Ανέκδοτη Ιστορία Κρώμνης

Η γειτονάδες εκάθουσαν απάν ‘ς σο δώμαν τη Σοχτάβας, έπλεκαν τ’ ορτάρι͜α τουν, εμπάλωναν τα λώματα τοι μωρία τουν και εκεβεζέλεγευαν.

Ο Πότζιολον τη Μαρούλας, επέγ’νεν κ’ έρχουτον έμπρι͜α τουν, και με τ’ έναν τσ̌ιπίν φορκαλή, εκαθάριζεν τα δόντι͜α τ’.

Τερούν ατον οι γυναίκ’ και γελούν, κ’ ασ’ ολουνούς πολλά γελά η Φανή η Ιορδανάβα.

  • Φανή ντο γελάς; Ερωτά τεν η Βαρβάρα τη Τσουπογιάν’.
  • Και πώς να μη γελώ, ναι Βαρβάρα. Ασ’ ση Μαρούλας έρθα. Απάν ‘ς σο φαγίν ερούξα. Ντο έφαγαν; «Μαλέζ» δίχως ψωμίν, κ’ ο Πόντζιολον αγλαθι͜άζ’ τα δόντι͜α τ’, να εθαρρεί η γειτονία πως έφαγεν κρέας…

ΝεοΕλληνική Απόδοση

Οι γείτονες κάθονταν πάνω στην χωματοσκεπή της Σοχτάβας, έπλεκαν τις μάλλινες κάλτσες τους, μπάλωναν τα ρούχα των μωρών τους και κουβέντιαζαν.

Ο Πότζιολος της Μαρούλας, πηγαινοερχόταν περνώντας από μπροστά τους και με μια οδοντογλυφίδα, καθάριζε τα δόντια του.

Τον κοιτούν οι γυναίκες και γελούν, και πιο πολύ από όλες γελά η Φανή του Ιορδάνη.

  • Φανή γιατί γελάς; Την ρωτά η Βαρβάρα του Τσουπογιάννη.
  • Και πώς να μη γελώ, βρε Βαρβάρα. Από της Μαρούλας ήρθα. Τους πέτυχα πάνω στο φαγητό. Τι έφαγαν; Αλευρόσουπα χωρίς ψωμί και ο Πόντζιολος καθαρίζει τα δόντια του για να νομίζει η γειτονιά ότι έφαγε κρέας…

Πηγή: Συλλογή Ποντιακών Ανεκδότων σελ. 107, Γ. Κωνσταντινοπούλου – Σ. Ορφανίδη, Θεσσαλονίκη 1976