λύρα: Φωτιάδης Κώστας

Ζουρνά: Νικολαΐδης Παντελής

Νταούλι:Νικολαΐδης Παντελής – Φωτιάδης Παύλος

 

4.Ξανθόν Κορίτσ’ Λαγγευτόν

Λύρα: Φωτιάδης Κώστας

Νταούλι:Νικολαΐδης Παντελής – Φωτιάδης Παύλος

 

5.Μονόν χορόν

Λύρα: Φωτιάδης Κώστας

Ζουρνά: Νικολαΐδης Παντελής

Νταούλι:Νικολαΐδης Παντελής – Φωτιάδης Παύλος

 

6.Κοριτσί’ χορόν

Λύρα: Φωτιάδης Κώστας

Ζουρνά: Νικολαΐδης Παντελής

Νταούλι:Νικολαΐδης Παντελής – Φωτιάδης Παύλος

 

7.Στενά Δρομόπα

Λύρα: Φωτιάδης Κώστας

Ζουρνά: Νικολαΐδης Παντελής

Νταούλι:Νικολαΐδης Παντελής – Φωτιάδης Παύλος

 

8.Μαύρον Πεγάδ’

Λύρα: Φωτιάδης Κώστας

Ζουρνά: Νικολαΐδης Παντελής

Νταούλι:Νικολαΐδης Παντελής – Φωτιάδης Παύλος

 

9.Τυφρών

Λύρα: Φωτιάδης Κώστας

Ζουρνά: Νικολαΐδης Παντελής

Νταούλι:Νικολαΐδης Παντελής – Φωτιάδης Παύλος

 

10.Πατούλα

Ζουρνά: Κουτούζογλου Αβραάμ

Νταούλι: Γευγελής Γιώργος

 

11.Σαμψόν

Λύρα: Καρασαββίδης Δημήτρης

Νταούλι: Κοπαλίδης Παναγιώτης

 

12.Κοτς

Λύρα: Καρασαββίδης Δημήτρης

Νταούλι: Νικολαΐδης Παντελής

 

13.Τριπάτ’

Λύρα: Νικολαΐδης Γιάννης

Νταούλι: Νικολαΐδης Παντελής

 

14.Ντολμέ

Λύρα: Καρασαββίδης Δημήτρης

Νταούλι: Ευφραιμίδης Γιάννης

 

15.Μουζενίτ’κον

Λύρα: Καρασαββίδης Δημήτρης

Νταούλι: Ευφραιμίδης Γιάννης

 

16.Αρματσούκ’

Λύρα: Καρασαββίδης Δημήτρης

Νταούλι: Κοπαλίδης Παναγιώτης

 

17.Τούρι

Λύρα: Καρασαββίδης Δημήτρης

Κλαρίνο: Παπαναστασίου Βαγγέλης

Νταούλι: Νικολαΐδης Παντελής

 

18.Διπλόν Κοτς ή Τίταρα

Λύρα: Αμαραντίδης Γιώργος

Νταούλι: Ευφραιμίδης Γιάννης

 

19.Κελ Κιτ

Λύρα: Καρασαββίδης Δημήτρης

Νταούλι: Κοπαλίδης Παναγιώτης

 

20.Χάλα Χάλα

Λύρα: Καρασαββίδης Δημήτρης

Νταούλι: Κοπαλίδης Παναγιώτης

 

21.Μηλίτσα

Λύρα: Καρασαββίδης Δημήτρης

Νταούλι: Ευφραιμίδης Γιάννης

 

22.Μητερίτσα.

(ρυθμός 2/4 ή 4/8)

Τραγούδι: Καλιοντζίδης Μιχάλης

Λύρα: Καλιοντζίδης Μιχάλης

Νταούλι: Ευφραιμίδης Γιάννης

 

Μητερίτσα μου γλυκιά, έχω μια αγαπητικιά,

άσπρη, άσπρη σαν το γάλα, μαλακή σαν το βαμβάκι.

./.

Κίνησα να πάω το βράδυ, μ’ έπιασε ψιλή βροχή,

το Θεό παρακαλούσα να την εύρω μοναχή.

./.

Μητερίτσα μου γλυκιά βρήκα μια αγαπητικιά,

στον μπακάλη, στον τσαγκάρη, αχ, να ´ρθει στο παλικάρι.

./.

23.Θύμιγμαν*.

(Στίχος δεκαπεντασύλλαβος, ρυθμός 4/4)

Τραγούδι: Παρχαρίδης Αλέξης

Λύρα: Αμαραντίδης Γιώργος

Νταούλι: Κοπαλίδης Παναγιώτης

 

Εφτά ζευγάρâ και το τεκ’ κρατούνε τα λαμπάδας

η νύφε εσέβεν ´ς σον χορόν με τσοι παρανυφάδας.

./.

Ο ποπάς με το θυμιαντόν ευλογίζ’ τα ζευγάρâ,

και ´ς σο χορόν ο λυριτζής γλυκέα παίζ’ τοξάρâ.

./.

Να ζει η νύφε κι’ ο γαμπρόν, κουμπάρον και κουμπάρα,

να ζούνε κι όλ’ οι καλεσμέν’ οσήμερον π’ εχάραν.

./.

* Θήμιγμαν, θήμισμαν, ή θήμιμαν (το) = η πράξη του θημίζειν, από το αρχαίο φημίζω = διασπείρω φήμες = χορεύω το γαμήλιο χορό μαζί με τους νεονύμφους.

 

Νεοελληνική απόδοση:

Εφτά ζευγάρια και ο μονός (άγαμος) κρατούνε τις λαμπάδες,

η νύφη μπήκε στο χορό με τις παράνυφες.

./.

Ο παπάς με το θυμιατό ευλογεί τα ζευγάρια,

και στο χορό ο λυράρης γλυκιές τραβάει δοξαριές.

./.

Να ζήσει η νύφη και ο γαμπρός, ο κουμπάρος κι η κουμπάρα,

να ζούνε κι όλοι οι καλεσμένοι σήμερα που χάρηκαν.

./.

 

24.Κοτσαγκέλ’.

(Ρυθμός 7/8)

Τραγούδι: Αμαραντίδης Γιώργος

Λύρα: Αμαραντίδης Γιώργος

Νταούλι: Ευφραιμίδης Γιάννης

 

Ξένε μ’, ξενιτεμένε μ’ κι’ ανεγνώριμε μ’,

που πορπατείς ´ς τα ξένα, ´ς τα ξένα, ´ς τα ανεγνώριμα.

./.

Εγώ σ’ αυτόν τον κόσμον υπαντρεύτηκα,

και πήρα φραγκοπούλαν που ήταν μάγισσα.

./.

Μαεύ’ όλôν τον κόσμο και τη θάλασσαν,

εμάεψεν κι εμέναν τον ξένον τον αλόξενον.

./.

Νεοελληνική απόδοση:

Ξένε μου ξενιτεμένε μου και άγνωστέ μου,

που περπατάς στα ξένα, στα ξένα στα μακρινά και άγνωστα.

./.

Εγώ σ’ αυτό τον κόσμο παντρεύτηκα

και πήρα φραγκοπούλα που ήταν μάγισσα.

./.

Μαγεύει όλο τον κόσμο και την θάλασσα,

μάγεψε κ’ εμένα τον ξένο, τον παντελώς ξένο.

./.

Οι παραδοσιακοί κεφαλοδεσμοί


Οι παραδοσιακοί κεφαλοδεσμοί

ΚΕΦΑΛΟΚΑΛΥΜΜΑΤΑ:

ΑΝΔΡΙΚΟΣ:

¤ Κετσέ ή κιατσά: κάλυμμα φτιαγμένο από κετσέ, δηλαδή πεπιεσμένο μαλλί, μαύρο ή λευκό. Είχε σχήμα θολωτό και έφερε στο γύρο μαύρο τσιτ’ ή σερβέττα. 

      ¤ Καλπάκ’ (τουρκ. γαλπάχ ή γαλπάγ): παλιό τούρκικο κεφαλοκάλυμμα που φόρεσαν και οι ‘Ελληνες του Πόντου. Πάνω ήταν επίπεδο, φτιαγμένο από κετσέ ή τσόχα με αστάρι και βαμβάκι κεντημένο. Το καλπάκι των μεταλλουργών ήταν φτιαγμένο από σαμουρόγουνα και έφερε στην προμετωπίδα χρυσά εμβλήματα (σφυρί, μοχλό και θρυαλλίδα).

¤ Τερλίκ’ ή ταρλίκ’: κάλυμμα σε σχήμα φεσιού από κετσέ στην αρχή και από χασεδένιο ύφασμα, κεντημένο αργότερα. Από το τελευταίο (ή και από κετσέ) αποτελούνταν το καβούκ ( ή χαβούγ΄/ χαβουχ’) και το φορούσαν παλαιότερα οι Τούρκοι. Το χασεδένιο τερλίκ’ το φορούσαν από κάτω από την κετσέ και το φέσι αργότερα, για τον ιδρώτα. Είχε στο γύρω του από την κάτω πλευρά πούρτζα (δηλαδή σαντζάκι) και στην κορφή κουκούλ’, είδος μικρής φούντας.

¤ Το παπακ’ ή παπάγ’: κάλυμμα από δέρμα προβάτου με φόδρα από μέσα ή και από αστρακάν’ στο πάνω επίπεδο.

¤ Κουκούλα: φοριόταν αρχικά μόνο από τους Λαζούς που χρησιμοποιούσαν ζίπκα. Κατόπιν από τους νέους της Κρώμνης και της Σάντας. Φτιαχνόταν από λεπτό εγχώριο μαύρο σάλι ή τσόχα με δυο ταινίες μακριές από το ίδιο ύφασμα που τυλίγονταν γύρω από το μέτωπο και κύκλωναν το κεφάλι με δέσιμο στο πίσω μέρος. Οι ταινίες αυτές έφεραν στο γύρο και στο μέρος της κεφαλής που ήταν η κουκούλα, σιρίτια χρυσοκεντημένα. Κρόσσος υπήρχε και στην κορυφή του καλύμματος.

¤ Φεσ’ ή φασ’: ήταν κόκκινο ή βυσσινί ή και μαύρο με φούντα πίσω (τουρκ. πισκιούλ’, πισκίλ’) από νήματα μαύρα ή γαλάζια. Γύρω του έδεναν μαύρο τσιτ’ ή τσαλμά (τουρκ) και οι νέοι την τσαβράν. Σε παλαιότερα χρόνια φορούσαν και οι γυναίκες φέσι με φούντα. Στην Κρώμνη συνηθιζόταν το φενερλίν’ κιουλλάχι, είδος φέσι πτυχωτό με ειδικό μεταξωτό λεπτό περιτύλιγμα πολύχρωμο που κατασκευαζόταν στην Τρίπολη της Αφρικής.

Σαν περιβλήματα μαζί με τα καλύμματα της κεφαλής έφεραν διάφορα υφάσματα λεπτότατα, τετράγωνα με σταμπωτά λουλούδια στην παρυφή ή και σε όλη την επιφάνεια, τα λεγόμενα τσίτεα ή και άλλο μαντήλι χρωματιστό βαμβακερό, μεταξωτό ή λινό. Ένα τέτοιο περίβλημα ήταν και η σερβέττα από λεπτό μαύρο πανί που παλαιότερα ήταν κίτρινο. Την σερβέττα την τύλιγαν ολόγυρα στην κετσέ και στο φέσι, ενώ οι αρχιερείς την τύλιγαν κάποτε γύρω από το καλυμαύχι. 

ΠΑΙΔΙΚΟΣ:

Τα κορίτσια κάλυπταν το κεφάλι με δουλπάν ή με γιαζμά λευκή ή κίτρινη με χρωματιστά κλαδιά.

ΓΥΝΑΙΚΕΙΟΣ:

         ¤ Τάπλα: δισκοειδές χαμηλό κάλυμμα της κεφαλής που έφερε εσωτερικώς λεπτό στρογγυλό έλασμα. Το τμήμα που υπήρχε στο πάνω μέρος της κεφαλής σχημάτιζε δίσκο ενώ ο γύρω από το μέτωπο και προς τα πίσω γύρος παρουσίαζε ταινία 2-3 δακτύλων. Ο γύρος ήταν καλυμμένος με λεπτότατο σταμπωτό κόκκινο ύφασμα, το πολίτ’κον τσίτ’, δεμένο με τέτοιο τρόπο ώστε να φαίνονται τα χρωματιστά του σχήματα, τα πλούμια. Το κάτω τμήμα του στο μέτωπο άφηνε να διακρίνεται σειρά νομισμάτων δωδεκάγροσων (ρουμπιέδων) ή εικοσιπεντάγροσων (γαζίων) με τρύπα στο πάνω μέρος και ραμμένων με τέτοιο τρόπο ώστε το μισό του ενός να καλύπτει το μισό του διπλανού. Στα δυο άκρα της σειράς ήταν ραμμένα ένα ή κάποτε και δύο μεγαλύτερα φλουριά (μαχμουδιέδες)-75 γροσίων). Το σύνολο των φλουριών έφτανε τα 33-35. Άλλά μικρά φλουριά ήταν συχνά ραμμένα σε μικρές στενές κορδέλες μεταξωτές μαύρες (γαϊτάνια), οι οποίες, εξαρτημένες πλαγίως δεξιά κα αριστερά από το γύρο της τάπλας, έδεναν πίσω ή και κάτω από την πλεξίδα ή τις πλεξίδες. Η τάπλα όταν δεν έφερε τεπελίκ’ ή όταν δεν αντικαθίστατο από το κουρσίν, εκαλύπτετο με πυκνές σειρές νημάτων μαύρων ή γαλάζιων μεταξωτών κεντημένων με κύκλους ακτινοειδώς από το γύρω προς το κέντρο.

¤ Τεπελίκ’ (τουρκ. ταπαλίκ’): ήταν τάπλα που έφερε στην πάνω επιφάνεια ραμμένο λεπτό στρογγυλό ασημένιο ή επίχρυσο έλασμα με ανάγλυφα σχήματα ή με νομίσματα, βαλμένα το ένα δίπλα στο άλλο. Το έλασμα κάποτε αντικαθιστά χρυσοκέντητο τμήμα.

¤ Το φιντσάν’ ή κουκούλ’: το φορούσαν οι ηλικιωμένες. Σε μεταγενέστερους χρόνους φορούσαν τα τσαμπάρα, δηλαδή πολλά τσίτεα το ένα πάνω στο άλλο με μια βοχτσά πάνω από όλα.

Από τα τσίτεα που υπήρχαν στα τσαμπάρα εκείνο που δενόταν ήταν λευκό ενώ τα υπόλοιπα ήταν σκούρου χρώματος ή μαύρα. Το τεπελίκ’ καθώς και την τάπλα έφεραν στην κεφαλή κάπως λοξά και χαμηλά κάπως στο μέτωπο. Τα δύο αυτά είδη κεφαλοκαλυμμάτων καθώς και το κουρσίν στερεωνόταν με κορδόνια μεταξωτά, που δένονταν ή πίσω και κάτω από την πλεξίδα ή κάτω από το λαιμό αφού περνούσαν κάτω από τα αυτιά.

¤ Το κουρσίν ήταν είδος τεπελίκι κεντημένο πάνω με χρυσό νήμα ή με κεντημένο άνθος στο μέσο. Κάποτε έφερο κρόσσο από νήματα χρυσά και κρέμονταν στον αριστερό κρόταφο. Ολόγυρα είχε φλουριά και δενόταν με δύο δέρματα κάτω από την πλεξίδα.

¤ Στη Λιβερά χρησιμοποιούσαν τετράγωνο, διπλωμένο τριγωνικά, λευκό μαντήλι, την κατζοδέτραν, που κάλυπτε όλο το τριχωτό μέρος της κεφαλής. Τα άκρα της στριφογύριζαν και έδεναν πάνω από το μέτωπο. Πάνω της έδεναν με όμοιο τρόπο και άλλο κάλυμμα, το λετζέκ’, μαντήλι βαμβακερό με σταμπωτά κλαδιά και πάνω του δεύτερο λετζέκ’.

¤ Το τερλίκ’ και ταρλίκ’, κάλυμμα της κεφαλής κεντημένο με χρωματιστά νήματα, έφερε κάποτε νομίσματα στο γύρο, πούρτζα (σατζάκι) και κέντημα σε σχήμα μικρών τριγώνων.

¤ Η βαλά, το νυφικό κάλυμμα, χρησιμοποιούταν στο Ακ Νταγ Ματέν. Το πουλλούν ή πουρλούν (Κοτύωρα) ήταν λεπτό κόκκινο ή πράσινο νυφικό κάλυμμα.

¤ Το σαλ’ ήταν μάλλινο ύφασμα τετράγωνο μονόχρωμο ή πολύχρωμο που κάλυπτε σαν μπέρτα την κεφαλή, τα νώτα και τη μέση.

¤ Το τσαρκούλ’, πλατύ σαν το τούρκικο σαρτσάφ’ ήταν κάλυμμα μεταξωτό λευκό που κάλυπτε όλο το σώμα της γυναίκας από την κεφαλή ως τα πόδια. Στο Καραπερτσίν Αμισού, τσαρκούλ’ έλεγαν και το καμαρωτέρ’.

¤ Η καγιά ήταν επίσης ποδήρης καλύπτρα. Το καμαρωτέρ’ ήταν η συνήθης νυφική καλύπτρα (στη Λιβερά λεγόταν και καμάρα). Λεγόταν και τουβάκι (Κοτύωρα, Σινώπη) καθώς και λετζέκ’ (Σούρμενα) και τουλ’ (Πουλαντζάκη). 

ΚΟΣΜΗΜΑΤΑ ΚΕΦΑΛΗΣ

Οι γυναίκες του Πόντου είχαν τα φλουριά της τάπλας, που διακοσμούσαν το μέτωπο και τις δύο στενές ταινίες που έδεναν κάτω από την πλεξίδα. Επίσης είχαν το τεπελίκ’, ασημένιο ή επίχρυσο δίσκο και το χιλάλ’ στο μέτωπο αντί των νομισμάτων της τάπλας. Ήταν πλεκτή από χρυσό σύρμα ταινία της οποίας το μήκος ήταν όσο και η απόσταση μεταξύ των δύο κροτάφων. Τα σκουλαρίκια ήταν συνήθως καφασωτά και στενόμακρα.

¤ Τα τετίκια ή τατίκια, κοσμήματα των πλεξίδων φτιαγμένα από εφτά ασημένιες αλυσίδες που η κάθε μια έφερε στο άκρο από ένα φλουρί πεντάγροσο (τουρκ. βεσλίκ) που κρεμόταν από πλατύ ασημένιο ή χρυσό τμήμα. Κάποτε έφερε και ματόχαντρα και σαμσάδες «για το μάτι».

¤ Το τσαφ’ ήταν κόσμημα της κεφαλής που αντικαθιστούσε τα φλουριά στα χωριά και που κρεμόταν από το κουρσίν, αποτελούμενο από διπλή σειρά αλυσίδες, που η κάθε μία έφερε στα δύο άκρα ασημένια τμήματα και επίχρυσα μονόγροσα ή ψευτοφούλιρα.

¤ Το τουλπίρ’: το Ακ Νταγ Ματέν ήταν ασυμένια αλυσίδα με πόρπες αριστερά και δεξιά της κεφαλής που καρφώνονταν στα καλύμματα της κεφαλής.

¤ Τα μαλλοδέματα, δεσίματα των μαλλιών, ήταν στην αρχή γαϊτάνια μεταξωτά. Σε μεταγενέστερη εποχή έγιναν ασημένιες αλυσίδες από τις οποίες ήταν εξαρτημένα ασημένια νομίσματα και ματοζήνιχα που τα κρεμούσαν στις πλεξίδες τα κορίτσια και οι νεαρές γυναίκες. 

Πηγές: Δ.Η. Οικονομίδου, Περί αμφιέσεως, Αρχείον του Πόντου Β1929, σσ8 κεξ.

Οδ. Λαμψίδου- Αρ. Ραζή, Ευρετήριον απεικονίσεων και φωτογραφιών του Πόντου και των Ελλήνων Ποντίων 1977, σ. 297.

Δ.Η. Οικονομίδου, Περί αμφιέσεως, ό.π. σσ.25 κεξ. Οδ. Λαμψάκου ο.π. (σσ)297.

Δ.Η. Οικονομίδου, Περί αμφιέσεως, ο.π. (σσ) 45-47.

 

Ευχαριστώ από καρδιάς τον κύριο Ν. Ζουρνατζίδη για την ευγενική χειρονομία του να μου δώσει την άδεια για το παραπάνω άρθρο το οποίο είναι αναρτημένο και στο ιστολόγιο www.serra.gr.

 

Αρέσει σε %d bloggers: