
Γεννήθηκε στα Φάρασα της Καππαδοκίας στη Μικρά Ασία γύρω στο 1840, απεβίωσε στις 10 Νοεμβρίου του 1924 σε ηλικία 83 ετών, ενώ έμεινε γνωστός στους συντοπίτες του ως Χατζεφεντής.
Ήταν το ένα από τα δύο αγόρια του Ελευθερίου και της Βαρβάρας (επώνυμο Φράγκου ή Φραγκοπούλου). Σε νεαρή ηλικία έμεινε ορφανός και από τους δύο γονείς του, με αποτέλεσμα να ανατραφεί από την αδελφή της μητέρας του, ενώ αργότερα μετέβη για εκπαιδευτικούς λόγους πρώτα στη Νίγδη -όπου τελούσε υπό την προστασία της αδελφής του πατέρα του- και έπειτα στη Σμύρνη. Εκτός από ελληνικά ήξερε τουρκικά, αρμενικά και μερικά γαλλικά.
Σε ηλικία 26 ετών εκάρη μοναχός στη μονή του Τιμίου Προδρόμου στα Φλαβιανά (Ζιντζίντερε) της Καππαδοκίας, ενώ λίγο καιρό αργότερα χειροτονήθηκε διάκονος από τον, επίσης Φαρασιώτη, μητροπολίτη Καισαρείας Παΐσιο Β΄ και στάλθηκε στη γενέτειρά του, όπου άσκησε παράλληλα χρέη διδασκάλου. Γύρω στο 1870 χειροτονήθηκε πρώτα πρεσβύτερος και έπειτα αρχιμανδρίτης. Στη συνέχεια πραγματοποίησε ταξίδι προσκυνηματικού χαρακτήρα στους Αγίους Τόπους, λαμβάνοντας μετά την επιστροφή του το προσωνύμιο Χατζεφεντής. Υπήρξε ο πνευματικός ηγέτης της περιοχής των Φαράσων για περισσότερα από πενήντα χρόνια και διακρινόταν για τον ασκητικό τρόπο ζωής του.
Το 1924, βάσει της συνθήκης ανταλλαγής πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας – Τουρκίας, εκπατρίστηκε μαζί με τους υπόλοιπους κατοίκους των Φαράσων, ενώ κατά τη διάρκεια του ταξιδιού προς την Ελλάδα συμβούλευε και ενθάρρυνε τους συμπατριώτες του. Τον Οκτώβριο του ίδιου έτους εγκαταστάθηκε με τους υπόλοιπους συντοπίτες του στο Κάστρο της Κέρκυρας, όπου συνέχισε να ασκεί τα ιερατικά του καθήκοντα. Μετά από δύο εβδομάδες παραμονής στην Κέρκυρα ασθένησε και εισήχθη στο νοσοκομείο της πόλης, όπου απεβίωσε στις 10 Νοεμβρίου του 1924 σε ηλικία 83 ετών έπειτα από σύντομη νοσηλεία. Τάφηκε στο νεκροταφείο, που βρίσκεται στο ναό του Αγίου Γεωργίου, στο Δημοτικό Κοιμητήριο Κέρκυρας.