Posts from the ‘Βιογραφίες Πόντιων Καλλιτεχνών’ Category

ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΟΣΙΝΑΚΙΔΗΣ «Ποσινάκ’ς»


ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΟΣΙΝΑΚΙΔΗΣ
«Ποσινάκ’ς»
Χαψίκιοϊ (Μελιανάντων) Άνω Ματσούκας 1892-Άγιος Δημήτριος Κοζάνης 1963,

Η κάλη μ’ πάει σα πρό’ατα, η νύφε μ’ πάει σ’ αρνία
και ο Γιωρίκας τρώει, πιν’ και λάσκεται απέσ’ σα καφενεία,

ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΟΣΙΝΑΚΙΔΗΣ «Ποσινάκ’ς»

Ανάγνωση του υπολοίπου…

Φάνης Κουρουκλίδης (Βιογραφία)


Φάνης ΚουρουκλίδηςΟ Φάνης Κουρουκλίδης γεννήθηκε στις 20/10/76 στην Παναγία Φανερωμένη του Δήμου Θεσσαλονίκης από γονείς πoντίους, την Αλεξάνδρα Χριστοφορίδου και τον Άγγελο Κουρουκλίδη. Έχει άλλα δύο αδέρφια, τον Σταύρο που είναι ο πρωτότοκος και τη Μαριάννα που είναι η μικρότερη της οικογενείας.
Η καταγωγή του πατέρα του είναι από το Πολυδένδρι – Ασκού – Λαγκαδά του νομού Θεσσαλονίκης. Η καταγωγή της μητέρας του είναι από το Φίλυρο Θεσσαλονίκης. Η προσφυγική καταγωγή του από την πλευρά του πατέρα του είναι από το Ακ-Τας των Κοτυώρων. Από την πλευρά της μάνας του είναι από την περιοχή του Κάρς και τη Σαντά της Τραπεζούντας.
Τα πρώτα του παιδικά χρόνια τα έζησε στην Παναγία Φανερωμένη, όπου σε ηλικία 6,5 χρονών και με την παρότρυνση της πολυαγαπημένης του μητέρας Αλεξάνδρας, διδάχτηκε για πρώτη φορά την ποντιακή λύρα.
Στα χρόνια που ακολούθησαν, αναδείχτηκε το φυσικό του ταλέντο και σε ηλικία 12 ετών έγινε ο πιο μικρός επαγγελματίας λυράρης του ποντιακού ελληνισμού. Δάσκαλός του στα πρώτα του βήματα είναι ο θείος του Σταύρος Κουρουκλίδης. Στη συνέχεια και για 3 με 4 χρόνια τον ανέλαβε ο « Δάσκαλος των Δασκάλων» Τάκης Σαχινίδης. Ο οποίος ουσιαστικά γαλούχησε και ενέπνευσε το μικρό του μαθητή διαμορφώνοντας το παίξιμό του στη λύρα. Αργότερα, μελετώντας το παίξιμο του καταξιωμένου και σεβαστού λυράρη Παναγιώτη Ασλανίδη, δεξιοτέχνη του δοξαριού, βελτίωσε ακόμη περισσότερο την ήδη αξιόλογη τεχνική του.
Η πρώτη του επαγγελματική δουλειά στα ποντιακά μαγαζιά έγινε στο πλευρό του Τάκη Παπαδόπουλου που τον βοήθησε αμέριστα στα πρώτα του αυτά βήματα. Η πρώτη αυτή και συνάμα ιστορική για το Φάνη Κουρουκλίδη συνεργασία σε ηλικία μόλις 12 χρονών έγινε στο κέντρο «Φαντασία» το Σεπτέμβριο του 1988, στον Κορινό Κατερίνης.Δύο χρόνια αργότερα το 1990 και αφού απέσπασε την αποδοχή του κόσμου με την πρώτη επιτυχημένη εμφάνισή του, συμμετέχει στο μουσικό σχήμα του κέντρου «Πλατανάκια», στη στροφή του Φιλύρου, πάλι στο πλευρό του Τάκη Παπαδόπουλου.
Τα επόμενα 2 χρόνια ως το 1992 απουσιάζει από τη νυχτερινή ζωή, συμμετέχοντας μόνο σε γάμους, βαπτίσεις και εκδηλώσεις δήμων και κοινοτήτων, καθώς και εκδηλώσεων των ποντιακών σωματείων, μαζί με τον αξιόλογο ερμηνευτή Θέμη Ιακωβίδη.Το 1993 και για ένα χρόνο, εγκαθίσταται στην Αθήνα όπου και συμμετέχει στον ποντιακό σύλλογο «Αργοναύτες Κομνηνοί» Καλλιθέας, μαζί με το σπουδαίο χοροδιδάσκαλο Χρήστο Θεοδωριδη. Παράλληλα εργάζεται στο ποντιακό κέντρο «Πρόσφυγας», ιδιοκτησίας του Γρηγόρη Τσαλγατίδη, μαζί με τους Γιάννη Τσανάκαλη (λύρα-τραγούδι) και το Βασίλη Πασχαλίδη (τραγούδι).Το 1994, στο νεοϊδρυθέν κέντρο «Κάστρο» ιδιοκτησίας και αυτό του Γρηγόρη Τσαλγατίδη, συνεργάζεται με το Στάθη Νικολαϊδη και το Μιχάλη Καλιοντζίδη. Το 1994 επιστρέφει πίσω στη γενέτειρα του Θεσσαλονίκη όπου και εργάζεται στην ποντιακή ταβέρνα «Παρακάθ’» με συνεργάτες τους ιδιοκτήτες και τραγουδιστές Αχιλλέα Βασιλειάδη, Γιάννη Κουρτίδη και Κώστα Σιαμίδη. Μετά από 3 – 4 μήνες και με μια επιτυχή καθόλα συνεργασία, αποχωρεί και εντάσσεται στο μουσικό σχήμα του ποντιακού κέντρου «Λεμόνα» έπειτα από πρόταση του Χρήστου Παπαδόπουλου, με συνεργάτες τον αείμνηστο Θόδωρο Παυλίδη και το Μπάμπη Κεμανετζίδη (1994 – 1995).
Το 1996 – 1997 εργάζεται πάλι στο πλευρό του Χρήστου Παπαδόπουλου και στο κέντρο «Κοσμοκίνηση». Το 1996 απέχει από τη νυχτερινή ζωή λόγω πένθους του συνεργάτη του Χρήστου Παπαδόπουλου. Τέλη του 1996 με αρχές του 1997 επανέρχονται ως σχήμα επιστρέφοντας στην «Κοσμοκίνηση» και στη νυχτερινή ζωή της πόλης. Το 1997 – 1998 το επιτυχημένο δίδυμο εμφανίζεται στο κέντρο «Λεμόνα» συνεχίζοντας την ανοδική πορεία του, παρέα αυτή τη φορά με το Γιάννη Χριστοδουλίδη.
Τέλη του 1998 και μετά από 3 συνεχείς αναβολές, ντύνεται στο χακί. Υπηρετεί τη στρατιωτική του θητεία στο πεζικό με ειδικότητα οδηγού ερπιστριοφόρου. Απολύεται τον Ιούλιο του 1999 και συνεχίζει τις καλοκαιρινές του εμφανίσεις σε γάμους , πανηγύρια και τοπικές εκδηλώσεις ποντιακών συλλόγων.Τέλη του 1999 με 2000 και 2001 εμφανίζεται στο οικογενειακό κέντρο « Πόρτες» με το Γιώργο Σιδηρόπουλο και το Γιάννη Χριστοδουλίδη. Αυτή η περίοδος του 2000 θα είναι και η πιο τραγική στη ζωή του ευαίσθητου λυράρη Φάνη Κουρουκλίδη. Μετά από εγκεφαλικό επεισόδιο αφήνει την τελευταία της πνοή η πολυαγαπημένη του μητέρα Αλεξάνδρα στης 16/2/2000.
Το 2002 είναι η απαρχή μιας συνεργασίας με το Θόδωρο Παυλίδη σε γάμους, πανηγύρια και εκδηλώσεις συλλόγων. Μιά συνεργασία που έμελε να πραγματοποιηθεί και να γίνει πράξη μετά από κυοφορία 15 ολόκληρων χρόνων. Το χειμώνα του ιδίου χρόνου εμφανίζεται σε περίοδο τετραμήνου στην «Πύλη Αξιού», όπου μαζί με άλλους λυράρηδες άνοιγε το πρόγραμμα του μεγάλου ερμηνευτή Βασίλη Καρρά.
Το 2003 βιώνει σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα από το χαμό της μητέρας του και το χαμό του στενού του φίλου και συνεργάτη αειμνήστου πλέον Θεόδωρου Παυλίδη. Ο επί πολλά έτη επιστήθιος φίλος του σκοτώνεται σε τροχαίο ατύχημα, παραμονή της πρεμιέρας στο κέντρο «Μίθριο» όπου και θα εμφανιζόταν. Οι στιγμές δύσκολες, μα η ζωή δε σταμάτησε να κυλά. Έτσι τη θέση του εκλιπόντος παίρνει ο επίσης καλός του φίλος Γιάννης Χριστοδουλίδης.Το 2004 συνεργάζεται για πρώτη φορά με τον εκλεκτό καλλιτέχνη Σταύρο Σαββίδη ιδιοκτήτη του κέντρου «Ακρίτας Παλλάς» στην Πατρίδα Βεροίας. Στο σχήμα συμμετέχει επίσης και ο Μιχάλης Κουρτίδης (λύρα – τραγούδι).Την ίδια χρονιά (2004) και στης 26/6/2004 ενώνεται με τα ιερά δεσμά του γάμου με την επι σειρά ετών σύντροφό της ζωής του, Μαρία Μακρίδου.
Το 2005-2006 εμφανίζεται στο κλάμπ «Χαμάμ» μαζί με το Χρήστο Παπαδόπουλο και το Γιώργο Σασκαλίδη. Παράλληλα δημιουργεί τη σχολή «Απόλλων» όπου διδάσκει λύρα στα μικρά και μεγάλα ποντιόπουλα. Το 2006-2007 τον βρίσκει στο « Δυτικό Μέγαρο» με τον Κώστα Θεοδοσιάδη και εντάσσεται στο δυναμικό του κέντρου «Κοσμοκίνηση» μαζί με τον ιδιοκτήτη του Γιώργο Σιδηρόπουλο.Στης 21/6/2008 η οικογένεια του Φάνη Κουρουκλίδη αποκτά το πρώτο της παιδί, την Αλεξάνδρα, που ενσαρκώνει και καλύπτει τον άδικο χαμό της αγαπημένης του μητέρας.
Το 2008-2009 εμφανίστηκε στο κέντρο «Μίθριο» μαζί με τον Κώστα Θεοδοσιάδη και τον Φεβρουάριο του 2009 βρίσκεται στην Πατρίδα Βεροίας και στο κέντρο «Ακρίτας Παλλάς»πάλι με τον Κώστα Θεοδοσιάδη.
Μέχρι και σήμερα ζει και εργάζεται στη Θεσσαλονίκη έχοντας στο πλάϊ του τη σύντροφο της ζωής του Μαρία και την πολυαγαπημένη του κόρη Αλεξάνδρα.
ΟΙ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΕΣ ΤΟΥ ΦΑΝΗ ΜΕ ΠΟΝΤΙΑΚΟΥΣ ΣΥΛΛΟΓΟΥΣ:
Από μικρός ακόμη συνεργάστηκε με το σύλλογο Καλλιθέας Συκεών όπου μάθαινε στη λύρα τους ποντιακούς χορούς, από το Γιώργο Κοσυφίδη με το μεγάλο και μικρό χορευτικό. Συνεργάστηκε επίσης με το σύλλογο «Ένωση Ποντίων Πολίχνης» με το Γιάννη Πιλαλίδη, με τον σύλλογο Λευκοτοπιτών Θεσσαλονίκης με τον Τάκη Ζερλεκίδη.
Αργότερα με τους «Αργοναύτες Κομνηνούς» Καλλιθέας Αθηνών με το Χρήστο Θεοδωρίδη, με το σύλλογο Λακκώματος Χαλκιδικής με το Γιάννη Ζερλελίδη. Συνεργάστηκε κατά καιρούς με τους «Κρωμναίους» Καλαμαριάς με το Μάκη Πετρίδη, με το σύλλογο «Αλέξανδρος Υψηλάντης» Ηλιούπολης Θεσσαλονίκης, με το Νίκο Κυριακίδη, με τους «Ακρίτες του Πόντου» Σταυρούπολης. Δίδαξε σε Γερμανία – Αυστρία – Κρήτη και Χαλκιδική μαζί με τον κοινωνιολόγο Σάββα Μαυρίδη και το χοροδιδάσκαλο Χρήστο Θεοδωρίδη.
Εμπλεκόμενος με το σωματείο «Καλλιτεχνική Στέγη Ποντίων Βορείου Ελλάδος» βρέθηκε ανάμεσα στα μεγαλύτερα ονόματα του ποντιακού χώρου.
Καταξιώθηκε ως συνθέτης με 17 προσωπικές δουλειές στην εταιρία Vasipap και με 10 συμμετοχές με όλους τους μεγάλους τραγουδιστές, στιχουργούς και μουσικούς, συνεχίζει ακμαία την ανοδική του πορεία. Έπαιξε με τα μεγαλύτερα χορευτικά συγκροτήματα της Ελλάδος σε εκδηλώσεις και φεστιβάλ στην Ελλάδα Ευρώπη κ Αμερική . Με μοναδικά χαρίσματα που χαρακτηρίζουν τον εμπνευσμένο δημιουργό, θεωρείται ως ένας από τους ικανότερους συνεχιστές της ποντιακής παράδοσης και κληρονομιάς.  Η παραπάνω Βιογραφία αναρτήθηκε στο προσωπικό προφίλ του καλλιτέχνη.

πηγή: https://www.facebook.com/Φάνης-Κουρουκλίδης-Fanis-Kourouklidis

Βιογραφικό Σημείωμα, Πολύκαρπος Β. Παυλίδης (Πόλυς Παυλίδης)


ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΗΣ, Ο ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΑΣ (1907-1969)


          ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΗΣ, Ο ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΑΣ (1907-1969)
Πρωτομάστορες της ποντιακής μουσικής
Απόστολος Αθανασιάδης, ο Αποστολίκας (1907-1969),

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΗΣ, Ο ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΑΣ (1907-1969)

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΗΣ, Ο ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΑΣ (1907-1969)

Ο Απόστολος Αθανασιάδης, ο «Αποστολίκας» όπως τον θυμούνται οι παλαιότεροι, γεννήθηκε το 1907 στην Ποπάρζα, ένα μικρό ορεινό χωριό της Ματσούκας. Οι γονείς του, Κωνσταντίνος και Παρθένα, ζούσαν από την κτηνοτροφία. Ο Αποστολίκας έμαθε να παίζει λύρα σε ηλικία μικρότερη των δέκα ετών και ήταν αυτοδίδακτος, όπως άλλωστε οι περισσότεροι λυράρηδες της γενιάς του.
Όταν ο Αποστολίκας ήταν ακόμη παιδί, ο πατέρας του αποφάσισε να μεταναστεύσει στην Κωνσταντινούπολη και, καθώς ήταν μερακλής και άνθρωπος του ποτού, αποφάσισε να πάρει μαζί του για συντροφιά τον Απόστολο, που ήταν το μικρότερο από τα πέντε παιδιά του. Ο Αποστολίκας δεν θα ξαναδεί τον Πόντο και το χωριό του, την Ποπάρζα. Στην Κωνσταντινούπολη θα συμμετέχει με τη λύρα του στις διασκεδάσεις της μικρής παροικίας που είχαν σχηματίσει οι συμπατριώτες του, Πόντιοι αλλά και ποντιόφωνοι μουσουλμάνοι από τα χωριά της Τραπεζούντας, ενώ παράλληλα θα εργαστεί ως παραγιός δίπλα σε έναν μαραγκό, από τον οποίο θα διδαχθεί την τέχνη της ξυλουργικής, και θα εξελιχθεί όχι μόνο σε έναν από τους κορυφαίους λυράρηδες της εποχής του, αλλά και σε έναν από τους καλύτερους κατασκευαστές ποντιακής λύρας.
Η Κωνσταντινούπολη στάθηκε μεγάλη αποκάλυψη για το νεαρό Αποστολίκα. Πέρα από την εντύπωση που του προξένησε η ομορφιά της, για την οποία θα μιλούσε με θαυμασμό μέχρι το τέλος της ζωής του, θα είχε την ευκαιρία να αποκτήσει νέα μουσικά ακούσματα, τελείως διαφορετικά από αυτά που είχε από το χωριό του και τα οποία περιορίζονταν στη μουσική παράδοση της Ματσούκας και της γειτονικής Τόνγιας. Θα γοητευθεί από τον μουσικό πλούτο της Ανατολής και θα προσθέσει στο ρεπερτόριό του τούρκικα λαϊκά τραγούδια και μακρόσυρτους αμανέδες, που θα συνηθίζει να παίζει ακόμη και μετά τον ερχομό του στην Ελλάδα.
Με την υπογραφή της συνθήκης της Λωζάννης, η οποία συμπεριέλαβε μεταξύ των ανταλλαξίμων και τους προσωρινά εγκατεστημένους στην Κωνσταντινούπολη εσωτερικούς μετανάστες, ο Αποστολίκας και ο πατέρας του υποχρεώθηκαν να έρθουν στην Ελλάδα. Μετά από σύντομη παραμονή στον Πειραιά ανέβηκαν στη Μακεδονία και εγκαταστάθηκαν οριστικά μαζί με τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας, που είχαν έρθει στο μεταξύ από την Τραπεζούντα, σε ένα κεφαλοχώρι της Πτολεμαΐδας, που σύντομα θα μετονομαστεί από τους νέους κατοίκους του σε Κομνηνά.
Τα Κομνηνά θα αποτελέσουν τη φιλόξενη στέγη που θα υποδεχθεί περισσότερες από 250 ποντιακές οικογένειες, στη συντριπτική τους πλειοψηφία από χωριά της Ματσούκας (Σπέλια, Άγουρσα, Σανογιά, Δανίαχα, Λιβερά, Ποπάρζα). Ο Αποστολίκας θα είναι ο ακούραστος λυράρης αυτού του μεγάλου ποντιακού χωριού, στο οποίο θα μεταφυτευθεί αυτούσια η μουσική παράδοση της Ματσούκας με θαυμάσιους παραδοσιακούς τραγουδιστές, όπως τον «Παντζάρ’» (Αντώνιο Παντζερίδη) από την Άγουρσα, τον «Θόδωρον τον Που’άρ’» (Θεόδωρο Πουγαρίδη) από την Ποπάρζα, τον «Κακοχείμ’ το Νικόλα» (Νικόλαο Κατωτοικίδη) από την Άγουρσα κ.α.
Από το γάμο του με τη Γενοβέφα Παρθενοπούλου, η οποία καταγόταν από τη Βαρενού της Αργυρούπολης και είχε εγκατασταθεί με την οικογένειά της στο γειτονικό χωριό Πελαργός, ο Αποστολίκας θα αποκτήσει έξι παιδιά. Θα ζήσει όλη την υπόλοιπη ζωή του στα Κομνηνά ασκώντας το επάγγελμα του ξυλουργού και αργότερα του ιδιοκτήτη αλευρόμυλου, ενώ την περίοδο 1948-1953 θα αναγκαστεί λόγω των γεγονότων του εμφυλίου πολέμου να καταφύγει με την οικογένειά του στην Καλαμαριά.
Μετά το τέλος του εμφυλίου ο Αποστολίκας θα επιστρέψει με την οικογένειά του στα Κομνηνά, όπου θα ζήσει μέχρι το τέλος της ζωής του. Τα τελευταία του χρόνια τα πέρασε μέσα σε μια μόνιμη μελαγχολία, η οποία οφειλόταν στο γεγονός ότι και τα έξι παιδιά του είχαν αναγκαστεί να μεταναστεύσουν στο εξωτερικό. Μοναδικό αντίδοτο σε αυτή του τη δυστυχία ήταν ένα γερμανικό μαγνητόφωνο Grundig που του χάρισε ο γιος του Νίκος. Με αυτό κατέγραφε όλα τα γλέντια των συγχωριανών του και έστελνε τις μαγνητοταινίες στα παιδιά του ως ενθύμιο από την πατρίδα. Χάρις σε αυτή την όψιμη εξοικείωση του Αποστολίκα με τη σύγχρονη τεχνολογία έχουμε σήμερα στη διάθεσή μας πάμπολλες ερασιτεχνικές ηχογραφήσεις με παραδοσιακούς τραγουδιστές της πρώτης προσφυγικής γενιάς που ζούσαν στα Κομνηνά.
Ο Αποστολίκας έμεινε στη μνήμη όσων των γνώρισαν για την ανιδιοτέλειά του, την πραότητα του χαρακτήρα του και, φυσικά, για το παραδοσιακό και ανόθευτο από σύγχρονες επιρροές παίξιμό του. Θεωρείται ως ένας από τους πιο σημαντικούς λυράρηδες της πρώτης προσφυγικής γενιάς, ο κορυφαίος ίσως στην εκτέλεση των σκοπών της Ματσούκας. Ο μοναδικός τρόπος με τον οποίο έπαιζε το «ματσουκάτ’κον το μακρύν» συγκέντρωνε το θαυμασμό των συγχρόνων του, απέσπασε τα επαινετικά σχόλια ακόμη και του ίδιου του Γώγου (με τον οποίο, όπως και με τον πατέρα του το Σταύρη, τους συνέδεε φιλία και αλληλοεκτίμηση) και αποτέλεσε αντικείμενο μελέτης ακόμη και από σύγχρονους λυράρηδες.
Λίγο πριν το θάνατό του κάποιοι συμπατριώτες του που είχαν μεταναστεύσει στην Αμερική τον προσκάλεσαν να τους επισκεφτεί και να συμμετάσχει με τη λύρα του σε κάποια εκδήλωσή τους. Ο Αποστολίκας αποδέχθηκε την πρόσκληση, τυπώθηκαν μάλιστα και κάποιες αφίσες με τη φωτογραφία του, οι οποίες σώζονται μέχρι και σήμερα. Η ξαφνική όμως επιδείνωση της υγείας του δεν του επέτρεψε να πραγματοποιήσει αυτό το ταξίδι. Πέθανε στις 2 Ιουλίου του 1976 σε ηλικία 69 ετών από πνευμονικό οίδημα.
(Δημοσιεύθηκε στο 3ο τεύχος του περιοδικού Άμαστρις, Ιούλιος 2009)

Αρέσει σε %d bloggers: