Παρουσίαση του βιβλίου «Η Καμπάνα του Πόντου χτυπάει στο Βέρμιο» της συγγραφέως Παρθένας Τσοκτουρίδου, από τον κ. Θεόδωρο Σαντά.
Παρουσίαση του βιβλίου «Η Καμπάνα του Πόντου χτυπάει στο Βέρμιο» της συγγραφέως Παρθένας Τσοκτουρίδου, από τον κ. Θεόδωρο Σαντά.
Την Τσοκτουρίδου που είναι η συγγραφέας του βιβλίου «Η καμπάνα του Πόντου χτυπάει στο Βέρμιο» και την οποία παρουσιάζουμε σήμερα με το φίλο Κώστα Νίγδελη, τη γνωρίζω από χρόνια. Μου δόθηκε η ευκαιρία να ασχοληθώ με το έργο της και να πω ,ότι είναι πολύ σπουδαίο και πολυποίκιλο. Περιδιαβαίνοντας τις σελίδες του πολύ όμορφου ,κατά κοινή ομολογία βιβλίου, έγινα κοινωνός ενός πεζού λόγου της συγγραφέως που είναι όντως ποιητικός .Ηχούν οι συνειρμοί της ψυχής της και δονούνται και οι δικές μας ψυχές που είμαστε κι εμείς φτιαγμένοι με της Ελλάδας τη ζύμη. Ο πόνος του Πόντου και τα μεράκια του ,έγιναν ο δικός της τρόπος ζωής .
Μεγάλος και διαρκής αγώνας, όνειρο ετών, ολονυχτίες και δάκρυ να καταγράψει ότι άφησε κληρονομιά ανεκτίμητη, εκείνη η ιδιαίτερη φυλή της Ελλάδας, η πυρρίχια φωνή, η φωνή η ατρόμητη, η απροσκύνητη που συνενώνει τις αρετές του έθνους , σε μια γιορτή, σ’ ένα χορό με τη λύρα του Πόντου, όπου με απόλυτο συγχρονισμό χορεύουν χιλιάδες χορευτές σε ένα κατάμεστο στάδιο να γιορτάσουν κάθε χρόνο την 19η Μαΐου την ημέρα της γενοκτονίας των Ελλήνων του Μικρασιατικού Πόντου. Είναι η ημερομηνία αυτή, ημέρα θλίψης και μνήμης και απότιση φόρου τιμής στους σφαγιασμένους αδελφούς μας, όταν στις 19 Μαΐου του 1919 ο Μουσταφά Κεμάλ επιβιβάστηκε στη Σαμψούντα για να ξεκινήσει η δεύτερη και πιο άγρια φάση της Ποντιακής γενοκτονίας.
Η Τσοκτουρίδου είναι μια τρυφερή ποιητική ψυχή , μια πλημμυρίδα συγκινησιακής γραφής που καταγράφει αυτά που άκουγε βραδιές ολόκληρες για τον Πόντο, απ ‘τους γονείς της και τους παππούδες της που δεν τη νανούριζαν με Κοκκινοσκουφίτσες, αλλά τα λόγια τους γύριζαν πάντοτε στα βιώματά τους, στον ξεριζωμό και στα μαρτύρια που υποβλήθηκαν μέχρι να ριζώσουν στη μητροπολιτική Ελλάδα. Όλοι γνωρίζουμε ότι και στη μητέρα Ελλάδα, τα πρώτα κυρίως χρόνια, αντιμετώπισαν άπειρες δυσκολίες, στερήσεις, θανάτους, μέχρι να μετατρέψει εκείνος ο προσφυγικός ελληνισμός βάλτους και άγονη γη, σε γη της επαγγελίας.
Η Τσοκτουρίδου μελέτησε ιστορικά βιβλία που αναφέρονται στον Ποντιακό και Μικρασιατικό ελληνισμό και είναι παραδεκτά από ιστορικούς εγνωσμένης αξίας ,ως προς την εγκυρότητα των στοιχείων τους. Θα το πω για πολλοστή φορά .Είμαι ένας ζηλωτής του έργου της, ένας θαυμαστής της αξιοθαύμαστης προσπάθειας που καταβάλλει να φέρει σε πέρας όλα με τα οποία ασχολείται κι ας ξέρω ότι σοβαρά προβλήματα δυσχεραίνουν το έργο της.
Κι όταν η συγγραφέας βιώνει το θαύμα τη φύσης, ευωδιάζει ο λόγος της και γίνεται ονειρικός .«Στην Παναγία Σουμελά» σελ 45 διαβάζουμε
«Έξω άκουγες τον ήσυχο ψίθυρο του ανέμου να αγκαλιάζει τις δυο σκιές της νύχτας που απομακρύνονταν στο βάθος, σε μια μουσική κυματιστή που έσμιγε με το φως του φεγγαριού..»
Ο Καβάφης μιλάει με πολύ σεβασμό για τον Πόντο και ομολογεί ότι αγαπάει το τραγούδι του Πόντου πιο πολύ από τα άλλα άσματα ,όπως ο ίδιος ισχυρίζεται στο ποίημά του «Άλωση της Πόλης» πόσο μάλλον μια αυθεντική Πόντια όπως είναι η συγγραφέας μας που ανάλωσε τον περισσότερο χρόνο από τη ζωή της να μελετήσει κάθε τι που έχει σχέση με τους προγόνους της. Μας λέει σε δυο στίχους του, ο Καβάφης «Από τα άλλα άσματα, πιο πολύ με άγγιξε το άσμα το Τραπεζούντιον, με την παράξενή του γλώσσα.
Θαυμάσια λειτουργεί η συγγραφέας μας στις αφηγήσεις προσώπων που δρουν στο βιβλίο της καθώς και στις περιγραφές με εικόνες της νύχτας. Συγκεκριμένα στο 1ο της διήγημα «Προλήψεις και δεισιδαιμονίες» διαβάζουμε: «Οι αχτίδες του φεγγαριού δραπετεύοντας από τα μονοπάτια της νύχτας, διαπέρασαν τις λευκοντυμένες πλεκτές κουρτίνες και χάιδεψαν τ’ ασημένια γέρικα μαλλιά τού παππού, νανουρίζοντάς τον. (σελ 12)».
Το βιβλίο περιέχει από απλές ιστορίες του παππού, της γιαγιάς ή της μάνας, μέχρι εκείνες που μιλάν για τη γενοκτονία του Πόντου και για ταξίδια στη Ρωσία ,Περιέχει επίσης, θυμοσοφικά, ιστορίες για αγίους, όπως για τον Άγιο Ελευθέριο το Βεριώτη και μιλάει για τροπάρια του Αγίου Γεωργίου, για Μωμόγερους ή Κοτζαμάνια,για προετοιμασίες γάμου,για την καμπάνα του Πόντου κλπ.
«Με τον πλούσιο εσωτερικό της κόσμο , με την ποιητική της δεινότητα και την πλούσια πολλών χρόνων λαογραφική συγκομιδή ,μελετώντας την ιστορία του ποντιακού ελληνισμού, μεταγγίζει ανεπαίσθητα τη γλυκιά ειρήνη της φύσης ,κάτι που έκανε με απαράμιλλο τρόπο ο αξεπέραστος Ζαχαρίας Παπαντωνίου . Κάτι ανάλογο συναντάμε στην Τσοκτουρίδου. Να τονίσουμε επίσης ,ότι ενυπάρχει μέσα στο λόγο της και η εκστατική φωνή του καλλιτέχνη, της ζωγράφου, της αγιογράφου, που αποκαλύπτεται ταπεινά και αβίαστα μπροστά στην ομορφιά και το μυστήριο της φύσης, – στην άβυσσο της θεϊκής αρμονίας του κόσμου-» ως θα ‘λεγε ο Αϊβαλιώτης Φώτης Κόντογλου. Οι αφηγήσεις στο βιβλίο αυτό αφήνουν στα μικρά παιδιά μια παιδαγωγική και ησυχαστική γλυκύτητα.
Θα πούμε δυο λόγια γενικά για τον Πόντο, να δούμε την προσφορά του στον ελληνισμό ανά τους αιώνες. Γύρω στα 1.000 π.X. τοποθετούν οι μελετητές την πραγματοποίηση των πρώτων εμπορικών ταξιδιών στην περιοχή του Πόντου για την αναζήτηση κυρίως χρυσού και άλλων μεταλλευμάτων. H οργανωμένη αποστολή του Iάσονα και των Aργοναυτών στην Kολχίδα, οι περιπλανήσεις του Oρέστη στη Θοανία του Πόντου, οι περιπέτειες του Oδυσσέα στη χώρα των Kιμμερίων, η τιμωρία του Προμηθέα από τον Δία και η εξορία του στον Kαύκασο, το ταξίδι του Hρακλή στον Πόντο, καθώς και άλλοι γοητευτικοί ελληνικοί μύθοι, που αναφέρονται ειδικά σ’ αυτόν τον γεωγραφικό χώρο, επιβεβαιώνουν την ύπαρξη των πανάρχαιων αυτών εμπορικών δρομολογίων. όπως μας πληροφορεί ο καθηγητής του ΑΠΘ, Κώστας Φωτιάδης.
Η ελληνική κοινωνία του μικρασιατικού Πόντου θα σημαδευτεί – όπως και κάθε άλλο μέρος του ελληνικού κόσμου- από τον εξισλαμισμό και την εμφάνιση του κρυπτοχριστιανικού φαινομένου. Το πρώτο κύμα εξισλαμισμών θα εμφανιστεί μετά την παράδοση της Τραπεζούντας στους Οθωμανούς. Οι χριστιανοί εκδιώκονται και περιθωριοποιούνται και οι εκκλησίες μετατρέπονται σε τεμένη. Στη Τραπεζούντα και στην περιφέρειά της, οι εξισλαμισμοί θα λάβουν μεγάλη έκταση. Αγαπητοί προσκεκλημένοι, ας ακούσουμε τι γράφει η συγγραφέας με τη γλαφυρότατη πένα της και πως διαδραματίζονται τα ιστορικά και μαρτυρικά γεγονότα της περιόδου εκείνης.
«Όσοι δεν ήσαν Μουσουλμάνο, εγκαταστάθηκαν αρχικά, μόνιμα στη Μικρά Ασία και αργότερα στη Βαλκανική Χερσόνησο. Οι Τούρκοι είχαν πρωτόγονα στοιχεία πολιτισμού και βίαιη συμπεριφορά απέναντι στους χριστιανούς, λόγω της κατωτερότητάς τους που αισθάνονταν απέναντί τους.
Πίστευαν ότι, έστω και με τη βία ,αν τους εξισλάμιζαν θα ήταν δυνατόν να δημιουργήσουν την αυτοκρατορία την οποία οραματίζονταν…………….
Και να ήταν μόνο αυτά. Οι Τούρκοι ήθελαν τους Χριστιανούς απαίδευτους, έτσι ώστε να χάσουν με τον καιρό την εθνική και εκκλησιαστική τους ταυτότητα. Η Εκκλησία αγωνίστηκε σκληρά να διατηρήσει τη γλώσσα, να διδάξει με το Οκτωήχι και το Ψαλτήρι γραφή και ανάγνωση, να συνεχίσει τις λαϊκές παραδόσεις χρησιμοποιώντας τους τεχνίτες και τους καλλιτέχνες, να διασώσει τη σοφία της κλασικής αρχαιότητας. Και όλα αυτά πραγματοποιήθηκαν στα μοναστήρια, στις εκκλησίες και στα κρυφά σχολειά. Εκεί μέσα οι κληρικοί διατήρησαν την πονεμένη ελπίδα των νέων και των γέρων για λευτεριά.» (σελ 65,Εφιαλτικά μαρτύρια).
Η συγγραφέας χρησιμοποιεί διαλόγους σύντομους και απλούς ώστε να γίνουν κατανοητές κάποιες έννοιες στα παιδιά και στην τέχνη του συνομιλείν παίρνει άριστα .Ας πάρουμε μία γεύση , όπου ο ένας ομιλητής είναι ο παππούς ο κατασταλαγμένος, ο γεμάτος με νηφαλιότητα και σοφία και από την άλλη ένα παιδί μικρό που προσπαθεί να του αποκαλυφθεί ο κόσμος, να βρει τις δικές του αξίες και στέρεα να πορευτεί στη ζωή με τη στήριξη των γονιών, με τις δικές του δυνάμεις και τη χάρη του Θεού .
Ας απολαύσουμε κι έναν διάλογο μεταξύ του μικρού Μιχαλάκη και του παππού του Μιχάλη: «-Πήγαιναν και τα παιδιά εξορία τότε παππού, ρώτησε ο Μιχαλάκης.
-Και βέβαια πήγαιναν !…Ο κάθε τόπος που αντικρίζαμε ,σήμαινε τον τελικό προορισμό για μας. Αλλά δυστυχώς ,τελικός προορισμός δεν υπήρχε. Σε λίγες μέρες έρχονταν πάντα αυστηρές διαταγές να ξαναριχτούμε στους δρόμους του μαρτυρικού μας θανάτου και να εξοντωθούμε από την πείνα και την εξάντληση του άσκοπου και πολύωρου βαδίσματός μας.
-Περπατούσατε πολύ παππού;
-Ναι παιδί μου! Η ταλαιπωρία μας ήταν μεγάλη μέσα στα βουνά με τους δύσβατους δρόμους.
-Ποιοι σας συνόδευαν, παππού;
-Η συνοδείας μας αποτελείτο από πολύ σκληρούς και απάνθρωπους φρουρούς .Εκείνοι μας οδηγούσαν στους μαρτυρικούς εκείνους δρόμους, τους τόπους της κόλασης για μας.
Λόγια απλά, πονεμένα λόγια, βιωματικά, χωρίς υποκρισίες παραδοξολογίες και χωρίς ίχνος αναθέματος για το σφαγέα Τούρκο. Να η γενναιοψυχία του Έλληνα. Τη βιώνουμε στην καρδιά ενός αγράμματου ανθρώπου που τα μάτια του είναι γεμάτα καλοσύνη και αθωότητα, ήρεμα, καρτερικά. Και ο εγγονός μαγεύεται από την αφήγηση του παππού ,ενώ συγχρόνως μια πίκρα μέσα του απλώνεται απ’ την αγριότητα και το άδικο κι ίσως κάποια στιγμή μέσα του να ένιωσε οργή, αλλά η παιδική ψυχή δεν κρατάει θυμό και εκδίκηση, αλλά γίνεται ένα με την ιστορική αλήθεια, τη γνώση, την αγάπη για τον ελληνισμό και τις παραδόσεις του.
«Όταν ανοίξει ένα παράθυρο θα’ ναι παρηγοριά έγραφε ο Καβάφης. Ο παππούς ανοίγει στον εγγονό του πολλά παράθυρα ,της γνώσης ,της φαντασίας ,της ιστορικής πραγματικότητας ,ώστε ο εγγονός σε οποιαδήποτε στιγμή να νιώθει δυνατός, γιατί θα ξέρει ακριβώς τι έγιναν εκείνα τα χρόνια ,και δε θα βρίσκει πρόσφορο έδαφος η προπαγάνδα του οποιουδήποτε ανθέλληνα ,όταν του μιλάει για συνωστισμούς στην παραλία της Σμύρνης στις φριχτές εκείνες μέρες του Σεπτεμβρίου του 1922 ,για τον Μικρασιατικό ελληνισμό.
Η Σμύρνη καιγόταν πέντε μέρες ,από 13 έως 17 Σεπτεμβρίου του 1922.
Για το λόγο αυτό η 14 η Σεπτεμβρίου καθιερώθηκε με νόμο που ψήφισε η Βουλή των Ελλήνων στις 13-10-1998 .ως Ημέρα Εθνικής Μνήμης για τη γενοκτονία του Μικρασιατικού ελληνισμού, για τις αλησμόνητες πατρίδες της Μ. Ασίας.
Ας αφήσουμε το μαύρο Σεπτέμβρη και ας πάμε σε κάτι πιο ευχάριστο. Να μιλήσουμε λίγο για λαογραφικά διηγήματα.
Για να γράψεις, λαογραφικά διηγήματα πρέπει να έχεις γεννηθεί και να έχεις μεγαλώσει μέσα στη φύση, να την έχεις βιώσει, να έχεις γίνει ένα με το χώμα της, με το λουλούδι της, με το άγριο δέντρο της, με το αγρίμι του δάσους, με το φίδι που βλέπεις άξαφνα πλάι στα πόδια σου, με το φως της πυγολαμπίδας, με τους αστερισμούς του ουρανού . Ας πάρουμε και μία μικρή γεύση από έναν σύντομο διάλογο μάνας και κόρης.
-Από που προέρχεται η λέξη παρχάρ μάνα; Ρώτησε κάποτε η Γιαννούλα Από τις λέξεις , «παρά χαρά», δηλ υπάρχει χαρά, χαρούμενη ζωή, απάντησε η κυρία Ανθούλα στην κόρη της.
-Τι είναι ο παρχάρτς μανούλα;
-Ένας ανθισμένος τόπος ,ένα λιβάδι καταπράσινο, ένας βοσκότοπος.
-Η παρχαρομάνα;
-Η μάνα του παρχαριού.
Πώς. δεν κατάλαβα. Εξήγησέ μου τι εννοείς!…
Παρχαρομάνα είναι η γενναία τσοπάνισσα που δουλεύει σκληρά με μόχθο πάνω στα ψηλά βουνά.
Βλέπουμε εδώ πόσο αβίαστα και όμορφα περνάει την παράδοση και τη γνώση η κυρία Ανθούλα στην κόρη της.
«Όταν οι άνθρωποι έχουν μεράκια λογιών-λογιών, τότε από τέτοια χαρίσματα γίνονται οι ιστορίες και διαλαλούνται στον ντουνιά» μας λέει ο Κόντογλου.
Διαβάζουμε ένα απόσπασμα από «τη διήγηση του κυρ Γιάννη»σελ 59
Καθόμασταν σε διαμέρισμα κοντά στη βίλα του Καπαγιαννίδη. Δίπλα ακριβώς ήταν η βίλα του Τούρκου Σελίμ εφέντη με τον οποίο ο πατέρας μου καλλιέργησε φιλικές σχέσεις. Για να τον τιμήσει μάλιστα, κάποιο βράδυ τον κάλεσε σε δείπνο, ο οποίος συνοδευόταν με ούζο και κρασί. Δεν άργησε να ανάψει το κέφι του Τούρκου και να καπνίσει το κεφάλι του από το ποτό.
Ζήτησε συγγνώμη και πυροβόλησε τέσσερις φορές από το παράθυρο με περίστροφο. Από το σπίτι του ανταποκρίθηκε η κόρη του πυροβολώντας κι εκείνη άλλες τέσσερις φορές.
Ο Σελίμ έφυγε τα μεσάνυχτα και μετά από λίγο εμφανίστηκαν δύο τσανταρμάδες, δηλ χωροφύλακες οι οποίοι συνέλαβαν τον πατέρα μου, ζητώντας λύτρα για να τον αφήσουν…
Αγαπητοί προσκεκλημένοι, μέσα στο λίγο χρόνο που πρόκειται να μιλήσεις για τη συγγραφέα και το βιβλίο της, διαπιστώνεις πόσα πράγματα σημαντικά έχεις να πεις για το βιβλίο της και τα αφήνεις στην άκρη ,γιατί δε φτάνει ο χρόνος ,γιατί δε θες να κουράσεις τους καλεσμένους σου, γιατί εν τέλει κάτι πρέπει να αφήσεις να το ψάξει κι όποιος θα θελήσει να διαβάσει αυτό το όμορφο ,διδακτικό, ιστορικό, λαογραφικό πόνημα της Τσοκτουρίδου που είναι επιπλέον και ένας ύμνος για το ποντιακό στοιχείο Οφείλουμε να εκφράσουμε ταπεινά τα Εύγε μας και να της ευχηθούμε να βρεθούν πολλοί μελετητές του έργου της και κυρίως νέοι ,να το συνεχίσουν ,με τον πολύτιμο θησαυρό που θα αποκομίσουν απ’ την προγονική παρακαταθήκη που είναι καταγεγραμμένος σε όλα σχεδόν τα βιβλία της.
«Η Καμπάνα του Πόντου χτυπάει στο Βέρμιο» αλλά χτυπάει συγχρόνως και στα κατάβαθα της ψυχής της Τσοκτουρίδου που δονείται, χαίρεται, κλαίει, αγανακτεί, συγχωρεί, μα δε λησμονεί. Και προπαντός αναζητεί την ιστορική αλήθεια! Οι πατρίδες των προγόνων της δεν είναι χαμένες ,είναι αλησμόνητες κι έτσι θα μένουν μέχρι που να φυσήξει ένας άλλος άνεμος λευτεριάς κι η λύρα να γιορτάσει και πάλι τα επινίκια της.
Θα κλείσω, αγαπητοί προσκεκλημένοι, αφού σας ευχαριστήσω που ήρθατε απόψε εδώ να συμμετάσχετε σ’ αυτή τη μικρή γιορτή της παρουσίασης προς τιμήν της συγγραφέως.
Να ευχαριστήσω κι εγώ με τη σειρά μου τον Πρόεδρο της «Παγκρήτιας Αδελφότητας Μακεδονίας», τον Πέτρο Πετρακάκη που είναι πάντα η φιλόξενη στέγη για την Αμφικτιονία Ελληνισμού. Όλα αυτά ήταν αποτέλεσμα από μια φιλία που σφυρηλατήθηκε μέσω των δύο Προέδρων μας, Μπουκόνη και Πετρακάκη.
Στεκόμαστε με σεβασμό και δέος στο έργο της Παρθένας Τσοκτουρίδου, της καταξιωμένης πανελληνίως συγγραφέως, ποιήτριας, ζωγράφου, με γνώσεις υποκριτικής και σκηνοθεσίας και πολλών άλλων χαρισμάτων, από τα Κομνηνά της Κοζάνης και επιθυμία μας το βιβλίο της να έχει πολλούς αναγνώστες, γιατί πιστεύω ακράδαντα ότι τα μέγιστα θα ωφεληθούν!